Διαζύγιο. Συναινετικό διαζύγιο. Επιμέλεια και διατροφή ανήλικου τέκνου. Την αξίωση διατροφής του ανήλικου τέκνου κατά του γονέα που δεν έχει την επιμέλειά του ασκεί για λογαριασμό του τέκνου ο γονέας που έχει την επιμέλεια (Εφετείο Θεσσαλονίκης, αριθμός απόφασης 330/2000).
Περίληψη: Επιμέλεια ανήλικου τέκνου. Η συμφωνία των γονέων για την επιμέλεια του τέκνου, που επικυρώνεται με απόφαση συναινετικού διαζυγίου, εξακολουθεί να ισχύει μέχρι να εκδοθεί δικαστική απόφαση για την επιμέλεια κατά την αμφισβητούμενη δικαιοδοσία. Νεότερη σχετική συμφωνία των γονέων από εκείνη που επικυρώθηκε με την απόφαση του συναινετικού διαζυγίου δεν αρκεί, αλλά απαιτείται απόφαση κατά την αμφισβητούμενη διαδικασία. Διατροφή ανήλικου τέκνου. Την αξίωση διατροφής του ανήλικου τέκνου κατά του γονέα που δεν έχει την επιμέλειά του ασκεί για λογαριασμό του τέκνου ο γονέας που έχει την επιμέλεια. Οι γονείς έχουν το δικαίωμα να ορίσουν τον τρόπο και τα χρονικά διαστήματα που θα προκαταβάλλεται η διατροφή, πλην όμως η συμφωνία των γονέων δεν μπορεί να περιορίζει τη διατροφή κάτω από το οφειλόμενο κατά το νόμο μέτρο. Τρόπος προσδιορισμού του οφειλόμενου μέτρου διατροφής. Μεταρρύθμιση δικαστικής απόφασης για διατροφή. Περιπτωσιολογία, προϋποθέσεις, νομικές βάσεις, στοιχεία σχετικής αγωγής.
[...] Επειδή, σύμφωνα με το άρθρο 1441 παρ. 3 του ΑΚ, αν υπάρχουν ανήλικα τέκνα, για να εκδοθεί συναινετικό διαζύγιο πρέπει να προσκομίζεται έγγραφη συμφωνία των συζύγων, που να ρυθμίζει την επιμέλεια των τέκνων και την επικοινωνία με αυτά. Η συμφωνία επικυρώνεται από το δικαστήριο και ισχύει ώσπου να εκδοθεί απόφαση για το θέμα αυτό, σύμφωνα με το άρθρο 1513. Από την παραπάνω διάταξη συνάγεται ότι η συμφωνία των γονέων ανήλικου τέκνου, που ρυθμίζει την επιμέλειά του και την επικοινωνία με αυτό, η οποία επικυρώνεται από το δικαστήριο που εκδίδει το συναινετικό διαζύγιο, αποτελώντας προϋπόθεση για την έκδοσή του, έχει μόνο προσωρινό χαρακτήρα, πλην όμως η ισχύς της εξακολουθεί εωσότου εκδοθεί απόφαση του δικαστηρίου κατά την αμφισβητούμενη δικαιοδοσία, που να ρυθμίζει είτε μόνο την επιμέλεια είτε την άσκηση γενικά της γονικής μέριμνας, περιεχόμενο της οποίας είναι και η επιμέλεια του προσώπου του ανήλικου τέκνου των διαζευγμένων γονέων, κατά τα οριζόμενα στο άρθρο 1513 του ΑΚ. Οι διαζευγμένοι γονείς του ανήλικου τέκνου και μετά το συναινετικό