Νόμος 4224/2013 (ΦΕΚ Α 288/31.12.2013) Αναστολή πλειστηριασμών, Κυβερνητικό Συμβούλιο Διαχείρισης Ιδιωτικού Χρέους και λοιπές διατάξεις
Άρθρο 1. Σύσταση Κυβερνητικού Συμβουλίου Διαχείρισης Ιδιωτικού Χρέους: 1. Με πράξη του Υπουργικού Συμβουλίου συστήνεται το Κυβερνητικό Συμβούλιο Διαχείρισης Ιδιωτικού Χρέους, στο οποίο μετέχουν οι Υπουργοί Οικονομικών, Ανάπτυξης και Ανταγωνιστικότητας, Δικαιοσύνης, Διαφάνειας και Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων και Εργασίας, Κοινωνικής Ασφάλισης και Πρόνοιας. Το Συμβούλιο θα εισάγει και παρακολουθεί τις απαραίτητες δράσεις για την προώθηση δημιουργίας του μόνιμου μηχανισμού της επίλυσης του μη εξυπηρετούμενου ιδιωτικού χρέους φυσικών, νομικών προσώπων και επιχειρήσεων. Αποστολή του Κυβερνητικού Συμβουλίου Διαχείρισης Ιδιωτικού Χρέους, όπως λεπτομερώς θα περιγράφεται στην Πράξη του Υπουργικού Συμβουλίου, είναι ιδίως η κάτωθι: i) η διαμόρφωση πολιτικών σχετικά με την οργάνωση ενός ολοκληρωμένου μηχανισμού αποτελεσματικής διαχείρισης των μη εξυπηρετούμενων ιδιωτικών δανείων, ii) οι προτάσεις τροποποιήσεων του υφιστάμενου νομικού πλαισίου σε θέματα ουσίας και διαδικασίας για την ενίσχυση της αποτελεσματικότητας στην επίλυση θεμάτων ιδιωτικού χρέους, συμπεριλαμβανομένης της επιτάχυνσης των διαδικασιών αναφορικά με τις καθυστερούμενες αποπληρωμές και τη βελτίωση του θεσμικού πλαισίου που διέπει την αγορά ακινήτων, iii) η κατάρτιση δράσεων ευαισθητοποίησης για την άμεση και αποτελεσματική ενημέρωση και υποστήριξη των πολιτών και των ενδιαφερόμενων μερών σχετικά με τη λήψη αποφάσεων επί των ανωτέρω θεμάτων, iv) η δημιουργία ενός δικτύου παροχής συμβουλευτικών υπηρεσιών για θέματα διαχείρισης οφειλών. Στο πλαίσιο της εντολής του, το Κυβερνητικό Συμβούλιο για τη Διαχείριση του Ιδιωτικού Χρέους ορίζει με απόφαση του τις αρχές του «συνεργάσιμου δανειολήπτη» και προβαίνει ετησίως στην εκτίμηση των «εύλογων δαπανών διαβίωσης», με βάση τα ετήσια στοιχεία της ΕΛΣΤΑΤ, που θα ενσωματωθούν και θα αποτελέσουν μέρος του Κώδικα Δεοντολογίας της παραγράφου 2, προκειμένου να αξιοποιηθούν στις απόπειρες εξωδικαστικού συμβιβασμού και ενώπιον των δικαστηρίων. Το Κυβερνητικό Συμβούλιο Διαχείρισης Ιδιωτικού Χρέους, προκειμένου να φέρει εις πέρας την εντολή του, υποστηρίζεται από ομάδα αποτελούμενη από τους αρμόδιους Γενικούς Γραμματείς και από ειδικούς συνεργάτες και επιστημονικούς συμβούλους, οι οποίοι ορίζονται με την ίδια πράξη, καθοδηγούμενη από το Συμβούλιο, το οποίο καθορίζει τις προτεραιότητες και τα χρονοδιαγράμματα για τις δράσεις που θα ακολουθηθούν. Το Συμβούλιο δύναται να επικουρείται στο έργο του από τρίτους εμπειρογνώμονες. Για την παρακολούθηση της αποστολής του το Συμβούλιο δημοσιεύει τριμηνιαία έκθεση προόδου. 2. Με απόφαση της Τράπεζας της Ελλάδος εκδίδεται Κώδικας Δεοντολογίας Τραπεζών για τη διαχείριση των μη εξυπηρετούμενων ιδιωτικών οφειλών, ο οποίος τίθεται σε εφαρμογή το αργότερο στις 31.12.2014. Ο Κώδικας Δεοντολογίας Τραπεζών θα περιλαμβάνει μεταξύ άλλων διατάξεις σχετικά με τις διαδικασίες αξιολόγησης κινδύνου, τις διαδικασίες αξιολόγησης της δυνατότητας αποπληρωμής, δεσμευτικούς κανόνες συμπεριφοράς των τραπεζών με σαφή χρονοδιαγράμματα, όρους επικοινωνίας μεταξύ πιστωτικών ιδρυμάτων και δανειστών, και σε αυτές θα αξιοποιούνται οι ορισμοί του «συνεργάσιμου δανειολήπτη» και των «εύλογων δαπανών διαβίωσης», των οποίων θα γίνεται χρήση κατά τη λήψη αποφάσεων των τραπεζών σχετικά με παροχή λύσεων/αναδιαρθρώσεων δανείων που βρίσκονται σε καθυστέρηση πληρωμής. 3. Ο Συνήγορος του Καταναλωτή στο πλαίσιο των αρμοδιοτήτων του διαμεσολαβεί μεταξύ δανειστών και οφειλετών, με σκοπό τη ρύθμιση των μη εξυπηρετούμενων δανείων, ιδίως αναφορικά με θέματα που άπτονται της εφαρμογής του Κώδικας Δεοντολογίας Τραπεζών της παραγράφου 2. Με κοινή απόφαση των Υπουργών Οικονομικών, Ανάπτυξης και Ανταγωνιστικότητας και Δικαιοσύνης, Διαφάνειας και Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων καθορίζονται οι όροι και η διαδικασία της μεσολάβησης του Συνηγόρου του Καταναλωτή μεταξύ πιστωτών και οφειλετών και κάθε αναγκαία λεπτομέρεια.
