Καραγιάννης & Συνεργάτες - Δικηγορικό Γραφείο

ΚΑΡΑΓΙΑΝΝΗΣ - ΣΤΑΜΑΤΙΟΥ
& ΣΥΝΕΡΓΑΤΕΣ

ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΑ ΓΡΑΦΕΙΑ | ΑΘΗΝΑ - ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗ

Επικοινωνήστε μαζί μας
2103810723 (Αθήνα) | 2310525720 (Θεσσαλονίκη) | info@karagiannislawfirm.gr

Αδικαιολόγητος πλουτισμός - Νομολογία (η΄)

... Επί είσπραξης από τη μεσολαβούσα Τράπεζα για λογαριασμό πελάτης της ποσού ενέγγυας πίστωσης που καταβλήθηκε από την αγοράστρια εταιρία, αν ματαιώθηκε η σύμβαση πώλησης, στην οποία αφορούσε η ενέγγυα πίστωση, υπόχρεος σε απόδοση του πλουτισμού είναι ο πωλητής και όχι η Τράπεζα, ακόμη και αν το ποσό που καταβλήθηκε ήγαγε σε πίστωση του λογαριασμού του πωλητή. Τούτο διότι αυτός πλούτισε αδικαιολόγητα, με το να απαλλαχθεί από οφειλή του προς την Τράπεζα και όχι η τελευταία, η οποία κατ’ αυτό τον τρόπο εισέπραξε οφειλόμενα προς αυτήν. ΑΠ 1627/2010 ΝοΒ 2011,777 (περίλ.).

... Επί παροχής εργασίας από άκυρη σύμβαση εργασίας, ο εργοδότης υποχρεούται κατά τα άρθρα 904 και 908 ΑΚ, ως καθιστάμενος αδικαιολογήτως πλουσιότερος, στην απόδοση της ωφέλειας που αποκόμισε, ανεξαρτήτως της ζημίας του εργαζομένου και η οποία ωφέλεια συνίσταται σε ό,τι αυτός θα κατέβαλε αν ήταν έγκυρη η σύμβαση, για την ίδια εργασία, σε πρόσωπο με τις ικανότητες και τα προσόντα του ακύρως απασχοληθέντος, εκτός των παροχών που προσιδιάζουν στην προσωπική κατάσταση του τελευταίου (επιδόματα γάμου, τέκνων, προϋπηρεσίας κ.λπ.), εφόσον αυτά δεν θα συνέτρεχαν αναγκαίως στο πρόσωπο του δυναμένου να απασχοληθεί εγκύρως. Η ως άνω απαίτηση του ακύρως απασχοληθέντος μισθωτού υπόκειται στην εικοσαετή παραγραφή του άρθρου 249 ΑΚ. Κατά τις διατάξεις της ΑΥ 18310/46, της ΑΥ 8900/1946 και της ΕΓΣΣΕ από 26.6.1975, η αμοιβή που οφείλεται για παροχή νυκτερινής εργασίας, η βασική αμοιβή για απασχόληση κατά Κυριακή ή σε αργία και η αμοιβή για υπερεργασία έχουν μισθολογικό χαρακτήρα και συνεπώς επί άκυρης σύμβασης εργασίας αναζητούνται με τον αδικαιολόγητο πλουτισμό, η δε παραγραφή τους είναι εικοσαετής. ΑΠ 1719/2010 ΔΕΝ 2011,419.

