Καραγιάννης & Συνεργάτες - Δικηγορικό Γραφείο

ΚΑΡΑΓΙΑΝΝΗΣ - ΣΤΑΜΑΤΙΟΥ
& ΣΥΝΕΡΓΑΤΕΣ

ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΑ ΓΡΑΦΕΙΑ | ΑΘΗΝΑ - ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗ

Επικοινωνήστε μαζί μας
2103810723 (Αθήνα) | 2310525720 (Θεσσαλονίκη) | info@karagiannislawfirm.gr

Συναινετικό διαζύγιο - Αίτημα καταβολής διατροφής - Συμφωνημένο ποσό διατροφής για το τέκνο, κατά τη διαδικασία του συναινετικού διαζυγίου (Εφετείο Αθηνών, αριθμός απόφασης 5878/2010)

Περίληψη: Αίτημα καταβολής διατροφής. Συμφωνημένο ποσό διατροφής για το τέκνο, κατά τη διαδικασία του συναινετικού διαζυγίου. Συμφωνία περί καταβολής διατροφής για παρελθόντα χρόνο χωρίς υπερημερία είναι έγκυρη. Επιτρεπτή μεταγενέστερη τροποποίηση της σύμβασης με προφορική συμφωνία που να καταργεί την πρόβλεψη για έγγραφη μόνο τροποποίηση της αρχικής συμφωνίας. Ενοχική αξίωση αποδόσεως των συμφωνηθέντων ποσών. Εσφαλμένα κρίθηκε ότι η αγωγή δεν εισάγεται κατά την ειδική διαδικασία των διαφορών από διατροφή ανηλίκου. Εσφαλμένα κρίθηκε απαράδεκτη η αγωγή της αιτούσας ως νομίμου εκπροσώπου της ανηλίκου θυγατέρας της, αφού ενεργητικό υποκείμενο της ένδικης διαφοράς είναι το ανήλικο τέκνο, το οποίο απέκτησε δικαίωμα διατροφής απέναντι και στους δύο γονείς του. Υποχρέωση έντοκης καταβολής από τον εναγόμενο του ποσού της διατροφής.