διαζύγιο είναι ενδεχόμενο να εφαρμόζουν τη συμφωνημένη ρύθμιση της επιμέλειας του τέκνου τους και της επικοινωνίας του με αυτό, που επικυρώθηκε από το δικαστήριο που εξέδωσε το συναινετικό διαζύγιο, οπότε δεν είναι ανάγκη να καταφύγουν στο δικαστήριο, για να εκδοθεί σχετική με το θέμα αυτό απόφαση, κατά την αμφισβητούμενη δικαιοδοσία. Αν όμως οι γονείς του ανήλικου τέκνου επιθυμούν διαφορετική ρύθμιση της επιμέλειας του τέκνου ή της επικοινωνίας με αυτό, μετά το διαζύγιο, οφείλουν να καταφύγουν στο δικαστήριο, προκειμένου να ρυθμιστεί το σχετικό θέμα δικαστικά, με τη διαδικασία που προβλέπει το άρθρο 681Β' του ΚΠολΔ, σύμφωνα με το άρθρο 1513 του ΑΚ. 'Αλλη νεότερη συμφωνία των διαζευγμένων γονέων, τροποποιητική εκείνης που επικυρώθηκε από το δικαστήριο, κατά την έκδοση του συναινετικού διαζυγίου δεν αρκεί (βλ. Ξένη Σκορίνη - Παπαρηγοπούλου, στον ΑΚ Γεωργιάδη-Σταθοπούλου (άρθρο 1441 αριθ. 59)). Εξάλλου, σύμφωνα με το άρθρο 1516 παρ. 2 του ΑΚ στις περιπτώσεις διαζυγίου των γονέων, τις αξιώσεις διατροφής που έχει το (ανήλικο) τέκνο κατά του γονέα, ο οποίος δεν έχει την επιμέλεια του προσώπου του, μπορεί να τις ασκεί αυτός που έχει την επιμέλεια. Συνεπώς, σε περίπτωση που με συμφωνία των γονέων του ανήλικου τέκνου, η οποία επικυρώθηκε από το δικαστήριο που εξέδωσε συναινετικό διαζύγιό τους, ανατέθηκε στον ένα από αυτούς η επιμέλεια του προσώπου του ανήλικου τέκνου, αυτός έχει την εξουσία να ασκεί, ως εκπρόσωπος του τέκνου, αγωγή διατροφής του τελευταίου κατά του άλλου γονέα και να διεξαγάγει για λογαριασμό του τέκνου τη σχετική δίκη, εφόσον δεν επακολούθησε μεταγενέστερη απόφαση του δικαστηρίου κατά την αμφισβητούμενη δικαιοδοσία με την οποία να του αφαιρέθηκε η επιμέλεια του προσώπου του τέκνου, έστω και εάν μεσολάβησε νεότερη, διαφορετική από εκείνη που επικυρώθηκε κατά την έκδοση του συναινετικού διαζυγίου, συμφωνία των δύο γονέων για το θέμα αυτό. Στην προκείμενη περίπτωση, η αγωγή για την οποία εκδόθηκε η εκκαλούμενη απόφαση ασκήθηκε από τη Θ. Ρ., ως εκπρόσωπο του ανηλίκου τέκνου της Σ. Με αυτήν εκτίθεται ότι το εν λόγω τέκνο γεννήθηκε από το γάμο της μητέρας του με τον εναγόμενο, που λύθηκε αμετάκλητα με συναινετικό διαζύγιο, βάσει της 12.322/1997 απόφασης του Μονομελούς Πρωτοδικείου Θεσσαλονίκης, με την οποία επικυρώθηκε και σχετική έγγραφη από 26.9.1996 συμφωνία των γονέων του ανηλίκου, με