... Η επιστροφή του αχρεωστήτως καταβληθέντος ενδέχεται να είναι γενεσιουργός αδικαιολόγητου πλουτισμού σε περίπτωση κατά την οποία τα αχρεωστήτως καταβληθέντα από υποκείμενο στον φόρο ποσά ως φόρος εισπραχθείς από κράτος μέλος κατά παράβαση του δικαίου της Ενώσεως μετακυλίστηκαν ευθέως επί του αγοραστή. Επομένως, προσκρούει στο δίκαιο της Ενώσεως η άρνηση κράτους μέλους να επιστρέψει παράνομο φόρο με το αιτιολογικό ότι τα καταβληθέντα αχρεωστήτως από τον υποκείμενο στον φόρο ποσά αντισταθμίστηκαν από εξοικονόμηση λόγω της ταυτόχρονης καταργήσεως άλλων εισφορών, δοθέντος ότι μια τέτοια αντιστάθμιση δεν μπορεί να εκλαμβάνεται, υπό το πρίσμα του δικαίου της Ενώσεως, ως αδικαιολόγητος πλουτισμός σε σχέση με τον επίδικο φόρο. ΔΕΚ υπόθ. C-398/2009, απόφ. της 6.9.2011 Lady & Kid A/S, Direct Nyt ApS, A/S Harald Nyborg Isenkram- og Sportsforretning, KID-Holding A/S κατά Skatteministeriet ΕφΑΔ 2011,992.