[...] Η κρινόμενη από 14.12.2009 και με αριθμό κατάθεσης 11734 / 2009 έφεση της ενάγουσας κατά της με αριθμό 1657/2009 οριστικής απόφασης του Μονομελούς Πρωτοδικείου Αθηνών, η οποία εκδόθηκε, κατ` αντιμωλία των διαδίκων, κατά την τακτική διαδικασία και απέρριψε την από 5.3.2009, με γενικό αριθμό κατάθεσης 36495/2009 και αριθμό κατάθεσης δικογράφου 611/2009 αγωγή που αφορούσε διατροφή του υπό την επιμέλεια της ανηλίκου τέκνου της, με την οποία (έφεση) η ενάγουσα και ήδη εκκαλούσα παραπονείται για κακή ερμηνεία και εφαρμογή του νόμου και εσφαλμένη εκτίμηση των αποδείξεων που προσκομίστηκαν και ζητεί την εξαφάνιση της, ώστε να γίνει δεκτή στο σύνολο της η αγωγή, έχει ασκηθεί σύμφωνα με τις νόμιμες διατυπώσεις και είναι εμπρόθεσμη (άρθρα 495 παρ. 1, 498, 514, 513, 516, 517, 518 παρ. 1 και 591 Κ.Πολ.Δ.), καθόσον από κάποιο στοιχείο δεν προκύπτει πάροδος της προθεσμίας άσκησης της ή άλλος λόγος απαραδέκτου (αρθρ. 499 και 518 παρ. 3 Κ.Πολ.Δ). Επομένως, πρέπει να γίνει τυπικά δεκτή και να ερευνηθεί περαιτέρω ως προς το παραδεκτό και βάσιμο των λόγων αυτής (αρθρ. 533 παρ. 1 Κ.Πολ.Δ.) Στην προκειμένη περίπτωση η ενάγουσα και ήδη εκκαλούσα με την ένδικη αγωγή, την οποία ασκεί ατομικό και ως εκπρόσωπος της ανήλικης θυγατέρας της .............. που απέκτησε με τον εναγόμενο σύζυγο της, ισχυρίστηκε, ότι με την από 15.6.2003 συμφωνία, την οποία κατήρτισε έγγραφα με τον τέως σύζυγο της, και ήδη εναγόμενο - εφεσίβλητο, εν όψει της λύσης του γάμου τους με συναινετικό διαζύγιο και η οποία επικυρώθηκε με την με αριθμό 238/2005 απόφαση του Δικαστηρίου αυτού (διαδικασία εκούσιας δικαιοδοσίας), με την οποία λύθηκε συναινετικά ο γάμος των διαδίκων, ανατέθηκε στην ίδια, η επιμέλεια του προσώπου της ανήλικης θυγατέρας τους που γεννήθηκε στις 25.11.1998 και ρυθμίστηκε η επικοινωνία της ανήλικης με τον εναγόμενο πατέρα της, όπως επιβάλλει η διάταξη του άρθρου 1441 παρ. 3α του Α.Κ., ενώ4 συγχρόνως, επιμερίστηκαν μεταξύ των συμβληθέντων και οι υποχρεώσεις τους που αναφέρονται στις διατροφικές ανάγκες της πιο πάνω ανήλικης θυγατέρας τους και συμφώνησε ο εναγόμενος να καταβάλλει στην ενάγουσα το ποσό των 450 ευρώ μηνιαίως για το χρονικό διάστημα από 1.4.2003 έως 31.3.2004 και, περαιτέρω, συμφώνησε , ότι το ως άνω ποσό οφείλει να καταβάλλει ανελλιπώς κάθε μήνα, μέχρι την έγγραφη τροποποίηση της εν λόγω συμφωνίας. Περαιτέρω, εξέθεσε, ότι, από 1.4.2004 μέχρι και 30.9.2008, δηλαδή επί 53 μήνες, ο εναγόμενος έναντι του οφειλομένου κατά τα άνω ποσού, των 23.850 ευρώ (450 ευρώ Χ 53 μήνες) της κατέβαλλε το συνολικό ποσό των 3.400 ευρώ, όπως οι καταβολές αυτές εξειδικεύονται κατά τα μερικότερα κονδύλια και τις χρονολογίες κάθε καταβολής στην αγωγή, έτσι ώστε της οφείλει το υπόλοιπο ποσό, δηλαδή ποσό (23.850 - 3.400=) 20.450 ευρώ, με το νόμιμο τόκο από τότε που το κάθε κονδύλιο κατέστη απαιτητό. Για την αγωγή αυτή που εκδικάστηκε κατά την τακτική διαδικασία εκδόθηκε η εκκαλουμένη απόφαση, με την οποία αυτή απερρίφθηκε. Κατά της απόφασης αυτής, παραπονείται τώρα η ενάγουσα με την κρινόμενη έφεση της και ζητεί, για τους αναφερόμενους σ` αυτή λόγους, οι οποίοι ανάγονται στο σύνολο τους σε κακή ερμηνεία και εφαρμογή του νόμου και σε εσφαλμένη εκτίμηση του αποδεικτικού υλικού, την εξαφάνιση της, ώστε να γίνει δεκτή αυτή στο σύνολο της. Από τις διατάξεις των άρθρων 1485, 1486, 1489 και 1493 του Α.