την οποία ανατέθηκε η επιμέλεια του προσώπου του στη μητέρα του. Ακολούθως, με την επίκληση ότι το εν λόγω ανήλικο τέκνο, που διαμένει με τους γονείς της μητέρας του, δεν έχει εισοδήματα από περιουσία ή οποιουσδήποτε άλλους πόρους και δεν εργάζεται, λόγω της ηλικίας του, ζητείται με την αγωγή αυτή να υποχρεωθεί ο εναγόμενος (ήδη εκκαλών), πατέρας του, να καταβάλλει χρηματική διατροφή, για το εν λόγω ανήλικο τέκνο του, δραχμών 200.000 το μήνα, ανάλογη με τις ανάγκες του, όπως αυτές προκύπτουν από τις συνθήκες τις ζωής του και αναγκαία για την κάλυψη των αναγκών συντηρήσεως, ανατροφής και εκπαίδευσής του, επί μία διετία από την επίδοση της αγωγής, με τους νόμιμους τόκους από την καθυστέρηση κάθε μηνιαίας δόσης έως την εξόφλησή της. Την αγωγή αυτή, η οποία είναι νόμιμη (άρθρα 1485, 1486 παρ. 2, 1489, 1492, 1493, 1497 εδ. β' και 1498 του ΑΚ) νομιμοποιείται, σύμφωνα με το άρθρο 1516 παρ. 2 του ΑΚ, να την ασκήσει η μητέρα του δικαιούχου ανήλικου τέκνου, η οποία έχει την επιμέλειά του, βάσει της έγγραφης συμφωνίας των γονέων του, που επικυρώθηκε κατά την έκδοση του συναινετικού διαζυγίου από το δικαστήριο, εφόσον, όπως συνομολογεί και ο εναγόμενος με την έφεσή του, δεν επακολούθησε διαφορετική ρύθμιση, ως προς την επιμέλεια του τέκνου, με δικαστική απόφαση, έστω και αν μεσολάβησε, μεταγενέστερη από την έκδοση του διαζυγίου, νεότερη συμφωνία των διαδίκων, με την οποία η επιμέλεια του τέκνου, όπως επικαλούνται οι διάδικοι, ανατέθηκε στον πατέρα του, αφού με μόνη τη νεότερη αυτή συμφωνία δεν έπαψε η ισχύς της αρχικής συμφωνίας που είχε επικυρωθεί από το δικαστήριο και έτσι η μητέρα του ανηλίκου δεν έπαψε να διατηρεί την επιμέλεια για το πρόσωπό του, και τούτο ανεξαρτήτως από το επικαλούμενο με την αγωγή γεγονός ότι ο εναγόμενος, παρά τις διαβεβαιώσεις του, ενόψει των οποίων καταρτίσθηκε η νεότερη συμφωνία, δεν παρέλαβε στην κατοικία του το ανήλικο τέκνο, να διαμένει μαζί του, αλλά το παρέδωσε στους γονείς της μητέρας του τέκνου, με τους οποίους αυτό διαμένει. Συνεπώς, οι υπό στοιχείο Β1 και Β2 λόγοι της έφεσης, με τους οποίους ο εκκαλών εναγόμενος ισχυρίζεται ότι η μητέρα του ανήλικου τέκνου του δεν έχει την επιμέλεια για το πρόσωπό του και για το λόγο αυτό δεν νομιμοποιείται στην άσκηση της ένδικης αγωγής διατροφής του τέκνου, ως εκπρόσωπός του και για λογαριασμό του, είναι απορριπτέοι, ως αβάσιμοι.