Άρθρο 2. Αναστολή πλειστηριασμών: 1.α Από 1.1.2014 και μέχρι 31.12.2014 απαγορεύονται οι πλειστηριασμοί ακινήτων οφειλετών, που χρησιμεύουν ως κύρια κατοικία τους δηλωθείσα ως τέτοια στην τελευταία δήλωση φόρου εισοδήματος τους, εφόσον η αντικειμενική αξία του ακινήτου δεν υπερβαίνει τις διακόσιες χιλιάδες (200.000) ευρώ και εφόσον πληρούνται οι προϋποθέσεις της υποπαραγράφου 1β. Το παρόν άρθρο δεν καταλαμβάνει τις οφειλές που: α) προέκυψαν από αδικοπραξία που διαπράχθηκε με δόλο, από διοικητικά πρόστιμα, χρηματικές ποινές, φόρους και τέλη προς το Δημόσιο και τους οργανισμούς τοπικής αυτοδιοίκησης πρώτου και δευτέρου βαθμού, τέλη προς νομικά πρόσωπα δημοσίου δικαίου και εισφορές προς οργανισμούς κοινωνικής ασφάλισης είτε β) προέκυψαν από χορήγηση δανείων από Φορείς Κοινωνικής Ασφάλισης, σύμφωνα με τις διατάξεις των άρθρων 15 και 16 του ν. 3586/2007, όπως ισχύουν (Α' 151). β. Στο πεδίο εφαρμογής της παρούσας εμπίπτουν οι οφειλέτες που πληρούν τις ακόλουθες σωρευτικές προϋποθέσεις: βα) το ετήσιο δηλωθέν οικογενειακό τους εισόδημα, όπως διαμορφώνεται κατόπιν της αφαίρεσης των κρατήσεων υπέρ των ασφαλιστικών ταμείων, του φόρου εισοδήματος και της εισφοράς αλληλεγγύης, είναι μικρότερο ή ίσο των τριάντα πέντε χιλιάδων (35.000) ευρώ, ββ) η συνολική αξία της κινητής και ακίνητης περιουσίας τους είναι μικρότερη ή ίση των διακοσίων εβδομήντα χιλιάδων (270.000) ευρώ και εξ αυτής το σύνολο των καταθέσεων και κινητών αξιών στην Ελλάδα και στο εξωτερικό την 20ή Νοεμβρίου 2013, δεν υπερβαίνει τις δεκαπέντε χιλιάδες (15.000) ευρώ, εξαιρουμένων περιοδικών παροχών από συνταξιοδοτικά και ασφαλιστικά προγράμματα. Ειδικά για: ί) οικογένειες που βαρύνονται φορολογικά με τρία και περισσότερα τέκνα κατά τις διατάξεις του άρθρου 7 του ν. 2238/1994, ii) άτομα με αναπηρία 67% και άνω και iii) όσους βαρύνονται φορολογικά με άτομα με αναπηρία 67% και άνω, όπως αυτά ανωτέρω προσδιορίζονται, κατά τις διατάξεις του άρθρου 7 του ν. 2238/1994, τα παραπάνω όρια των σωρευτικών προϋποθέσεων προσαυξάνονται έκαστο κατά ποσοστό 10%. 2.α. Κατά τη διάρκεια απαγόρευσης του πλειστηριασμού οι οφειλέτες έχουν υποχρέωση υποβολής στον δανειστή με κάθε πρόσφορο μέσο υπεύθυνης δήλωσης του ν. 1599/1986 (Α' 75), όπως αντικαταστάθηκε με την παρ. 13 του ν. 2479/1997 (Α' 67), στην οποία αναγράφονται τα πλήρη στοιχεία του οφειλέτη, λεπτομερή και επικαιροποιημένα στοιχεία επικοινωνίας, περιγραφή της πλήρωσης των παραπάνω προϋποθέσεων και λεπτομερής αναγραφή των κινήσεων λογαριασμού που ξεπερνούν το ποσό των χιλίων (1.000) ευρώ τους τελευταίους είκοσι τέσσερις (24) μήνες πριν την υποβολή της υπεύθυνης δήλωσης. Σε περίπτωση μη τήρησης της υποχρέωσης της παρούσας υποπαραγράφου μέχρι 31.1.2014, ή εντός δύο (2) μηνών από την επίδοση επιταγής προς εκτέλεση, αίρεται για τον συγκεκριμένο οφειλέτη και τη συγκεκριμένη οφειλή η απαγόρευση πλειστηριασμού. β. Ο δανειστής κατά τη διάρκεια απαγόρευσης του πλειστηριασμού μπορεί να καλεί τον οφειλέτη να προσκομίσει: βα) αντίγραφα τίτλων ιδιοκτησίας για ακίνητα που έχουν αποκτηθεί μετά την 1.1.2007 και φύλλο υπολογισμού αξίας ακινήτου για ακίνητα που έχουν αποκτηθεί πριν την 1.1.2007, ββ) βεβαίωση συγκριτικών στοιχείων της αρμόδιας φορολογικής αρχής με