Κ., προκύπτει, ότι οι γονείς, είτε υπάρχει μεταξύ τους γάμος και συμβιώνουν, είτε έχει διακοπεί η συμβίωση, είτε έχει εκδοθεί διαζύγιο, έχουν κοινή και ανάλογη με τις δυνάμεις τους υποχρέωση να διατρέφουν το ανήλικο τέκνο τους, ακόμη και αν αυτό έχει περιουσία, της οποίας, όμως, τα εισοδήματα ή το προϊόν της εργασίας του ή άλλα τυχόν εισοδήματα του δεν αρκούν για τη διατροφή του. Το μέτρο της διατροφής του ανηλίκου προσδιορίζεται με βάση τις ανάγκες του, όπως αυτές προκύπτουν από τις συνθήκες ζωής του και περιλαμβάνει, όλα όσα είναι αναγκαία για τη συντήρηση του και, επιπλέον, τα έξοδα για την ανατροφή καθώς και την επαγγελματική και, την εν γέψει, εκπαίδευση του. Ως συνθήκες ζωής νοούνται οι συγκεκριμένοι όροι διαβίωσης, που ποικίλλουν ανάλογα με την ηλικία, τον τόπο κατοικίας, τις ανάγκες εκπαίδευσης και την κατάσταση υγείας του δικαιούχου, σε συνδυασμό με την περιουσιακή κατάσταση του υπόχρεου (βλ. ΑΠ 1681/2005 Ελλ.Δνη 47.461, ΑΠ. 823/2000 Ελλ.Δνη 41.1597, Εφ. Πειρ. 155/2004 Ελλ.Δνη 46.1518 κ.α.). Οι διατάξεις περί διατροφής μεταξύ ανιόντων και κατιόντων, κατ` άρθρο 1485 επ. Α.Κ., αποτελούν κανόνες αναγκαστικού δικαίου (αρθρ. 3 Α.Κ.), όμως δεν αποκλείεται για το λόγο αυτό, να ρυθμιστεί η διατροφή με σύμβαση που υπογράφεται μεταξύ των ενδιαφερομένων στα πλαίσια συναινετικού διαζυγίου, με την οποία ρυθμίζονται ζητήματα επιμέλειας και επικοινωνίας τέκνων με τους γονείς τους (σύμφωνα με τη διάταξη του άρθρου 1441 παρ. 3 Α.Κ.), με τον περιορισμό, ότι η σύμβαση αυτή δεν ενέχει χαρακτήρα παραίτησης από τη- διατροφή για το μέλλον (αρθρ. 1499 Α.Κ.). Στην περίπτωση αυτή, η σύμβαση είναι άκυρη κατά το μέρος εκείνο που ενέχει παραίτηση (Ατσαλάκης εις Ερμ. Α.Κ. στα άρθρα 1476-1492 αριθμ. 41, Ανδρουλιδάκης σε Γεωργιάδη - Σταθόπουλο Α.Κ. εις. στα άρθρα 1485-1504 αριθμ. 5455, ΑΠ. 1346 /1980 Ε.Ε.Ν. 48.362, Εφ. Αθ. 10372/1986 ΝοΒ 35.553, Ε.Α. 5068 /1983 Αρχ. Ν. 34.691, Εφ. Αθ. 9283/2003, Ελλ.Δνη 45.850). Η πιο πάνω συμφωνία με τις προϋποθέσεις που προαναφέρθηκαν της μη παραίτησης για το μέλλον έγκυρη, εφόσον όμως το μέτρο και το ύψος της διατροφής, όπως καθορίστηκαν από τη συμφωνία, δεν διαφέρουν σημαντικά από τη διατροφή που θα επιδίκαζε το δικαστήριο σύμφωνα με τις σχετικές για τη διατροφή αξιώσεις (ΑΠ. 620/1999 Ελλ. Δνη 41.73). Η ρύθμιση του δικαιώματος διατροφής από το νόμο με σύμβαση δε μεταβάλλει την υποχρέωση διατροφής σε ενοχική υποχρέωση από σύμβαση (Εφ. Αθ. 10321 /1998 Ελλ.Δνη 40.1120, Εφ.Αθ. 1021/1990 ΝοΒ 1990.829, Εφ.ΑΘ. 6684 /1990 Ελλ.Δνη 33.188, Εφ.ΑΘ. 10372/1986 όπ.π., Ατσαλάκης σε Ερμ. Α.Κ. αριθ. 46). Άρα, οι διαφορές που πηγάζουν από σύμβαση που ρύθμισε το δικαίωμα διατροφής μεταξύ ανιόντων και κατιόντων δικάζονται κατά την ειδική διαδικασία που ορίζει το άρθρο 681 Β` του Κ.Πολ.Δ. και όχι κατά την τακτική διαδικασία (Εφ.ΑΘ. 9283/2003 όπ.π).