Επειδή οι διατάξεις των άρθρων 1486 επ. του ΑΚ, που ρυθμίζουν την υποχρέωση διατροφής μεταξύ ανιόντων και κατιόντων, οι οποίες αποτελούν κανόνες αναγκαστικού δικαίου, δεν αποκλείουν να ρυθμιστεί η διατροφή με σύμβαση μεταξύ των ενδιαφερομένων ή να καταρτισθεί μεταξύ αυτών συμβιβασμός για τη διατροφή. Η εγκυρότητα όμως της σχετικής συμφωνίας τελεί υπό την προϋπόθεση ότι αυτή δεν εμπεριέχει ολική ή μερική παραίτηση από την δικαιούμενη ανάλογη διατροφή για το μέλλον, αφού, σύμφωνα με τη διάταξη του άρθρου 1499 εδ. α' του ΑΚ, παραίτηση από τη διατροφή για το μέλλον δεν ισχύει. Συνεπώς, εφόσον το ποσό διατροφής που συμφωνείται για μελλοντική περίοδο υπολείπεται της κατά νόμον ανάλογης διατροφής, η σχετική συμφωνία, ως άκυρη, δεν δεσμεύει τον δικαιούχο, ο οποίος μπορεί ν' αξιώσει ολόκληρο το ποσό της κατά νόμον οφειλόμενης ανάλογης διατροφής από τον υπόχρεο (ΑΠ 1127/1986 ΝοΒ 35.894, ΑΠ 1346/1980 ΝοΒ 29.673, ΕΕΝ 48.362, ΕφΑθ 1921/1995 ΕλλΔνη 36.1553, ΕφΑθ 1021/ 1990 ΝοΒ 38.829, ΕφΘεσ 1655/1990 Αρμ 1991. 560). Ειδικά, ως προς τη διατροφή την οφειλόμενη σε ανήλικο τέκνο από τους γονείς του, προβλέπεται μεν στο άρθρο 1497 του ΑΚ ότι οι γονείς έχουν δικαίωμα να ορίσουν τον τρόπο και τα χρονικά διαστήματα που θα προκαταβάλλεται η διατροφή (και ότι, αν το ζητήσει το τέκνο, το δικαστήριο μπορεί ν' αποφασίσει διαφορετικά, εφόσον συντρέχουν ιδιαίτεροι λόγοι), πλην όμως η συμφωνία των γονέων δεν μπορεί να περιορίζει τη διατροφή κάτω από το κατά το νόμον (άρθρο 1493 του ΑΚ) οφειλόμενο μέτρο. 'Ετσι, εάν οι γονείς συμφωνήσουν να καταβάλλουν ορισμένο χρηματικό ποσό ως διατροφή, κατά μήνα, για χρονική περίοδο στο μέλλον, εφόσον το ποσό αυτό υπολείπεται από εκείνο που προσδιορίζεται με βάση τις ανάγκες του τέκνου, όπως αυτές προκύπτουν από τις συνθήκες της ζωής του και στο οποίο περιλαμβάνονται όλα όσα είναι αναγκαία για τη συντήρηση του τέκνου και επιπλέον τα έξοδα για την ανατροφή, καθώς και την επαγγελματική και την εν γένει εκπαίδευσή του, η σχετική συμφωνία τους δεν δεσμεύει το ανήλικο τέκνο, το οποίο μπορεί (διά του εκπροσώπου του) να αξιώσει την καταβολή ολόκληρου του ποσού της οφειλόμενης κατά νόμον ανάλογης διατροφής (βλ. ΑΠ 114/1991 ΝοΒ 40.721, ΕφΘεσ 873/1989 ΕλλΔνη 30.1016). Εξάλλου, σύμφωνα με τις διατάξεις των άρθρων 1394 του ΑΚ και 334 του ΚΠολΔ, υπάρχει δυνατότητα να ζητηθεί η μεταρρύθμιση τελεσίδικης απόφασης που προσδιορίζει διατροφή, οφειλόμενη από το νόμο, εάν μεταβληθούν οι όροι της διατροφής, εάν δηλαδή επακολούθησαν νέα γεγονότα, που συνιστούν ουσιαστική μεταβολή των συνθηκών, στις οποίες βασίστηκε η απόφαση, για τον προσδιορισμό του ύψους της διατροφής και που, εξαιτίας του χρόνου που συντελέσθηκαν, δεν μπορούσαν να προταθούν παραδεκτώς και να ληφθούν υπόψη από το δικαστήριο (ολ.