αναφορά επί του ποσού του ακινήτου για ακίνητα εκτός του αντικειμενικού προσδιορισμού, βγ) αντίγραφο τελευταίων δηλώσεων Ε1 και Ε9 και βδ) αποδεικτικό έγγραφο βεβαίας χρονολογίας με ημερομηνία την 20ή Νοεμβρίου 2013 σχετικά με το ύψος των καταθέσεων και των κινητών αξιών και, όπου απαιτούνται, βε) βεβαίωση ανεργίας από τον ΟΑΕΔ είτε αντίγραφο της επικαιροποιημένης κάρτας ανεργίας από τον ΟΑΕΔ, βστ) πιστοποιητικό οικογενειακής κατάστασης, βζ) πιστοποιητικό Α'/βάθμιας ή Β'/βάθμιας Επιτροπής για την πιστοποίηση της αναπηρίας και του ποσοστού της (Νομαρχιακές Υγειονομικές Επιτροπές, Υγειονομικές Επιτροπές Ασφαλιστικών Ταμείων, Υγειονομικές Επιτροπές Ενόπλων Δυνάμεων, Κέντρα Πιστοποίησης Αναπηρίας). Σε περίπτωση μη προσκόμισης από τον οφειλέτη των ανωτέρω εντός ενός (1) μηνός από την κοινοποίηση του αιτήματος με απόδειξη, αίρεται για τον συγκεκριμένο οφειλέτη και τη συγκεκριμένη οφειλή η απαγόρευση πλειστηριασμού. 3. Κατά τη διάρκεια απαγόρευσης πλειστηριασμού, οι οφειλέτες υποχρεούνται να καταβάλουν προς τους δανειστές μηνιαίως ποσοστό 10% επί του καθαρού μηνιαίου εισοδήματος τους, εφόσον το ετήσιο οικογενειακό εισόδημα δεν ξεπερνά τις δεκαπέντε χιλιάδες (15.000) ευρώ. Εφόσον το ετήσιο οικογενειακό εισόδημα ξεπερνά τις δεκαπέντε χιλιάδες (15.000) ευρώ, οι οφειλέτες υποχρεούνται να καταβάλουν προς τους δανειστές μηνιαίως ποσοστό 10% στο ποσό μέχρι τις δεκαπέντε χιλιάδες (15.000) ευρώ και ποσοστό 20% στο υπερβάλλον εισόδημα. Ειδικά για: ί) οικογένειες που βαρύνονται φορολογικά με τρία και περισσότερα τέκνα κατά τις διατάξεις του άρθρου 7 του ν. 2238/1994, ii) άτομα με αναπηρία 67% και άνω, και iii) όσους βαρύνονται φορολογικά με άτομα με αναπηρία 67% και άνω, όπως αυτά ανωτέρω προσδιορίζονται, κατά τις διατάξεις του άρθρου 7 του ν. 2238/1994, το όριο του ετήσιου οικογενειακού εισοδήματος των προηγούμενων εδαφίων της παρούσας παραγράφου είναι είκοσι χιλιάδες (20.000) ευρώ. Για τους σκοπούς της παρούσας παραγράφου, το ετήσιο οικογενειακό εισόδημα υπολογίζεται κατά την περίπτωση βα' της υποπαραγράφου 1β του παρόντος άρθρου. Για τους οφειλέτες που δεν εμπίπτουν στις διατάξεις του άρθρου 2 παρ. Β1 του ν. 4161/2013 (Α'143) το κατά τα ανωτέρω υπολογιζόμενο ποσό δεν μπορεί να είναι μικρότερο του είκοσι τοις εκατό (20%) της τελευταίας ενήμερης δόσης. Οι καταβολές κατά την περίοδο απαγόρευσης πλειστηριασμού αφαιρούνται από το ανεξόφλητο υπόλοιπο και καταλογίζονται σύμφωνα με το άρθρο 423 του Αστικού Κώδικα. Ειδικά για τους οφειλέτες με μηδενικό εισόδημα ή εισόδημα που ισούται μέχρι του ποσού του επιδόματος ανεργίας, παρέχεται η δυνατότητα μηδενικών καταβολών. Σε περίπτωση ύπαρξης περισσοτέρων του ενός δανειστών, η ανωτέρω οριζόμενη μηνιαία καταβολή κατανέμεται συμμέτρως σύμφωνα με το ανεξόφλητο υπόλοιπο της κάθε οφειλής. Σε περίπτωση μη τήρησης της υποχρέωσης της παρούσας παραγράφου για τρεις (3) μήνες συνολικά, αίρεται για τον συγκεκριμένο οφειλέτη και τη συγκεκριμένη οφειλή η απαγόρευση πλειστηριασμού. 4. Κατά τη διάρκεια της απαγόρευσης πλειστηριασμού της παραγράφου 1 και εφόσον η απαγόρευση δεν έχει αρθεί για τον πρωτοφειλέτη ως προς τη συγκεκριμένη οφειλή, απαγορεύεται ο πλειστηριασμός ακινήτων των εγγυητών για τις συγκεκριμένες οφειλές.