Σύμφωνα με τη διάταξη του άρθρου 1498 Α.Κ., διατροφή για παρελθόντα χρόνο δεν οφείλεται παρά μόνο από την υπερημερία. Και αυτό, διότι ανάγκες παρελθόντος χρόνου, είτε ικανοποιήθηκαν είτε όχι, δεν συνιστούν, ήδη, ανάγκες, αφού παρήλθαν, ούτε νοείται, πλέον, ικανοποίηση αυτών. Η διάταξη, όμως, του άρθρου 1498 Α.Κ. είναι ενδοτικού δικαίου, γι` αυτό και συμφωνίες μεταξύ ανιόντων και κατιόντων περί καταβολής διατροφής για παρελθόντα χρόνο χωρίς υπερημερία είναι έγκυρη. Η διάταξη αυτή αφενός μεν καθιερώνει τον κανόνα, ότι διατροφή δεν οφείλεται για παρελθόντα χρόνο, αφετέρου δε εισάγει εξαίρεση, κατά την οποία διατροφή για το παρελθόν οφείλεται μόνο από την υπερημερία. Η υπερημερία του οφειλέτη επέρχεται με δικαστική ή εξώδικη όχληση του οφευλέτη εκ μέρους του δικαιούχου (αρθρ. 340 Α.Κ.). Αρκεί δε η όχληση χωρίς να ερευνάται περαιτέρω η τυχόν υπαιτιότητα περί αυτού ή μη του υπόχρεου, επί συμβατικής δε διατροφής δεν απαιτείται όχληση, διότι, στη ρύθμιση αυτή, συνυπάρχει και η όχληση, (β. Βαθρακοκοίλη-Νέο Οικογενειακό Δίκαιο, Β` έκδοση, αρθρ. 1485 αρ. 5 σελ 693, Εφ.θεσ. 994/2004 Αρμεν. 2004.87). Αν για την εκπλήρωση της παροχής έχει συμφωνηθεί μεταξύ οφειλέτη και δανειστή ορισμένη μέρα αποκαλούμενη δήλη, ο οφειλέτης γίνεται υπερήμερος με μόνη την παρέλευση της ημέρας αυτής χωρίς εκπλήρωση της παροχής. Η συμφωνία μπορεί να είναι ρητή ή σιωπηρή. Από το περιεχόμενο της αρκεί και απαιτείται να προκύπτει με βεβαιότητα ακριβώς προσδιορισμένος χρόνος παροχής (Α.Π. 541/2000 Ελλ.Δνη 2000,1655, σχ, Εφ Αθ. 7179/1996 Αρμ. 1997,1322, Εφθες. 2097/1989 Αρμ. 1989,643). Αν οι δηλώσεις των μερών καταλείπουν αμφιβολία για το περιεχόμενό τους, εφαρμόζονται οι ερμηνευτικό κανόνες των άρθρων 173 και 200 Α.Κ. κατά τους οποίους ο δικαστής αναζητεί στις λέξεις και ερμηνεύει τη σύμβαση, όπως απαιτεί η καλή πίστη και τα συναλλακτικά ήθη (Α.Π.969 /2003 Δημ. Τρ. Νομ. Πληρ. «ΝΟΜΟΣ» Α.Π. 282/2003 Ελλ.Δνη 45.475, Α.Π. 142/2003 Ελλ.Δνη 44. 1305). Κατά το άρθρο 164 Α.Κ. ο τύπος,που ο νόμος ορίζει για τη δικαιοπραξία, απαιτείται και για τις τροποποποιήσεις. Τροποποίηση, νοείται η ουσιώδης, που ασκεί έννομη επιρροή στους όρους της δικαιοπραξίας, όχι όμως και εκείνη που καταργεί ολικά ή μερικά την ενέργεια της δικαιοπραξίας ή όρου αυτής (Μπαλής Γεν. Αρχ. Παρ. 57). Κατά δε το άρθρο 165 Α.Κ., εάν τα μέρη επιφυλάχτηκαν να συντάξουν έγγραφο για τη σύμβαση που καταρτίστηκε μεταξύ τους, σε περίπτωση αμφιβολίας, η σύμβαση ισχύει και αν δεν συνταχθεί το έγγραφο. Από τις ως άνω διατάξεις σε συνδυασμό με τις διατάξεις των άρθρων 159 εδ. β` και 361 Α.Κ. σαφώς προκύπτει, ότι αν η κατάρτιση της σύμβασης για διατροφή, η οποία δεν υπόκειται κατά νόμο, σε έγγραφο τύπο, γίνει εγγράφως και συμφωνήθηκε, ότι κάθε τροποποίηση αυτής θα γίνεται εγγράφως αυτοί απέβλειραν στο έγγραφο αυτό, ως απλό αποδεικτικό στοιχείο της σύμβασης διατροφής, που καταρτίστηκε και ότι, με την επιφύλαξη σύνταξης εγγράφου, δεν σκόπευαν στην κατάργηση της σύμβασης που καταρτίστηκε. Επομένως, μπορεί, παρά την αρχική συμφωνία, με νεώτερη συμφωνία -ίοτω και σιωπηρά, να τροποποιηθεί η αρχική σύμβαση, διότι η νεώτερη αυτή συμφωνία καταργεί τη συμφωνία περί της έγγραφης τροποποίησης της αρχικής συμφωνίας (σχ. Μπαλή Γεν. Αρχ. παρ. 55, Τούση Γεν Αρχ. παρ. 87, Ράμμου Ερμ. Α.Κ. αρθρ. 165 αρ. 2, Βαθρακοκοίλη, Αναλυτική Ερμηνεία, Νομολογία Αστ. Κωδ. Αρθρ. 165 Α.Κ.). Κατ` ακολουθία όσων προεκτέθηκαν, το πρωτοβάθμιο δικαστήριο έσφαλε κρίνοντας, ότι μόνη δικαιούχος της απαιτήσεως που πηγάζει από την 15.6.2003 σύμβαση, που επικυρώθηκε από την υπ` αριθμ. 