Καραγιάννης & Συνεργάτες - Δικηγορικό Γραφείο

ΚΑΡΑΓΙΑΝΝΗΣ - ΣΤΑΜΑΤΙΟΥ
& ΣΥΝΕΡΓΑΤΕΣ

ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΑ ΓΡΑΦΕΙΑ | ΑΘΗΝΑ - ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗ

Επικοινωνήστε μαζί μας
2103810723 (Αθήνα) | 2310525720 (Θεσσαλονίκη) | info@karagiannislawfirm.gr

Αυτοκινητικό ατύχημα - Τραυματισμός οδηγού μοτοσυκλέτας - Χρηματική παροχή λόγω αναπηρίας ή παραμόρφωσης του παθόντος, εφόσον αυτή επιδρά στο μέλλον του (Άρειος Πάγος, αριθμός απόφασης 72/2012)

Περίληψη: Αδικοπραξία. Χρηματική παροχή του αρ. 931 ΑΚ λόγω αναπηρίας ή παραμόρφωσης του παθόντος, εφόσον αυτή επιδρά στο μέλλον του. Προϋποθέσεις επιδίκασης της παροχής αυτής. Φύση της παροχής αυτής. Διαφορά αυτής από την αξίωση διαφυγόντων εισοδημάτων κατ΄ αρ. 929 ΑΚ. Αυτοκινητικό ατύχημα. Τραυματισμός οδηγού μοτοσυκλέτας (ανηλίκου μαθητή). (Επιδικάζει την υπ΄ αριθμ. 3899/2009 απόφαση ΕφΑθ).