Άρθρο 3. Ελληνικό Επενδυτικό Ταμείο: 1. Υπό τους όρους και τις προϋποθέσεις του παρόντος, το Ελληνικό Δημόσιο μπορεί να συστήσει Επενδυτικό και Αναπτυξιακό Ταμείο (fund) με την επωνυμία «Ελληνικό Επενδυτικό Ταμείο» (Institution for Growth in Greece). To Ταμείο, το οποίο θα ιδρυθεί στο Λουξεμβούργο ή σε άλλο κράτος-μέλος της Ευρωπαϊκής'Ενωσης και θα διέπεται από τους νόμους του αντίστοιχου κράτους - μέλους, θα διοχετεύει πόρους αποκλειστικά σε ελληνικές μικρομεσαίες επιχειρήσεις (ΜΜΕ) και θα χρηματοδοτεί έργα υποδομής στην Ελλάδα. Στόχο του Ταμείου θα αποτελεί η εξασφάλιση κέρδους για τους επενδυτές του και η υποστήριξη της αναπτυξιακής πολιτικής της χώρας. 2. Για την επίτευξη του σκοπού του, το Ελληνικό Επενδυτικό Ταμείο θα μπορεί: α) να χρηματοδοτεί μικρομεσαίες επιχειρήσεις (ΜΜΕ) με ίδια κεφάλαια, δάνεια, εγγυήσεις και άλλα συνήθη χρηματοπιστωτικά μέσα, β) να χρηματοδοτεί έργα υποδομής με ίδια κεφάλαια, δάνεια, εγγυήσεις και άλλα συνήθη χρηματοπιστωτικά μέσα, γ) να συμμετέχει σε κεφάλαια επενδυτικών συμμετοχών και επενδυτικού κινδύνου. 3. Η οικονομική στήριξη με τη μορφή επιχειρηματι κών δανείων θα παρέχεται πάντοτε με τη μεσολάβηση πιστωτικών ιδρυμάτων που είναι εγκατεστημένα στην Ελλάδα και διέπονται από το ελληνικό δίκαιο, τα οποία λειτουργούν ως ενδιάμεσοι χρηματοπιστωτικοί οργα νισμοί, προκειμένου να επιτευχθεί η χρηματοδότηση. Οι χρηματοδοτήσεις των μικρομεσαίων επιχειρήσεων γίνονται με όρους αγοράς ή με ευνοϊκότερους όρους, ανάλογα με το είδος του χρηματοδοτικού προϊόντος.
Άρθρο 4. Δομή του Ταμείου - Μετοχές: 1. Στο Ελληνικό Επενδυτικό Ταμείο συμμετέχουν ως επενδυτές το Ελληνικό Δημόσιο, διεθνείς χρηματοδοτικοί οργανισμοί και ιδιώτες επενδυτές. Η συμμετοχή στο κεφάλαιο ή η χρηματοδότηση του Ελληνικού Επενδυτικού Ταμείου από το Ελληνικό Ταμείο Χρηματοπιστωτικής Σταθερότητας ή από χρηματοπιστωτικά ιδρύματα που βρίσκονται υπό το μετοχικό έλεγχο του Δημοσίου ή του Ταμείου Χρηματοπιστωτικής Σταθερότητας δεν επιτρέπεται. 2. Το Ελληνικό Επενδυτικό Ταμείο μπορεί να συσταθεί ως επιχειρηματικό κεφάλαιο τύπου «ομπρέλας» (umbrella fund), διαιρούμενο σε διαφορετικά υποκεφάλαια για κάθε δραστηριότητα του με διακριτή δομή, διοίκηση, διάρκεια και ξεχωριστό σύνολο στοιχείων ενεργητικού. Οι επενδυτές μπορούν να επενδύουν σε οποιοδήποτε υποκεφάλαιο. Το κάθε υποκεφάλαιο του Ταμείου μπορεί να συσταθεί ως διακριτή νομική οντότητα με τους ίδιους όρους σύστασης, χρηματοδότησης, διαχείρισης και λειτουργίας που προβλέπονται στον παρόντα νόμο για το Ελληνικό Επενδυτικό Ταμείο. Μετά τη σύσταση του Ταμείου οι ανωτέρω νομικές οντότητες θα απορροφηθούν από το Ταμείο ως υποκεφάλαια αυτού. 3. Το Ελληνικό Επενδυτικό Ταμείο μπορεί να εκδίδει για κάθε υποκεφάλαιο διαφορετικές κατηγορίες μετοχών, οι οποίες διαφοροποιούνται σε σχέση με το προφίλ κινδύνου, που συνδέεται με κάθε κατηγορία. Τα χαρακτηριστικά οποιασδήποτε κατηγορίας μετοχών καθορίζονται ελεύθερα και περιγράφονται αναλυτικά στο καταστατικό του Ελληνικού Επενδυτικού Ταμείου, αλλά δεν μπορεί να συνίστανται σε οποιαδήποτε ειδική μεταχείριση κάποιου μετόχου κατά παρέκκλιση της αρχής της ισότητας των μετόχων στην ίδια κατηγορία μετοχών. Μετοχές αυξημένου κινδύνου καλύπτονται κατά πρώτον από το Ελληνικό Δημόσιο, μη αποκλειομένου άλλου επενδυτή και έχουν κατάλληλο όφελος, που αποτυπώνει τον αυξημένο κίνδυνο.