238/2005 απόφαση του Μονομελούς Πρωτοδικείου Αθηνών (διαδικασία εκούσιας δι, καιοδοσίας-συναινετικό διαζύγιο) είναι η ενάγουσα προσωπικά και όχι το ανήλικο τέκνο της, και συνεπώς, απαραδέκτως εισήχθη προς εκδίκαση η αγωγή της κατά την ειδική διαδικασία του άρθρου 681 B΄ Κ.Πολ.Δ., ενώ κατά την κρίση του, έπρεπε να εισαχθεί κατά την τακτική διαδικασία. Γι` αυτό πρέπει να γίνει δεκτός ο πρώτος λόγος έφεσης προκειμένου να εκδικαστεί η ένδικη υπόθεση κατά την ειδική διαδικασία των διαφορών που αφορουν διατροφή και επιμέλεια τέκνων (αρθρ 666 επ. σε συνδ. με το άρθρο 681 Β` Κ.Πολ.Δ.). Ακολούθως έσφαλε το πρωτοβάθμιο δικαστήριο το οποίο απέρριψε την ασκηθείσα από την ενάγουσα αγωγή, υπό την ιδιότητα της ως ασκούσας την επιμέλεια του προσώπου και για λογαριασμό του ανήλικου τέκνου της, κρίνοντας, ότι αυτό (ανήλικο τέκνο), εκπροσωπούμενο από την ίδια, δε νομιμοποιείται ενεργητικά στην προβολή των απαιτήσεων διατροφής του, αλλά μόνη δικαιούχος της απαίτησης αυτής, που πηγάζει από την ως άνω ένδικη σύμβαση, με βάση την οποία συνομολογήθηκε μεταξύ αμφοτέρων των γονέων του ανηλίκου η υποχρέωση συνεισφοράς του εναγομένου στη διατροφή του, είναι η ενάγουσα, η οποία συμβλήθηκε, με τον εναγόμενο και διατηρεί ενοχική αξίωση εναντίον του. Κατά συνέπεια πρέπει να γίνει δεκτός και ο δεύτερος λόγος έφεσης ως προς το κεφάλαιο αυτό. Τα αντίθετα δε υποστηριζόμενα από τον εναγόμενο-εφεσίβλητο απορριπτέα κρίνονται. Στην προκειμένη περίπτωση, από τις ένορκες καταθέσεις των μαρτύρων των διαδίκων στο ακροατήριο του Πρωτοβαθμίου Δικαστηρίου, οι οποίες περιέχονται στα ταυτάριθμα με την εκκαλουμένη πρακτικά συνεδρίασης αυτού, από τις προσκομιζόμενες και επικαλούμενες από τον εναγόμενο-εφεσίβλητο υπ`αριθμ. .... και...../30.10.2009 ένορκες βεβαιώσεις ενώπιον του συμβολαιογράφου Αλέξανδρου Μπουρνόζου, οι οποίες ελήφθησαν μετά από νόμιμη, προ 24 ωρών , κλήτευση της ενάγουσας, και` αρθρ. 671 παρ. 1 Κ.Πολ.Δ. (βλ. την υπ` αριθμ. 5799Γ / 27.10.2009 έκθεση επίδοσης του δικαστικού επιμελητή στο Πρωτοδικείο Πειραιώς.................), και από όλα ανεξαιρέτως τα έγγραφα, που οι διάδικοι προσκομίζουν και επικαλούνται, αποδεικνύονται τα ακόλουθα: Οι διάδικοι σπς 16.10.1993 τέλεσαν στην Πετρούπολη Αττικής νόμιμο θρησκευτικό γάμο από τον οποίο απέκτησαν μια θυγατέρα την ............. ηλικίας κατά το χρόνο άσκησης της αγωγής 10 ετών. Με την υπ` αριθμ. 238/2005 απόφαση του Μονομελούς Πρωτοδικείου Αθηνών, λύθηκε ο γάμος των διαδίκων με συναινετικό διαζύγιο. Με το από 15.6.2003 ιδιωτικό συμφωνητικό, που επικυρώθηκε από την παραπάνω απόφαση, η ενάγουσα ανέλαβε την επιμέλεια του ανηλίκου, προσδιορίστηκε ο τρόπος και ο χρόνος επικοινωνίας και ο εναγόμενος ανέλαβε την υποχρέωση να συνεισφέρει για τη διατροφή του το ποσό των 450,00 ευρώ μηνιαίως για το χρονικό διάστημα από 1.4.2003 έως 31.3.2004 συνομολογώντας ρητό ότι μέχρι την έγγραφη τροποποίηση της εν λόγω συμφωνίας όφειλε να κατα- βάλει ανελλιπώς κάθε μήνα το ποσό που συνομολογήθηκε. Οι υπογράφοντες το ιδιωτικό συμφωνητικό ρύθμισης του ανηλίκου τέκνου σύζυγοι, με την προοπτική της λύσης του γάμου τους με συναινετικό διαζύγιο, ενεργούν ως ασκούντες και οι δύο τη γονική μέριμνα του τέκνου τους, εκπροσωπώντας αυτό και φροντίζοντας για το συμφέρον του. Κατά συνέπεια, κάθε συμφωνία που αφορά το πρόσωπο του ανηλίκου τέκνου υπογράφεται από τους συμβαλλομένους, υπό την ιδιότητα των ασκούντων τη γονική μέριμνα του για λογαριασμό του.