ΑΠ 2/1994 ΕλλΔνη 35.1994). Η μεταρρύθμιση μπορεί να ζητηθεί, εφόσον η διατροφή καθορίστηκε με δικαστική απόφαση. Και ναι μεν υποστηρίζεται ότι οι εν λόγω διατάξεις πρέπει να εφαρμόζονται αναλογικά και σε περίπτωση που το ποσό της διατροφής ορίστηκε με συμφωνία των ενδιαφερομένων, εφόσον η συμφωνία δεν μεταβάλλει το χαρακτήρα της διατροφής, ως οφειλόμενης από το νόμο (πρβλ. Ε. Κουνουγέρη-Μανωλεδάκη, Οικογενειακό Δίκαιο ΙΙ, σελ. 150, Στ. Ατσαλάκης, Ερμ. ΑΚ, Εισαγ. άρθρ. 1476-1492, αριθμ. 46 και άρθρο 1485 αριθμ. 6 και 8, ΕφΑθ 10372/1986 ΝοΒ 35.555), πλην όμως, εάν τη μεταβολή επικαλείται ο υπόχρεος σε διατροφή, προκειμένου να ζητήσει μείωση του ποσού της διατροφής που συμφωνήθηκε, νομικό υπόβαθρο του αιτήματος αναπροσαρμογής (μείωσης) της διατροφής, λόγω της μεταβολής των συνθηκών, αποτελεί η διάταξη του άρθρου 288 του ΑΚ και δεν υφίσταται ανάγκη προσφυγής στις παραπάνω διατάξεις, ενώ εάν ζητεί από το δικαστήριο την αύξηση του ποσού της διατροφής που συμφωνήθηκε με την επικαλούμενη από αυτόν συμφωνία, ο δικαιούχος της διατροφής, ισχυριζόμενος ότι το ποσό που συμφωνήθηκε είναι κατώτερο από την οφειλόμενη κατά το νόμο σ' αυτόν ανάλογη διατροφή, την ανταποκρινόμενη στις παρατιθέμενες απ' αυτόν ανάγκες του, όπως αυτές προκύπτουν από τις συνθήκες της ζωής του, υποβάλλει στην πραγματικότητα αξίωση επιδίκασης της οφειλόμενης διατροφής, επικαλούμενος εκ του πράγματος ακυρότητα της συμφωνίας για καταβολή μικρότερου ποσού, που θεωρείται για το λόγο αυτό σαν να μην έχει γίνει και συνεπώς δεν είναι νοητή η μεταρρύθμισή της. Δεδομένου δε ότι η ακυρότητα ανακύπτει από μόνη τη μη ανταπόκριση της συμφωνημένης για το μέλλον διατροφής προς την οφειλόμενη βάσει των αναγκών του δικαιούχου, όπως αυτές προκύπτουν από τις συνθήκες της ζωής του, παρέπεται ότι, για να είναι ορισμένη η σχετική αγωγή, δεν απαιτείται, πέραν των αναγκών και των συνθήκων αυτών, στοιχείο των οποίων συνιστούν και οι δυνάμεις του υποχρέου, να εκτίθενται σ' αυτήν τα προσδιοριστικά αυτών γεγονότα που είχαν ληφθεί υπόψη κατά την κατάρτιση της συμφωνίας και η μεταβολή που επήλθε σ' αυτά.
Διαφορετικό είναι το ζήτημα, όταν ζητείται η μεταρρύθμιση τελεσίδικης απόφασης, η οποία δημιουργεί δεδικασμένο, έστω και εάν είναι ουσιαστικά εσφαλμένη, εάν δηλαδή έλαβε υπόψη και εξετίμησε εσφαλμένα τα θεμελιωτικά της αξίωσης διατροφής και του προσδιορισμού του ύψους της γεγονότα, οπότε δεν αρκεί μόνη η επίκληση της μη ανταπόκρισης του ποσού της διατροφής που επιδικάστηκε προς την οφειλόμενη κατά νόμο ανάλογη διατροφή, αλλά είναι αναγκαίο να παρατίθενται και τα νέα γεγονότα, που δεν μπορούσαν να ληφθούν υπόψη από το δικαστήριο, για τον προσδιορισμό του ύψους της διατροφής και δικαιολογούν την ανατροπή του δεδικασμένου της απόφασης (ΕφΑθ 1021/1995 ΝοΒ 38.829). Στην προκείμενη περίπτωση, με τον υπό στοιχείο Β3 λόγο της έφεσης, ο