Άρθρο 5. Συμμετοχή του Ελληνικού Δημοσίου στο Ταμείο: 1. Η συμμετοχή του Ελληνικού Δημοσίου στο Ελληνικό Επενδυτικό Ταμείο δεν θα ξεπερνά το πενήντα τοις εκατό (50%) του συνολικού καταβεβλημένου κεφαλαίου αυτού, ποσοστό το οποίο θα υπολογίζεται συνολικά για όλα τα υποκεφάλαια κατά το χρόνο κάλυψης του συνόλου των συμμετοχών. Το Ελληνικό Δημόσιο αναλαμβάνει την υποχρέωση να επενδύσει στο Ελληνικό Επενδυτικό Ταμείο το ποσό των τριακοσίων πενήντα εκατομμυρίων (350.000.000) ευρώ. Το ποσό αυτό θα καταβληθεί τμηματικά σε χρονικό διάστημα τριών (3) ετών από τη δημοσίευση του παρόντος και θα προέλθει από το εθνικό σκέλος του Προγράμματος Δημοσίων Επενδύσεων ή/και το ΕΣΠΑ (2014-2020), με ένταξη της σχετικής δαπάνης στους αντίστοιχους προϋπολογισμούς. Η συνολική εγγύηση του Ελληνικού Δημοσίου εξαντλείται στο ύψος της κεφαλαιακής συμμετοχής του στο Ταμείο. 2. Ο τρόπος, ο χρόνος, οι ειδικότερες προϋποθέσεις χρηματοδότησης του Ελληνικού Επενδυτικού Ταμείου από το Ελληνικό Δημόσιο καθορίζονται με κοινή απόφαση των Υπουργών Οικονομικών και Ανάπτυξης και Ανταγωνιστικότητας. Με όμοια απόφαση καθορίζονται οι ειδικότεροι όροι και οι διαδικασίες συμμετοχής του Ελληνικού Δημοσίου στο Επενδυτικό και Αναπτυξιακό Ταμείο. 3. Με κοινή απόφαση των Υπουργών Οικονομικών και Ανάπτυξης και Ανταγωνιστικότητας, επιτρέπεται η μεταβίβαση των μετοχών κυριότητας του Ελληνικού Δημοσίου σε οποιοδήποτε πρόσωπο και η ολική ή με ρική παραίτηση του Ελληνικού Δημοσίου ως μετόχου του Ελληνικού Επενδυτικού Ταμείου από τα δικαιώματα προτίμησης κατά τη συμμετοχή στις αυξήσεις του με τοχικού κεφαλαίου του.
Άρθρο 6. Διοίκηση του Ταμείου: 1. Η διαχείριση του Ελληνικού Επενδυτικού Ταμείου ανατίθεται κατόπιν σχετικής διαδικασίας επιλογής, η οποία θα διεξαχθεί από το διοικητικό συμβούλιο του Ελληνικού Επενδυτικού Ταμείου, σε ξεχωριστό διαχειριστή για κάθε υποκεφάλαιο, εγνωσμένου κύρους και εμπειρίας, ο οποίος θα πληροί τις προϋποθέσεις που τίθενται για τους διαχειριστές οργανισμών εναλλακτικών επενδύσεων σύμφωνα με το ν. 4209/2013 (Α' 253) που ενσωμάτωσε την Οδηγία 2011/61/ΕΕ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 8ης Ιουνίου 2011 (ΕΕ L 174/1.7.2011). 2. Η διοίκηση του Ελληνικού Επενδυτικού Ταμείου θα εφαρμόζει αυστηρούς κανόνες εταιρικής διακυβέρνησης προς εξασφάλιση της διαφάνειας των διαδικασιών, της δίκαιης μεταχείρισης των επενδυτών και της επιτυχούς διεκπεραίωσης των εργασιών του Ταμείου. Κανένας επενδυτής δεν μπορεί να τυγχάνει προνομιακής μεταχείρισης, εκτός εάν πληρούνται οι προϋποθέσεις που θα προβλέπονται στα καταστατικά έγγραφα του Ελληνικού Επενδυτικού Ταμείου. 3. Η σύνθεση και η λειτουργία των συλλογικών οργάνων διοίκησης του Ελληνικού Επενδυτικού Ταμείου, καθώς και τα καθήκοντα αυτών θα καθορίζονται στο καταστατικό του Ταμείου, στο οποίο θα περιγράφεται και η ευθύνη των προσώπων που ασκούν τη διοίκηση έναντι των επενδυτών. Η εκπροσώπηση του Ελληνικού Δημοσίου στα συλλογικά όργανα διοίκησης του Ελληνικού Επενδυτικού Ταμείου θα γίνεται από τους Υπουργούς Οικονομικών και Ανάπτυξης και Ανταγωνιστικότητας ή ειδικά εξουσιοδοτημένα πρόσωπα κατόπιν έκδοσης κοινής απόφασης. 