Η επιδίωξη και η διεκδίκηση των απαιτήσεων του ανηλίκου τέκνου, που πηγάζει και βασίζεται στην εν λόγω συμφωνία, γίνεται από εκείνον που ασκεί την επιμέλεια του προσώπου του, κατ` άρθρο 1516 Α.Κ., όπως αυτή προσδιορίστηκε από τη σχετική δικαστική απόφαση. Περαιτέρω η σύμβαση με την οποία συνομολογήθηκε μεταξύ των συμβληθέντων (γονέων) παροχή προς τον τρίτον (το ανήλικο τέκνο) δίνει το δικαίωμα στον τρίτο (τέκνο), κατ` άρθρο 411 Α.Κ. να αποκτήσει της παροχή απευθείας σ` αυτό, αφού σαφώς από το περιεχόμενο της σύμβασης συνάγεται τέτοια θέληση των συμβληθέντων μερών, που συνομολόγησαν την καταβολή διατροφής για την αντιμετώπιση των αναγκών του ανηλίκου τέκνου τους, όπως απαιτεί η καλή πίστη και τα συναλλακτικά ήθη. Συνεπώς, ενεργητικό υποκείμενο της ένδικης διαφοράς είναι το ανήλικο τέκνο, εκπροσωπούμενο από την ενάγουσα, στην οποία ανατέθηκε το δικαίωμα της επιμέλειας του προσώπου του και το οποίο απέκτησε δικαίωμα διατροφής απέναντι και στους δύο γονείς του, οι οποίοι, ενεργώντας για λογαριασμό του, και προς το συμφέρον του, ήλθαν σε υπογραφή της σύμβασης, που προσδιόρισε τη σχετική υποχρέωση τους, χωρίς το περιεχόμενο της να διαφοροποιείται από τη νόμιμη υποχρέωση τους, να ενέχει παραίτηση από τη διατροφή του για το μέλλον και αντίθεση προς το νόμο. Κατά συνέπεια η ενάγουσα νόμιμα ενεργώντας για λογαριασμό του ανηλίκου τέκνου της, ως ασκούσα την επιμέλεια του, διεκδικεί την ικανοποίηση της απαίτησης του, το δε πρωτοβάθμιο δικαστήριο εσφαλμένα έκρινε ότι το ανήλικο τέκνο των διαδίκων, το οποίο εκπροσωπείτο από την ενάγουσα, δε νομιμοποιείται αυτό στην άσκηση της ένδικης αγωγής. Επομένως και ο τρίτος λόγος έφεσης ως προς το ως άνω κεφάλαιο πρέπει να γίνει δεκτός, τα αντίθετα δε υποστηριζόμενα από τον εναγόμενο-εφεσίβλητο απορριπτέα κρίνονται. Το πιο πάνω ανήλικο τέκνο, το οποίο είναι μαθήτρια σε δημόσιο Δημοτικό σχολείο δεν έχει εισοδήματα από περιουσία, ούτε από οποιαδήποτε άλλη πηγή, ενώ δεν μπορεί να εργαστεί λόγω της μικρής του ηλικίας. Έτσι δεν μπορεί να διαθρέιμει τον εαυτό του και δικαιούται να λαμβάνει διατροφή από τους υπόχρεους γονείς της. Ο εναγόμενος εργαζόταν ως ναυτικός σε ναυτική εταιρεία και, ήδη, ως μηχανικός στις αποθηκευτικές Εγκαταστάσεις γάλακτος της εταιρείας ......... Α.Ε. αποσπασμένος στην περιοχή Πατρών και με πάγιες μηνιαίες καθαρές αποδοχές ύψους 2.800 ευρώ τουλάχιστον στις οποίες προστίθενται και τα εκτός έδρας επιδόματα. Φιλοξενείται στην κατοικία της νέας συζύγου του, χωρίς να βαρύνεται με έξοδα στέγασης. Η ενάγουσα εργάζεται στο super market ......... με μηνιαίες αποδοχές 380 ευρώ το μήνα και ήδη το χρονικό διάστημα 2007-2008 είναι άνεργη. Έχει τελέσει δε νέο γάμο. Με βάση τις προαναφερόμενες οικονομικές δυνατότητες των δύο γονέων και τις ανάγκες του ανηλίκου τέκνου οι οποίες είναι ανάλογες με αυτές των παιδιών της ίδιας ηλικίας, όπως αυτές προκύπτουν από τις πιο πάνω συνθήκες της ζωής του, η ανάλογη διατροφή που δικαιούται αυτό για το επίδικο χρονικό διάστημα από 1.4.2004 έως 30.9.3008 έναντι και των δύο γονέων του, η οποία περιλαμβάνει όλα όσα είναι αναγκαία για τη συντήρηση του και επί πλέον τα έξοδα για την ανατροφή και την εν γένει εκπαίδευση του ανέρχεται μηνιαίως σε 600 ευρώ, κατά μέσο όρο. Στο ποσό αυτό συνυπολογίζεται και η προσφορά της προσωπικής εργασίας και απασχόλησης της μητέρας για την περιποίηση και τη φροντίδα του ανηλίκου τέκνου τους, η οποία είναι αποτιμητή σε χρήμα. Από το πιο πάνω ποσό ο εναγόμενος πατέρας, σύμφωνα με τις οικονομικές του δυνατότητες πρέπει να πληρώνει κάθε μήνα 450 ευρώ και κατά την ως άνω συμφωνία τους. Το υπόλοιπο ποσό, που απαιτείται μηνιαίως για τη διατροφή του ανηλίκου, βαρύνει τη μητέρα με την παροχή σε χρήμα από το προαναφερόμενο εισόδημα της καθώς και με την προσφορά των παραπάνω υπηρεσιών. Άλλωστε ο εναγόμενος είναι σε θέση να καταβάλλει το πιο πάνω ποσό χωρίς να διακινδυνεύει η δική του διατροφή καθώς και του ανηλίκου τέκνου του που έχει αποκτήσει από το δεύτερο γάμο του. Αυτός (εναγόμενος) οφείλει να καταβάλει την πρώτη ημέρα κάθε μήνα το ποσό των 450 ευρώ σύμφωνα με την αναληφθείσα υποχρέωση του χωρίς να απαιτείται κάθε φορά προς τούτο να οχληθεί. Πράγματι κατέβαλε το ως άνω ποσό για ένα (1) έτος δηλαδή από 1.3.2003 έως 31.3.2004. Εν τω μεταξύ δεν μεσολάβησε νεότερη γραπτή συμφωνία, όπως προβλεπόταν από το 15.6.2003 ιδιωτικό συμφωνητικό, όμως, σύμφωνα με όσο προαναφέρθηκαν στη νομική σκέψη καταργήθηκε με αυτόν τον τρόπο