εκκαλών-εναγόμενος διατείνεται ότι έπρεπε ν' απορριφθεί ως αόριστη, αλλά και νομικά αβάσιμη, η αγωγή, διότι, ενώ σ' αυτήν αναφέρεται ότι με τη συμφωνία των γονέων του ενάγοντος ανήλικου τέκνου, με την οποία είχε ρυθμιστεί και η επιμέλεια του προσώπου του, ρύθμιση που επικυρώθηκε με την απόφαση του συναινετικού διαζυγίου, ορίστηκε το ποσό της οφειλόμενης από αυτόν (τον εναγόμενο-εκκαλούντα) διατροφής για το εν λόγω ανήλικο τέκνο, στο ποσό των 35.000 δραχμών το μήνα, δεν εκτίθεται περαιτέρω ότι επήλθε ουσιώδης μεταβολή των συνθηκών, βάσει των οποίων συμφωνήθηκε το ύψος αυτό της διατροφής, ούτε ότι επακολούθησε με οποιονδήποτε τρόπο κατάργηση της συμφωνίας αυτής, ώστε να δικαιολογείται η επιδίκαση του αιτούμενη μεγαλύτερου ποσού διατροφής. Σύμφωνα με όσα προαναφέρθηκαν, ο λόγος αυτός της έφεσης είναι απορριπτέος, ως αβάσιμος, εφόσον στην αγωγή λεπτομερώς εκτίθενται οι ανάγκες του ανήλικου τέκνου και οι συνθήκες της ζωής του, από τις οποίες αυτές ανακύπτουν, βάσει των οποίων η κατά την αγωγή οφειλόμενη ανάλογη διατροφή στο τέκνο, ενόψει και των επίσης παρατιθέμενων δυνάμεων του υπόχρεου πατέρα του, ανέρχεται στο αιτούμενο ποσό. Η παράθεση αυτή εξυπονοεί εκ του πράγματος ακυρότητα της συμφωνίας που είχε καθορίσει μικρότερο από την ανάλογη διατροφή ποσό για τη μεταγενέστερη από αυτήν ένδικη περίοδο και συνεπώς είναι επαρκής και δεν ήταν αναγκαίο, για το ορισμένο και το νόμιμο της αγωγής, να παρατίθενται και οι συνθήκες στις οποίες είχε στηριχθεί η κατάρτιση της επικαλούμενης συμφωνίας και η μεταβολή που επήλθε στις συνθήκες αυτές. 'Αλλωστε, η επικαλούμενη συμφωνία καταρτίσθηκε μεταξύ των γονέων του δικαιούχου ανήλικου τέκνου και όχι μεταξύ του υποχρέου εκκαλούντος εναγομένου πατέρα του και της μητέρας του τέκνου, ως εκπροσώπου του, εφόσον η σύναψή της έγινε πριν από την επικύρωση της συμφωνίας για την επιμέλεια του προσώπου του ανηλίκου από το δικαστήριο και συνεπώς, εφόσον αναφέρεται στο ύψος της οφειλόμενης διατροφής και μάλιστα για μελλοντική περίοδο και όχι απλώς στον τρόπο και τα χρονικά διαστήματα προκαταβολής της, δεν δεσμεύει το ανήλικο τέκνο, ώστε να αποκλείει την άσκηση από αυτό αγωγής κατά του υποχρέου πατέρα του, με αίτημα την επιδίκαση της ανάλογης κατά νόμο διατροφής, ανώτερης από το ποσό που είχε συμφωνηθεί από τους γονείς του (βλ. ΕφΘεσ 873/1989 ΕλλΔνη 30.2016) και τούτο, ανεξάρτητα από το γεγονός ότι, όπως αποδεικνύεται από την εν λόγω έγγραφη συμφωνία, αντίγραφο της οποίας επικαλούνται και προσκομίζουν οι διάδικοι, η διάρκεια καταβολής του συμφωνημένου με αυτήν ποσού είχε ορισθεί μόνο για ένα έτος από την κατάρτιση της συμφωνίας, που συμπληρώθηκε πριν από την άσκηση της αγωγής και την έναρξη της ένδικης από την επίδοση της τελευταίας περίοδο για την οποία ζητείται με αυτήν επιδίκαση του αιτούμενου ποσού διατροφής.