4. Με κοινή απόφαση των Υπουργών Οικονομικών και Ανάπτυξης και Ανταγωνιστικότητας εγκρίνονται το ιδρυτικό καταστατικό και τα λοιπά ιδρυτικά έγγραφα που σχετίζονται με τη σύσταση και λειτουργία του Ελληνικού Επενδυτικού Ταμείου. Τα καταστατικά και συστατικά έγγραφα του Ταμείου περιλαμβάνουν μεταξύ άλλων: α) τη διάρκεια και το ύψος του κεφαλαίου αυτού, β) το σκοπό του κάθε υποκεφαλαίου, γ) τις κατηγορίες των μετοχών, τη διαδικασία αύξησης του κεφαλαίου και τους όρους συμμετοχής νέων μετόχων, δ) τους όρους άσκησης της διαχείρισης, την εξουσία του διαχειριστή και τους περιορισμούς της εξουσίας αυτής, στ) την αμοιβή του διαχειριστή, ζ) τον τρόπο διανομής των κερδών και του προϊόντος της ρευστοποίησης των επενδύσεων, η) τη διαδικασία τροποποίησης και του καταστατικού, τους λόγους καταγγελίας της σύμβασης, θ) τη διαδικασία ελέγχου και αντικατάστασης του διαχειριστή, ι) τη διαδικασία μεταβίβασης των μετοχών, ια) τα δικαιώματα των μετόχων συμπεριλαμβανομένου και του δικαιώματος αρνησικυρίας του Ελληνικού Δημοσίου και τον τρόπο άσκησης τους, ιβ) τη σύσταση επενδυτικών και εποπτικών επιτροπών και τον τρόπο λειτουργίας αυτών και οποιοδήποτε άλλο στοιχείο προβλέπεται από την εφαρμοστέα νομοθεσία. Στο καταστατικό και τα ιδρυτικά έγγραφα του Ταμείου θα προβλέπεται ειδικό δικαίωμα αρνησικυρίας του Ελληνικού Δημοσίου κατά συγκεκριμένων αποφάσεων του Ταμείου που αφορούν αποκλειστικά και μόνο σε συγκεκριμένη επένδυση ή χρηματοδότηση, η οποία έχει αποδεδειγμένα επίπτωση σε θέματα εθνικής ασφάλειας.
Άρθρο 7. Τροποποίηση και συμπλήρωση διατάξεων του Κώδικα Εισπράξεως Δημοσίων Εσόδων: 1. Το πρώτο εδάφιο της παραγράφου 1 του άρθρου 2 του Κ.Ε.Δ.Ε. (ν.δ. 356/1974), όπως ισχύει, αντικαθίσταται και προστίθενται νέα εδάφια ως εξής: «1. Με την εξαίρεση των φόρων και των λοιπών δημοσίων εσόδων που εμπίπτουν στο πεδίο εφαρμογής του Κώδικα Φορολογικής Διαδικασίας (ν. 4174/2013), για τα οποία εφαρμόζονται αποκλειστικά οι διατάξεις του ως άνω Κώδικα, η είσπραξη των δημοσίων εσόδων ανήκει στην αρμοδιότητα της Φορολογικής Διοίκησης και των λοιπών οργάνων που ορίζονται με ειδικές διατάξεις για το σκοπό αυτόν ή των ειδικών ταμιών, στους οποίους έχει ανατεθεί η είσπραξη ειδικών εσόδων. Ο Γενικός Γραμματέας Δημοσίων Εσόδων δύναται με απόφαση του να μεταβιβάζει αρμοδιότητες και να αναθέτει τα καθήκοντα του ιδίου ή της Φορολογικής Διοίκησης, που προβλέπονται από τον παρόντα Κώδικα και την κείμενη νομοθεσία, σε όργανα της Φορολογικής Διοίκησης. Επίσης, δύναται, με απόφαση του, να εξουσιοδοτεί ιεραρχικά υφιστάμενο του όργανο να υπογράφει, με εντολή του, πράξεις ή άλλα έγγραφα της αρμοδιότητας του. Ο Γενικός Γραμματέας δύναται να ανακαλεί οποτεδήποτε εγγράφως κάθε μεταβίβαση αρμοδιότητας, ανάθεση καθήκοντος και εξουσιοδότηση κατά το παρόν άρθρο». 2. Οι παράγραφοι 2 και 3 του άρθρου 2 του Κ.Ε.Δ.Ε. (ν.