[...] Επειδή κατά τη διάταξη του άρθρου 931 ΑΚ "η αναπηρία ή η παραμόρφωση που στον παθόντα λαμβάνεται υπόψη κατά την επιδίκαση της αποζημίωσης αν επιδρά στο μέλλον του". Η διάταξη αυτή προβάλλει επιδίκαση από το δικαστήριο χρηματικής παροχής στον παθόντα αναπηρία ή παραμόρφωση, εφόσον συνεπεία αυτών επηρεάζεται το μέλλον του. Η χρηματική αυτή παροχή δεν αποτελεί αποζημίωση, εφόσον η τελευταία εννοιολογικώς συνδέεται με την επίκληση και απόδειξη ζημίας περιουσιακής, δηλαδή διαφοράς μεταξύ της περιουσιακής καταστάσεως μετά το ζημιογόνο γεγονός και εκείνης που θα υπήρχε χωρίς αυτό. Η συνεπεία της αναπηρίας ή παραμορφώσεως ανικανότητα προς εργασία, εφόσον προκαλεί στον παθόντα περιουσιακή ζημία, αποτελεί βάση αξιώσεως προς αποζημίωση, που στηρίζεται στη διάταξη του άρθρου 929 Α.Κ (αξίωση διαφυγόντων εισοδημάτων). Ομως, η αναπηρία ή παραμόρφωση ως τοιαύτη δεν σημαίνει κατ` ανάγκη πρόκληση στον παθόντα περιουσιακής ζημίας. Τούτο συμβαίνει σε ανήλικο, που δεν έχει εισέλθει ακόμη στην παραγωγική διαδικασία και δεν μπορεί ήδη από την επέλευση της αναπηρίας ή παραμορφώσεως να επικαλεσθεί περιουσιακή ζημία. Δεν μπορεί να γίνει πρόβλεψη, ότι η αναπηρία ή παραμόρφωση θα προκαλέσει στον παθόντα συγκεκριμένη περιουσιακή ζημία. Είναι όμως βέβαιο, ότι η αναπηρία ή παραμόρφωση ανάλογα με το βαθμό της και τις λοιπές συντρέχουσες περιστάσεις (ηλικία, φύλο, κλίσεις και επιθυμίες του παθόντος) οπωσδήποτε θα έχει δυσμενή επίδραση στην κοινωνική - οικονομική εξέλιξη τούτου, κατά τρόπο όμως που δεν δύναται επακριβώς να προσδιορισθεί. Η δυσμενής αυτή επίδραση είναι δεδομένη και επομένως δεν δικαιολογείται εμμονή στην ανάγκη προσδιορισμού του ειδικού τρόπου της επιδράσεως αυτής και των συνεπειών της στο κοινωνικό, οικονομικό μέλλον του παθόντος. Προέχον και κρίσιμο είναι το γεγονός της αναπηρίας ή παραμορφώσεως ως βλάβης του σώματος ή της υγείας του προσώπου, ως ενός αυτοτελούς έννομου αγαθού, που απολαύει και συνταγματικής προστασίας, σύμφωνα με τις παραγράφους 3 και 6 του άρθρου 21 του Συντάγματος, όχι μόνο στις σχέσεις των πολιτών προς το Κράτος, αλλά και στις μεταξύ τους σχέσεις, χωρίς αναγκαίως η προστασία αυτή να συνδέεται με αδυναμία οικονομικών ωφελημάτων ή πλεονεκτημάτων. Ετσι, ορθότερη κρίνεται η ερμηνεία της διατάξεως του άρθρου 931 Α.Κ., που την καθιστά εφαρμόσιμη, σύμφωνα με την οποία προβλέπεται από τη διάταξη αυτή η επιδίκαση στον παθόντα αναπηρία ή παραμόρφωση ενός εύλογου χρηματικού ποσού, ακριβώς λόγω της αναπηρίας και παραμορφώσεως, χωρίς σύνδεση με συγκεκριμένη περιουσιακή ζημία, η οποία άλλωστε και δεν δύναται να προσδιοριστεί (ΑΠ. 670/2006). Το ποσό του επιδικαζόμενου εύλογου χρηματικού ποσού εξευρίσκεται με βάση το είδος και τις συνέπειες της αναπηρίας ή παραμορφώσεως αφενός και την ηλικία του παθόντος αφετέρου, καθώς και με συνεκτίμηση του ποσοστού συνυπαιτιότητας του τελευταίου στην πρόκληση της αναπηρίας ή της παραμορφώσεως του, όπως συμβαίνει και στην περίπτωση της κατά τη διάταξη του άρθρου 932 Α.Κ. αξιώσεως χρηματικής ικανοποιήσεως λόγω ηθικής βλάβης ή ψυχικής οδύνης. Επομένως, για τον υπολογισμό της χρηματικής παροχής της διατάξεως του άρθρου 931 Α.Κ. δεν έχουν εφαρμογή τα ισχύοντα επί της αξιώσεως αποζημιώσεως του άρθρου 929 του ίδιου Κώδικα, όπου για τον καθορισμό αυτής προσδιορίζεται κατ` αρχήν το ύψος της θετικής και αποθετικής ζημίας του παθόντος βλάβη του σώματος ή της υγείας του και το ποσοστό αυτής μειώνεται κατά το ποσοστό της συνυπαιτιότητας του τελευταίου, αφού, κατά τα προεκτεθέντα, η χρηματική παροχή της πρώτης διατάξεως δεν αποτελεί αποζημίωση, δεν συνδέεται δηλαδή με συγκεκριμένη μελλοντική περιουσιακή ζημία, αλλά δίδεται για το γεγονός και μόνο της αναπηρίας ή παραμορφώσεως και προσδιορίζεται κατά την εύλογη κρίση του δικαστηρίου με βάση τους προεκτεθέντες προσδιοριστικούς παράγοντες. Εξάλλου, έλλειψη νόμιμης βάσεως της αποφάσεως, ήτοι εκ πλαγίου παραβίαση ουσιαστικού κανόνα, κατά την έννοια της διατάξεως του αριθμού 19 του άρθρου 559 του ΚΠολΔ, υπάρχει, όταν στις αιτιολογίες της αποφάσεως, που αποτελούν την ελάσσονα πρόταση του δικανικού συλλογισμού, δεν περιέχονται καθόλου ή δεν αναφέρονται με σαφήνεια, πληρότητα και χωρίς αντιφάσεις τα πραγματικά περιστατικά, στα οποία το δικαστήριο της ουσίας στήριξε την κρίση του επί ζητήματος με ουσιώδη επίδραση στην έκβαση της δίκης κι έτσι δεν μπορεί να ελεγχθεί, αν στη συγκεκριμένη περίπτωση συνέτρεχαν ή όχι οι όροι του κανόνα ουσιαστικού δικαίου, που εφαρμόστηκε. όχι όμως όταν οι ελλείψεις ή οι αντιφάσεις ανάγονται στην εκτίμηση των αποδείξεων και ειδικότερα στην ανάλυση και αξιολόγηση του αποδεικτικού πορίσματος, εφόσον τούτο εκτίθεται σαφώς στην απόφαση. Τέλος, κατά τη διάταξη του άρθρου 559 αρ. 1 εδ. α του ΚΠολΔ, ιδρύεται λόγος αναιρέσεως και αν παραβιάστηκε κανόνας ουσιαστικού εσωτερικού δικαίου. Ο κανόνας παραβιάζεται είτε με ψευδή ερμηνεία, η οποία υπάρχει όταν αποδίδεται στον κανόνα έννοια διαφορετική από την αληθινή, είτε με τη μη ορθή εφαρμογή η οποία συντελείται όταν εφαρμόζεται κανόνας, ενώ έπρεπε ή όταν εφαρμόζεται εσφαλμένα.