Επειδή, από την κατάθεση της μάρτυρος που εξετάσθηκε νόμιμα στο ακροατήριο του πρωτοβάθμιου δικαστηρίου, η οποία περιέχεται στα ταυτάριθμα με την εκκαλούμενη απόφαση πρακτικά, αντίγραφο των οποίων επικαλούνται και προσκομίζουν οι διάδικοι, και από όλα τα έγγραφα που επικαλούνται και νόμιμα προσκομίζουν οι διάδικοι, αποδεικνύονται τα ακόλουθα πραγματικά περιστατικά: Ο εκκαλών, από το γάμο του με την Θ. Γ. απέκτησε ένα τέκνο, τον Σ., που γεννήθηκε στις 17.8.1989. Μετά τη λύση του γάμου των γονέων του, με την 12322/1997 απόφαση του Μονομελούς Πρωτοδικείου Θεσσαλονίκης (συναινετικό διαζύγιο), την επιμέλεια του εν λόγω ανηλίκου ανέλαβε η μητέρα του, βάσει του από 26.9.1996 ιδιωτικού συμφωνητικού, που επικυρώθηκε με την παραπάνω απόφαση. 'Ετσι, νόμιμα το εν λόγω ανήλικο τέκνο εκπροσωπείται στην προκείμενη δίκη από τη μητέρα του (άρθρο 1516), εφόσον δεν επακολούθησε νεότερη, με δικαστική απόφαση, ρύθμιση του ζητήματος της επιμέλειας του προσώπου του. Από τον Ιούλιο του 1998 αυτό διαμένει με τους γονείς της μητέρας του, αφού ο εκκαλών δεν τήρησε τις υποσχέσεις προς τη μητέρα του, ότι θα ελάμβανε τον ανήλικο υιό του κοντά του, να διαμένει μαζί με αυτόν. Ο ανήλικος αυτός υιός του εκκαλούντος είναι ήδη μαθητής της πέμπτης τάξης δημόσιου δημοτικού σχολείου. Παράλληλα, παρακολουθεί μαθήματα Αγγλικής γλώσσας σε ιδιωτικό φροντιστήριο, με ετήσια δίδακτρα 60.000 δραχμών για το έτος 1998-1999 και 89.000 για το έτος 1999-2000. Είναι ασφαλισμένος για ιατροφαρμακευτική περίθαλψη στην ασφαλιστική εταιρία Express Service, επιβαρυνόμενος με ασφάλιστρα 67.584 δραχμών ανά εξάμηνο. Δεν επιβαρύνεται με δαπάνες στέγασης, διαμένοντας, χωρίς αντάλλαγμα, στην οικία των γονέων της μητέρας του. Οι λοιπές δαπάνες συντήρησης, ανατροφής και εκπαίδευσής του είναι οι συνήθεις δαπάνες ανηλίκων τέκνων της ηλικίας του. Αυτός δεν διαθέτει περιουσία και εισοδήματα από οποιαδήποτε πηγή και λόγω της ηλικίας του δεν εργάζεται, ούτε μπορεί να εργασθεί. 'Ετσι, αυτός έχει αξίωση διατροφής από τον πατέρα του, κατά την επίδικη διετία από την επίδοση της αγωγής και εφεξής. Εξάλλου, από τα παραπάνω αποδεικτικά στοιχεία αποδείχθηκε ότι ο εκκαλών πατέρας του ανηλίκου αναλαμβάνει εργολαβικώς, από διαφημιστικές εταιρίες, την τοποθέτηση γιγαντοαφισών σε ειδικά για το σκοπό αυτό διαμορφωμένους χώρους. Την εργασία αυτήν εκτελεί απασχολώντας συνεργείο. Διαθέτει επίσης για την εκτέλεση της εργασίας αυτής αυτοκίνητο δικής του ιδιοκτησίας, φορτηγό τύπου