δ. 356/1974), όπως ισχύει, αντικαθίστανται ως εξής: «2. Για την είσπραξη των δημοσίων εσόδων απαιτείται νόμιμος τίτλος. Με την εξαίρεση των φόρων και των λοιπών δημοσίων εσόδων που εμπίπτουν στο πεδίο εφαρμογής του Κώδικα Φορολογικής Διαδικασίας (ν. 4174/2013), για τα οποία εφαρμόζονται αποκλειστικά οι διατάξεις του ως άνω Κώδικα, νόμιμο τίτλο αποτελούν: α) Τα έγγραφα, στα οποία οι αρμόδιες αρχές προσδιορίζουν, σύμφωνα με τις κείμενες διατάξεις, τον οφειλέτη, το είδος, το ποσό και την αιτία της οφειλής. β) Τα δημόσια ή ιδιωτικά έγγραφα, από τα οποία αποδεικνύεται η οφειλή. γ) Τα δημόσια ή ιδιωτικά έγγραφα, από τα οποία πιθανολογείται η οφειλή, ως προς την ύπαρξη και το ποσό αυτής, κατά την έννοια του άρθρου 347 του Κώδικα Πολιτικής Δικονομίας. 3. Η είσπραξη στις περιπτώσεις της προηγούμενης παραγράφου πραγματοποιείται από τη Φορολογική Διοίκηση μετά την καταχώριση των στοιχείων του νόμιμου τίτλου στα βιβλία εισπρακτέων εσόδων, είτε κατόπιν αποστολής στη Φορολογική Διοίκηση χρηματικού καταλόγου από την αρχή που απέκτησε το νόμιμο τίτλο είτε με βάση μόνο το νόμιμο τίτλο, εφόσον αυτός έχει περιέλθει με οποιονδήποτε τρόπο στη Φορολογική Διοίκηση. Ο χρηματικός κατάλογος περιέχει τα προσδιοριστικά στοιχεία της οφειλής, του υπόχρεου και των τυχόν συνυποχρεων ευθυνόμενων τρίτων. Τυχόν παρά λειψη αναφοράς των ευθυνόμενων συνυποχρεων δεν θίγει το κύρος του νομίμου τίτλου ούτε τη νομιμότητα της εισπρακτικής διαδικασίας ή της διαδικασίας της εκτέλεσης. Η, για οποιονδήποτε λόγο, μερική ή ολική αναστολή του νόμιμου τίτλου δεν κωλύει την καταχώ ριση του συνόλου της οφειλής στα βιβλία εισπρακτέων εσόδων της Φορολογικής Διοίκησης». 3. Στο άρθρο 2 του Κ.Ε.Δ.Ε. (ν.δ. 356/1974), όπως ισχύει, προστίθενται παράγραφοι 4 και 5 ως εξής: «4. Η είσπραξη: α) στην περίπτωση των εκτελεστών τίτλων του Κώδικα Φορολογικής Διαδικασίας (ν. 4174/ 2013) και β) οποιουδήποτε τίτλου, κατ' εφαρμογή της τελωνειακής νομοθεσίας, συμπεριλαμβανομένων των πράξεων επιβολής πολλαπλών τελών, πραγματοποιείται μόνο δυνάμει του τίτλου. Οι τίτλοι του προηγούμενου εδαφίου καταχωρίζονται στα βιβλία εισπρακτέων εσόδων της Φορολογικής Διοίκησης, αποκλειστικά, για λόγους παρακολούθησης της οφειλής, χωρίς η καταχώριση να αποτελεί όρο της νομιμότητας της εισπρακτικής διαδικασίας ή της εκτέλεσης. Επιδικαζόμενες υπέρ του Δημοσίου κάθε είδους χρηματικές αποζημιώσεις στο πλαίσιο ποινικών δικών που αφορούν αδικήματα που προβλέπονται από τη φορολογική και τελωνειακή νομοθεσία, είναι δυνατόν να εισπράττονται από τη Φορολογική Διοίκηση και σύμφωνα με τις ρυθμίσεις της παρούσας παραγράφου. 5. Με απόφαση του Γενικού Γραμματέα Δημοσίων Εσόδων καθορίζεται το περιεχόμενο του χρηματικού καταλόγου και των βιβλίων του παρόντος άρθρου, ο τρόπος καταχώρισης των απαραίτητων στοιχείων σε αυτά και κάθε άλλη αναγκαία λεπτομέρεια για την εφαρμογή του παρόντος άρθρου». 4. Η παράγραφος 3 του άρθρου 3 του Κ.Ε.Δ.Ε. (ν.δ. 356/1974), όπως ισχύει, αντικαθίσταται ως εξής: «3. Αν ο οφειλέτης έχει περισσότερα χρέη, υποδεικνύει, κατά το χρόνο της καταβολής, το χρέος που θέλει να πιστωθεί. Στην περίπτωση που ο οφειλέτης δεν υποδεικνύει ή η πίστωση διενεργείται χωρίς τη βούληση του, όπως στην περίπτωση λήψης διοικητικών ή αναγκαστικών μέτρων ή συμψηφισμού που χωρεί αυτεπαγγέλτως, η Φορολογική Διοίκηση πιστώνει οποιαδήποτε οφειλή. Σε περίπτωση κατά την οποία οι διατάξεις της παρούσας παραγράφου δεν είναι σύμφωνες με τις διατάξεις του Κώδικα Φορολογικής Διαδικασίας (ν. 4174/2013), οι διατάξεις αυτού υπερισχύουν, για τα έσοδα που εμπίπτουν στο πεδίο εφαρμογής του». 