σιωπηρά η ανωτέρω συμφωνία μεταξύ των διαδίκων και ο εναγόμενος, έκτοτε, ήταν υποχρεωμένος να καταβάλλει ανελλιπώς κάθε μήνα το συμφωνηθέν ποσό και ειδικότερα για το χρονικό διάστημα από 1.4.2004 έως 30.9.2008 δηλαδή επί 53 μήνες και συνολικά το ποσό των (53 Χ 450,00)= 23.850,00 ευρώ. Έναντι των παραπάνω οφειλών του, αναγνωρίζοντας τη συνομολογηθείσα οφειλή του κατέβαλε τα ακόλουθα ποσά: 1. την 18.4.2006 ευρώ 200,00, 2. την 10.7.2006 ευρώ 200,00, 3. την 6.9.2006 ευρώ 200,00, 4. την 9.10.2006 ευρώ 200,00, 5. την 9.1.2007 ευρώ 200,00, 6. την 14.2.2007 ευρώ 400,00, 7. την 20.3.2007 ευρώ 200,00, 8. την 24.5.2007 ευρώ 200,00, 9. την 19.6.2007 ευρώ 200,00, 10. την 16.7.2007 ευρώ 200,00, 11. την 14.8.2007 ευρώ 200,00, 12. την 15.10.2007 ευρώ 200,00, 13. την 9.1.2008 ευρώ 400,00, 14. την 19.2.2008 ευρώ 200,00, 15. την 17.3.2008 ευρώ 200,00 και συνολικά 3.400 ευρώ, αρνούμενος να καταβάλει το απομένον υπόλοιπο από (23.850,00- 3.400,00=) 20.450,00. Η εν λόγω απαίτηση διατροφής δεν αναφέρεται στο παρελθόν, όπως προαναφέρθηκε, αλλά είναι απαιτητή από τη στιγμή που συνομολογήθηκε με την υπογραφή της συμβάσεως μεταξύ των γονέων του ανήλικου τέκνου τους. Εκτοτε ο υπόχρεος γονέας-εναγόμενος, κατέστη υπερήμερος περί την καταβολή της μελλοντικά συνομολογηθείσας να καταβάλλεται διατροφής και αποδείχθηκε ασυνεπής προς την υποχρέωση του καταβολής διατροφή ανά μήνα. Στη συνέχεια, αποδείχθηκε, ότι η γιαγιά από την πατρική γραμμή η οποία διέμενε στην ίδια γειτονιά με την ενάγουσα, δεδομένου ότι ο εναγόμενος ήταν ναυτικός και απουσίαζε επί μακρόν από την Ελλάδα, μέχρι το Δεκέμβριο του έτους 2008 είχε αναλάβει κατ` αποκλειστικότητα την καθημερινή φροντίδα και ανατροφή της ανήλικης ..............., στην οποία αυτός (εναγόμενος) κατέβαλε το ποσό των 250 ευρώ το μήνα, προκειμένου να καλύπτεται το κόστος των καθημερινών αναγκών του ανηλίκου τέκνου (βλ. κατάθεση μάρτυρος ανταποδείξεως σε συνδυασμό με καταθέσεις μαρτύρων στις ένορκες βεβαιώσεις). Τα ανωτέρω δεν αναιρούνται από την κατάθεση του μάρτυρα αποδείξεως ο οποίος καταθέτει γενικά «το παιδί διέμενε σπίτι μας». Κατά το υπόλοιπο ποσό της ως άνω συμφωνηθείσας διατροφής δηλαδή το ποσό των 200,00 ευρώ μηνιαίως πέραν του συνολικού ποσού των 3.400,00 ευρώ που συνομολογείται ότι κατέβαλε το επίδικο χρονικό διάστημα, κατά τους ισχυρισμούς του το κατέβαλε στην ενάγουσα προς ενίσχυση της. Ο ισχυρισμός του όμως αυτός δεν αποδείχθηκε από κάποιο αποδεικτικό μέσο και μάλιστα με την προσκομιδή εγγράφων εξοφλητικών αποδείξεων. Κατόπιν, όλων αυτών, πρέπει να γίνει δεκτή, κατά ένα μέρος η ένσταση εξόφλησης της οφειλόμενης διατροφής για το χρονικό διάστημα από 1.4.2004 έως 30.9.2008 σύμφωνα με τους όρους του συμφωνητικού, όπως τροποποιήθηκε μετά από προφορική συμφωνία μεταξύ των διαδίκων, η οποία (ένσταση) παραδεκτά προβλήθηκε στο πρωτοβάθμιο δικαστήριο και να υποχρεωθεί ο εναγόμενος να καταβάλει στην ενάγουσα το ποσό των 10.600,00 ευρώ (53 μήνες Χ 200,00) - 3.400,00 ευρώ= 7.200,00 ευρώ, με το νόμιμο τόκο από την καθυστέρηση κάθε μηνιαίας παροχής και μέχρι την εξόφληση. Επομένως πρέπει να γίνει δεκτή η έφεση ως κατ` ουσίαν βάσιμη, να εξαφανιστεί η εκκαλουμένη και να κρατηθεί η υπόθεση για την κατ` ουσίαν εκδίκαση της αγωγής (άρθρο 535 παρ. 1 Κ.Πολ.Δ.) για το αντικείμενο της οποίας καταβλήθηκε το απαιτούμενο τέλος δικαστικού ενσήμου με τις πρόσθετες επιβαρύνσεις υπέρ τρίτων (βλ. 225040, 226045, 67173 αγωγόσημα με τα επικολληθέντα ένσημα Τ.Π.Δ.Α και 624619 Σειρά Α` Τ.Ν.) και είναι νόμιμη, στηριζόμενη στις διατάξεις των άρθρων 1475, 1484, 1485, 1486, 1489, 1493, 1496, 1498, 1515 παρ. 1 Α.Κ., όπως δε συνομολογείται ο εναγόμενος έχει προκαταβάλει τα έξοδα της δίκης (αρθρ. 173 παρ. 4 Κ.Πολ.Δ). Και σύμφωνα με τα προαναφερόμενα, πρέπει να γίνει εν μέρει δεκτή η αγωγή ως βάσιμη και από ουσιαστική άποψη και να υποχρεωθεί ο εναγόμενος να καταβάλει στην ενάγουσα ως ασκούσα την επιμέλεια του ανήλικου τέκνου της και για λογαριασμό του για διατροφή αυτού το ποσό των 7.200,00 ευρώ, με το νόμιμο τόκο από τότε που κάθε επιμέρους ποσό έγινε απαιτητό και μέχρι την εξόφληση. Τα δικαστικά έξοδα και για τους δύο βαθμούς δικαιοδοσίας, πέραν των προκαταβληθέντων, πρέπει να επιβληθούν μερικώς εις βάρος του εναγομένου και να συμψηφιστούν κατά το υπόλοιπο μέρος, ανάλογα με τη μερική νίκη και ήττα των διαδίκων (άρθρο 178 παρ. 1 και 183 Κ.Πολ.Δ), κατά μερική παραδοχή συναφούς αιτήματος της αντιδίκου του (αρθρ. 106 Κ.Πολ.Δ.).

ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ: Δικάζει κατ` αντιμωλία των διαδίκων. Δέχεται τυπικό και κατ` ουσίαν την έφεση. Εξαφανίζει την εκκαλουμένη υπ` αριθμ. 1657/2009 οριστική απόφαση του Μονομελούς Πρωτοδικείου Αθηνών. Κρατεί την υπόθεση και τη δικάζει κατ` ουσία. Δέχεται εν μέρει την από 5.3.2009 αγωγή. Υποχρεώνει τον εναγόμενο να καταβάλει στην ενάγουσα, ως ασκούσα την επιμέλεια και για λογαριασμό του ανηλίκου τέκνου ............, για διατροφή αυτού το ποσό των επτά χιλιάδων διακοσίων (7.200) Ευρώ, με το νόμιμο τόκο από τότε που κάθε επιμέρους ποσό έγινε απαιτητό και μέχρι την εξόφληση. Και Καταδικάζει τον εναγόμενο σε ένα μέρος από τα δικαστικά έξοδα της ενάγουσας και για τους δύο βαθμούς δικαιοδοσίας, το οποίο ορίζει στο ποσό των επτακοσίων (700) Ευρώ, από το οποίο θα αφαιρεθεί το ποσό που ήδη έχει προκαταβληθεί και συμψηφίζει τα υπόλοιπα.

πηγή: http://lawdb.intrasoftnet.com/nomos

Δικηγορικό Γραφείο "Δημήτριος Χ. Καραγιάννης", Θεσσαλονίκη - Αθήνα

Επικοινωνία

Θεσσαλονίκη

Πολυτεχνείου 21 (6ος Όροφος), 54626

2310525720

Αθήνα

Σολωμού 58 και Πατησίων (6ος Όροφος), 10682

2103810723

Για να σας παρέχουμε την καλύτερη online εμπειρία, χρησιμοποιούμε cookies.