... Όπως προκύπτει από τις διατάξεις του άρθρου 48 του ΝΔ/τος 496/1974, με την παράγραφο 3 αυτού θεσπίζεται βραχυπρόθεσμη διετής παραγραφή ειδικά για τις αξιώσεις των υπαλλήλων των ΝΠΔΔ, κατ’ αυτών, που αφορούν καθυστερούμενες αποδοχές ή άλλες πάσης φύσεως απολαβές ή αποζημιώσεις από αδικαιολόγητο πλουτισμό, οι οποίες οφείλονται απευθείας από το νόμο, ενώ, όταν για τη θεμελίωση του σχετικού δικαιώματος για τις αποδοχές αυτές απαιτείται η έκδοση διοικητικής πράξης, την έκδοση της οποίας υπαιτίως παρέλειψαν τα αρμόδια όργανα των ΝΠΔΔ, στις περιπτώσεις δηλαδή που πρόκειται για την αποκαλούμενη αποζημιωτική αγωγή, τότε για τις αξιώσεις αυτές των υπαλλήλων των ΝΠΔΔ ισχύει η οριζόμενη από την παρ. 1 του ίδιου άρθρου 48 του ΝΔ/τος 496/1974 πενταετής παραγραφή. Η προβλεπόμενη από την ανωτέρω διάταξη του άρθρου 48 παρ. 3 του ΝΔ/τος 496/1974, για τις ως άνω αξιώσεις των υπαλλήλων των ΝΠΔΔ βραχυπρόθεσμη (διετής) παραγραφή, ο χρόνος της οποίας είναι μικρότερος από τον χρόνο παραγραφής που ισχύει, σύμφωνα με το άρθρο 250 αρ. 16 και 17 ΑΚ, για τις παρόμοιες αξιώσεις των υπαλλήλων και εργατών των ιδιωτικών επιχειρήσεων, αλλά και από τον οριζόμενο στο άρθρο 44 του ιδίου ΝΔ/τος χρόνο παραγραφής των χρηματικών απαιτήσεων του νομικού προσώπου κατά τρίτων (πενταετίας) έχει θεσπισθεί για λόγους γενικότερου δημόσιου συμφέροντος και συγκεκριμένα από την ανάγκη ταχείας εκκαθαρίσεως των σχετικών αξιώσεων και των αντιστοίχων υποχρεώσεων των ΝΠΔΔ, η οποία είναι απαραίτητη για την προστασία της περιουσίας και της οικονομικής κατάστασης αυτών, στην οποία συμβάλλουν οι φορολογούμενοι πολίτες με την καταβολή φόρων. Εξάλλου με τη θέσπιση της εν λόγω διετούς παραγραφής δεν δημιουργείται άνιση δυσμενής μεταχείριση των υπαλλήλων των ΝΠΔΔ σε σχέση με τους υπαλλήλους των ιδιωτικών επιχειρήσεων, αλλά ούτε και των ιδιωτών εργοδοτών σε σχέση με τα ΝΠΔΔ, ως προς τη διάρκεια της ισχύουσας έναντι των πρώτων πενταετούς παραγραφής, αφού η διαφοροποίηση αυτή δικαιολογείται, όχι μόνο από την ανάγκη προστασίας της περιουσίας των ΝΠΔΔ, αλλά και λόγω των διαφορετικών συνθηκών υπό τις οποίες τελούν οι υπάλληλοι των ΝΠΔΔ σε σχέση με τους υπαλλήλους των ιδιωτικών επιχειρήσεων, καθώς και του διαφορετικού νομικού καθεστώτος που διέπει αντίστοιχα, τις σχέσεις των δύο αυτών κατηγοριών υπαλλήλων προς τους εργοδότες τους. Συνεπώς η διάταξη αυτή του άρθρου 48 παρ. 3 του ΝΔ/τος 496/1974, που θεσπίζει διετή παραγραφή για τις ρηθείσες αξιώσεις των υπαλλήλων των ΝΠΔΔ δεν αντίκειται στη κατά το άρθρο 4 παρ. 1 του Συντ . αρχή της ισότητας. Η αυτή ρύθμιση δεν αντίκειται ούτε στην προαναφερομένη διάταξη του άρθρου 6 παρ. 1 της ΕΣΔΑ, αφού αυτή εξασφαλίζει σε κάθε πρόσωπο το δικαίωμα να δικάζεται η υπόθεσή του δίκαια και αμερόληπτα, αλλά δεν απαγορεύει τη θέσπιση διαφορετικού χρόνου παραγραφής κατά κατηγορία αξιώσεων και δικαιούχων. Επίσης, η ως άνω διάταξη του άρθρου 48 παρ. 3 του ΝΔ/τος 496/1974 δεν είναι αντίθετη ούτε προς τις διατάξεις του άρθρου 1 του Πρώτου Πρόσθετου Πρωτοκόλλου της Ευρωπαϊκής αυτής Σύμβασης (ΕΣΔΑ), που επιβάλλουν το σεβασμό της περιουσίας του προσώπου, αφού οι υπερνομοθετικής ισχύος αυτές διατάξεις παρεμποδίζουν τον νομοθέτη να καταργεί και ενοχικά ακόμη δικαιώματα (ενδεχομένως και με τη μέσω της αναδρομικής ισχύος νόμου, απόσβεση ή κατάργηση αυτών), και όχι να θεσπίζει κανόνες που καθορίζουν διαφορετικό κατά περίπτωση, χρόνο παραγραφής των αξιώσεων που θα γεννηθούν μετά την έναρξη ισχύος τους. Άλλωστε από τη διάταξη της παρ. 2 του άρθρου 1 του ως άνω Πρόσθετου Πρωτοκόλλου, που ορίζει ότι «οι προαναφερόμενες διατάξεις δεν θίγουν το δικαίωμα κάθε Κράτους να θέτει σε ισχύ νόμους, τους οποίους κρίνει αναγκαίους προς ρύθμιση της χρήσης αγαθών σύμφωνα με το δημόσιο συμφέρον ή προς εξασφάλιση της καταβολής φόρων ή άλλων εισφορών ή προστίμων», προκύπτει ότι και το Πρωτόκολλο αυτό ευθέως αναγνωρίζει το δικαίωμα κάθε κράτους να θεσπίζει νόμους αν το κρίνει αναγκαίο, για τη διασφάλιση του δημόσιου συμφέροντος, επομένως να θέτει νόμιμους περιορισμούς στην ικανοποίηση των αξιώσεων των πολιτών, όπως είναι η άσκηση των αξιώσεών τους εντός ορισμένου χρόνου, προς διασφάλιση του δημοσίου συμφέροντος, στην έννοια του οποίου εμπίπτει, κατά τα προεκτιθέμενα και η προστασία της περιουσίας των ΝΠΔΔ (ΑΠ Ολ 38/2005 ). ΑΠ Ολ 2/2011 ΧρΙΔ 2011,438.

πηγή: nbonline.gr

Δικηγορικό Γραφείο "Δημήτριος Χ. Καραγιάννης", Θεσσαλονίκη - Αθήνα

Επικοινωνία

Θεσσαλονίκη

Πολυτεχνείου 21 (6ος Όροφος), 54626

2310525720

Αθήνα

Σολωμού 58 και Πατησίων (6ος Όροφος), 10682

2103810723

Για να σας παρέχουμε την καλύτερη online εμπειρία, χρησιμοποιούμε cookies.