Volkswagen, 1600 κυβ. εκ. Τα καθαρά μηνιαία εισοδήματά του από την εργασία αυτήν ανέρχονται σε 600.000 δραχμές κατά μέσον όρο το μήνα. Ειδικότερα, με τη φορολογική του δήλωση του έτους 1997 (οικ. έτους 1996) αυτός δήλωσε στην αρμόδια ΔΟΥ καθαρό ετήσιο εισόδημα 7.495.229 δραχμών, με τη φορολογική δήλωση του έτους 1998 (οικ. έτους 1997) δήλωσε ετήσιο καθαρό εισόδημα 5.047.422 δραχμών, ενώ με τη φορολογική του δήλωση του έτους 1999 (οικ. έτους 1998) δήλωσε ετήσιο καθαρό εισόδημα 3.435.955 δραχμές. Οι φορολογικές όμως δηλώσεις αυτές δεν έχουν ακόμη ελεγχθεί, ενώ το γεγονός ότι αυτός στις 18.11.1999 προέβη στην αγορά καινούργιου επιβατηγού αυτοκινήτου ΙΧ τύπου Honda Mozor 1598 κ. εκ., επιτρέπει το συμπέρασμα ότι τα καθαρά έσοδά του από την παραπάνω απασχόλησή του δεν είναι μειωμένα κατά τα τελευταία χρόνια και δεν υπολείπονται του ποσού των 600.000 δρχ. το μήνα. Άλλη περιουσία ή εισοδήματα δεν αποδείχθηκε ότι διαθέτει ο εκκαλών. Αυτός ήδη έχει τελέσει νέο γάμο με την Α. Κ., καθηγήτρια μέσης εκπαίδευσης, από την οποία έχει αποκτήσει ένα τέκνο, ηλικίας ήδη οκτώ μηνών. Διαμένει με την νέα του οικογένεια σε μίσθια κατοικία, καταβάλλοντας μίσθωμα 95.000 δραχμών το μήνα. Από τα παραπάνω περιστατικά, που αποδείχθηκαν, προκύπτει ότι η, βάσει των αναγκών του ανήλικου υιού του εκκαλούντος Σ., όπως αυτές προκύπτουν από τις συνθήκες της ζωής του, που προπαρατέθηκαν, ανάλογη διατροφή του, η οποία περιλαμβάνει όλα όσα είναι αναγκαία για τη συντήρηση, ανατροφή και εκπαίδευσή του, ανέρχεται, ενόψει και των οικονομικών δυνάμεων του υπόχρεου, πατέρα του, στο ποσό των 80.000 δραχμών το μήνα, το οποίο υποχρεούται να καταβάλλει σε χρήμα αυτός, ο οποίος, ας σημειωθεί, δεν πρόβαλε ένσταση συνεισφοράς στη διατροφή αυτήν και της μητέρας του εν λόγω ανηλίκου.
Το πρωτοβάθμιο δικαστήριο, που, εκτιμώντας τις ανάγκες του ανηλίκου και τις προεκτιθέμενες συνθήκες της ζωής του, καθώς και τις δυνάμεις του εκκαλούντος, δέχθηκε εν μέρει την αγωγή και υποχρέωσε τον εκκαλούντα να καταβάλλει το ποσό αυτό κατά μήνα, κατά την ένδικη διετία (από την επίδοση της αγωγής και εφεξής), δεν έσφαλε, αλλά ορθώς εκτίμησε τις αποδείξεις, ως προς τα ζητήματα αυτά και συνεπώς είναι απορριπτέος, ως αβάσιμος, και ο υπό στοιχείο ΙΙ (τελευταίος) λόγος της έφεσης του εκκαλούντος. Ακολούθως, αφού κρίνονται απορριπτέοι όλοι οι λόγοι της έφεσης, πρέπει αυτή ν' απορριφθεί κατ' ουσίαν στο σύνολό της.
Δημήτριος Χ. Καραγιάννης, Δικηγόρος, Θεσσαλονίκη - Αθήνα