Στην προκειμένη περίπτωση με την προσβαλλόμενη απόφαση έγιναν ανελέγκτως δεκτά τα ακόλουθα: Σύμφωνα με τα εκτιθέμενα πραγματικά περιστατικά το δικαστήριο κρίνει ότι αποκλειστικά υπαίτια στο ένδικο ατύχημα είναι η οδηγός του αυτοκινήτου, η οποία δεν επέδειξε κατά την οδήγηση την προσοχή, που όφειλε και ηδύνατο να επιδείξει εκ των περιστάσεων και ειδικότερα εισήλθε στο αντίθετο ρεύμα πορείας της μοτοσικλέτας, χωρίς να βεβαιωθεί προηγουμένως ότι αυτή μπορεί να κινηθεί σ` αυτό χωρίς να προκαλέσει κίνδυνο στην κίνηση των αντιθέτως κινουμένων οχημάτων. Αντίθετα, δεν αποδείχθηκε υπαιτιότητα του οδηγού της μοτοσικλέτας στο ατύχημα, διότι αυτός εκινείτο κανονικά της πορείας του, με επιτρεπτή ταχύτητα, αδυνατούσε δε να προβεί σε οποιοδήποτε αποφευκτικό ελιγμό καθόσον η μοτοσικλέτα εκινείτο στο δεξιό του ρεύματος πορείας της, πλησίον του πεζοδρομίου. Ο οδηγός της μοτοσικλέτας υπέστη κακώσεις στην κεφαλή (βαρεία κρανιογκεφαλική κάκωση), βλάβη εγκεφαλικού στελέχους, κάταγμα αριστερής αρθρώσεως ώμου. Αυτός εισήλθε στο Τζάνειο και παρέμεινε προς νοσηλεία από 25.7.2003 έως και 9.8.2003, εισήλθε με συμπτώματα υπολλειματικής μετατραυματικής εγκεφολοπάθειας και στη συνέχεια στο Νοσοκομείο ΚΑΤ, όπου νοσηλεύθηκε από 30.12.2003 έως 1.1.2004, υποβλήθηκε σε χειρουργική επέμβαση διερεύνησης του βραχιονίου προς αντιμετώπιση παρέσεως βραχιονίου πλέγματος τύπου Α5-Α6 με αδυναμία ώμου και κάμψη αγκώνα. Ο τραυματισμός του παθόντα στην κεφαλή του αποκαταστάθηκε πλήρως, πλην ο παθών συνετέλεσε στον τραυματισμό του αυτό κατά ποσοστό 20%, διότι δεν έφερε προστατευτικό κράνος ασφαλείας, η κρανιοεγκεφαλική κάκωση θα μπορούσε να αποφευχθεί, άλλως, θα ήταν ελαφρότερη. Ο παθών κατά το ατύχημα ήταν ηλικίας 17 ετών, μαθητής λυκείου και αθλείτο συστηματικά, ήδη δε παρουσιάζει πλέον μόνιμο ποσοστό αναπηρίας 36% δυσκαμψία ώμου και αγκώνα, μερική απονεύρωση υπερακανθίου μυός, αναπηρία μόνιμη, εφόσον η φύση της νευρικής βλάβης είναι τέτοια που θεωρείται ότι έχει αποκατασταθεί πλέον στον μέγιστο βαθμό, ενώ ενδεχόμενη μυϊκή βελτίωση στο μέλλον δεν αναμένεται να επηρεάσει σημαντικά το ποσοστό αυτό της αναπηρίας, αντίθετα μελλοντικά δεν μπορεί να αποκλειστεί το ενδεχόμενο, λόγω της δυσκαμψίας, το ποσοστό αυτό της αναπηρίας να αυξηθεί ελαφρά πέραν του ποσοστού 36% [βλ. σχετ. ιατρική πραγματογνωμοσύνη ιατρού Δ. Κ.]. Η παραπάνω μόνιμη κατάσταση της υγείας του παθόντα επιδρά αρνητικά στην εν γένει μελλοντική και κοινωνική αυτού εξέλιξη και πρέπει, λαμβανομένων υπόψη των συνθηκών τελέσεως του ατυχήματος, του βαθμού υπαιτιότητας της οδηγού του αυτοκινήτου, της καταστάσεως της υγείας του παθόντα, του νεαρού της ηλικίας του κοινωνικής και οικονομικής καταστάσεως των διαδίκων φυσικών προσώπων [η ευθύνη της ασφαλιστικής εταιρείας είναι εγγυητική], να επιδικαστεί στον παθόντα ως αποζημίωση, κατ` άρθρον 931 ΑΚ, το εύλογο ποσό των 50.000 ευρώ. Στην προκειμένη περίπτωση με τον πρώτο λόγο της αιτήσεως αναιρέσεως αποδίδεται στην προσβαλλόμενη απόφαση η πλημμέλεια από τον αριθμό 19 του άρθρου 559 ΚΠολΔ διότι το Εφετείο, με ανεπαρκείς αιτιολογίες δέχθηκε ότι η αναπηρία του αναιρεσίβλητου επιδρά στην κοινωνική του εξέλιξη καθόσον ειδικότερα, δεν γίνεται επίκληση ειδικών περιστατικών, εκτός εκείνων που απαιτούνται για τη στοιχειοθέτηση αξιώσεων με βάση τα άρθρα 929 και 932 ΑΚ, από τα οποία να προκύπτουν οι ιδιαίτεροι λόγοι και τρόποι εξ αιτίας των οποίων γεννώνται δυσμενείς συνέπειες στην κοινωνική ζωή του παθόντος καθώς και στην οικονομική πλευρά της μελλοντικής ζωής του, που δεν την ερεύνησε, ως όφειλε, καθόλου. Ο λόγος αυτός της αιτήσεως αναιρέσεως, πρέπει να απορριφθεί ως αβάσιμος, καθόσον, με συνοπτική πλην σαφή αιτιολογία αναφέρεται στις δυσμενείς συνέπειες της αναπηρίας του παθόντος συνεπεία του ενδίκου ατυχήματος, το δε επιδικαζόμενο κατ` άρθρο 931 ΑΚ χρηματικό ποσό σύμφωνα με τα εκτεθέντα στην αμέσως προηγούμενη σκέψη δεν συνδέεται κατ` ανάγκη με συγκεκριμένη περιουσιακή ζημία. Περαιτέρω, με το δεύτερο λόγο της αιτήσεως αναιρέσεως προσάπτεται στην προσβαλλόμενη απόφαση η πλημμέλεια από τον αριθμό 1 του άρθρου 559 ΚΠολΔ, διότι το Εφετείο, προκειμένου να επιδικάσει στον αναιρεσείοντα αποζημίωση από το άρθρο 931 ΑΚ έλαβε υπόψη προσδιοριστικά στοιχεία μη πρόσφορα προς θεμελίωση της από το άρθρο αυτό αξίωσής του, όπως τις συνθήκες τέλεσης του ενδίκου ατυχήματος, την κοινωνικοοικονομική κατάσταση των διαδίκων, το βαθμό υπαιτιότητας του παθόντος. Ο λόγος αυτός της αιτήσεως αναιρέσεως είναι απορριπτέος ως απαράδεκτος διότι πλήττεται πλεοναστική αιτιολογία της αποφάσεως ενώ η κύρια αιτιολογία της που σχέση έχει με το είδος και τις συνέπειες της αναπηρίας του παθόντος από το ένδικο ατύχημα, την ηλικία αυτού και την έλλειψη υπαιτιότητας στην πρόκληση της αναπηρίας του, στηρίζει επαρκώς το αποδεικτικό πόρισμα της επιδράσεως της αναπηρίας του στο κοινωνικό αυτού μέλλον. Επειδή, σύμφωνα με τα προεκτεθέντα, πρέπει να απορριφθεί η από 20.12.2010 αίτηση αναιρέσεως της ασφαλιστικής εταιρείας με την επωνυμία "..............................." στη θέση της οποίας υπησήλθε το Ν.Π.Ι.Δ. "ΕΠΙΚΟΥΡΙΚΟ ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΕΞ ΑΤΥΧΗΜΑΤΩΝ ΑΥΤΟΚΙΝΗΤΩΝ" της υπ` αρ. 3899/2009 απόφασης του Εφετείου Αθηνών και να καταδικασθεί το αναιρεσείον στα δικαστικά έξοδα του αναιρεσίβλητου (αρθ. 176, 183 ΚΠολΔ), όπως στο διατακτικό.

ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ Απορρίπτει την από 20.12.2010 αίτηση αναιρέσεως της 3899/2009 αποφάσεως του Εφετείου Αθηνών. Και Καταδικάζει το αναιρεσείον στα δικαστικά έξοδα του αναιρεσίβλητου που ορίζει σε δύο χιλιάδες επτακόσια (2.700) ευρώ.

πηγή: http://lawdb.intrasoftnet.com/nomos

Δημήτριος Χ. Καραγιάννης, Δικηγόρος, Θεσσαλονίκη - Αθήνα

Επικοινωνία

Θεσσαλονίκη

Πολυτεχνείου 21 (6ος Όροφος), 54626

2310525720

Αθήνα

Σολωμού 58 και Πατησίων (6ος Όροφος), 10682

2103810723

Για να σας παρέχουμε την καλύτερη online εμπειρία, χρησιμοποιούμε cookies.