5. Τα δύο πρώτα εδάφια της παραγράφου 1 του άρθρου 4 του Κ.Ε.Δ.Ε. (ν.δ. 356/1974), όπως ισχύει, αντικα θίστανται ως εξής: «1. Με την εξαίρεση των φόρων και των λοιπών δημοσίων εσόδων που εμπίπτουν στο πεδίο εφαρμογής του Κώδικα Φορολογικής Διαδικασίας (ν. 4174/2013), για τα οποία εφαρμόζονται αποκλειστικά οι διατάξεις του ως άνω Κώδικα, καθώς και των δημοσίων εσόδων της περίπτωσης β' της παραγράφου 4 του άρθρου 2 του παρόντος Κώδικα, μετά την καταχώριση του χρέους ως δημοσίου εσόδου κατά τις διατάξεις του άρθρου 2 παράγραφος 3, η Φορολογική Διοίκηση εκδίδει ατομική ειδοποίηση, την οποία, είτε αποστέλλει ταχυδρομικά στον οφειλέτη και στα συνυπόχρεα πρόσωπα είτε την κοινοποιεί σε αυτούς σύμφωνα με το άρθρο 5 του ν. 4174/2013. Στην ατομική ειδοποίηση αναφέρονται τα στοιχεία και ο αριθμός φορολογικού μητρώου, εφόσον υπάρχει, του οφειλέτη, το είδος και το ποσό του χρέους, συμπεριλαμβανομένων των τόκων που έχουν ήδη υπολογισθεί κατά την κείμενη νομοθεσία, ο αριθμός και η χρονολογία καταχώρισης του χρέους ως δημοσίου εσόδου ή ο τίτλος στον οποίο βασίζεται το χρέος, ο χρόνος και ο τρόπος καταβολής αυτού, η μνεία ότι από την επομένη ημέρα της λήξης της νόμιμης προθεσμίας καταβολής του χρέους και μέχρι την τελική εξόφληση αυτού υπολογίζονται οι τόκοι και το πρόστιμο του άρθρου 6 του παρόντος». 6. Το άρθρο 6 του Κ.Ε.Δ.Ε. (ν.δ. 356/1974), όπως ισχύει, αντικαθίσταται ως εξής: «Άρθρο 6 Τόκοι και πρόστιμο εκπρόθεσμης καταβολής 1. Για οποιοδήποτε ποσό χρέους γίνεται ληξιπρόθεσμο, ο οφειλέτης υποχρεούται να καταβάλει τόκους και πρόστιμο εκπρόθεσμης καταβολής κατ' ανάλογη εφαρμογή των διατάξεων των άρθρων 53 και 57 του Κ.Φ.Δ. (ν. 4174/2013), όπως ισχύει. Προκειμένου περί δημοσίων εσόδων, που δεν εμπίπτουν στο πεδίο εφαρμογής του ως άνω Κώδικα, πλην των τελωνειακών, το χρονικό δι άστημα των δύο (2) μηνών από την παρέλευση της νόμιμης προθεσμίας καταβολής αυξάνεται σε έξι (6) μήνες. Πρόστιμο εκπρόθεσμης καταβολής, σύμφωνα με τις διατάξεις των προηγούμενων εδαφίων, δεν επιβάλλεται στις περιπτώσεις των οφειλών, οι οποίες προέρχονται από επιβολή προστίμων σύμφωνα με οποιαδήποτε δι άταξη της κείμενης νομοθεσίας. Για χρέη από συμβάσεις οι τόκοι ορίζονται ως ανωτέρω, εκτός αν προβλέπεται άλλη ρύθμιση με ρητό όρο της σύμβασης, και υπολογίζονται από την επόμενη ημέρα της προθεσμίας που πρέπει, σύμφωνα με τη σύμβαση, να καταβληθεί η οφειλή μερικά ή ολικά. 2. Η πίστωση χρηματικών ποσών έναντι συγκεκριμένης οφειλής αποσβένει την υποχρέωση του οφειλέτη με την ακόλουθη σειρά: α) έξοδα είσπραξης, β) τόκοι γ) πρόστιμο και δ) αρχικό ποσό της οφειλής. 3. Οι τόκοι και το πρόστιμο της παραγράφου 1 υπολογίζονται και επί των εσόδων υπέρ οργανισμών τοπικής αυτοδιοίκησης (Ο.Τ.Α.), Ειδικών Ταμείων και εν γένει νομικών προσώπων δημοσίου δικαίου που συνεισπράττονται με τα δημόσια έσοδα από τη Φορολογική Διοίκηση. 4. Ο οφειλέτης δύναται να ζητά απαλλαγή των ληξιπρόθεσμων οφειλών προς το Δημόσιο και αυτών προς τους τρίτους, των οποίων η είσπραξη έχει ανατεθεί στη Φορολογική Διοίκηση, από τους τόκους και το πρόστιμο εκπρόθεσμης καταβολής της παραγράφου 1, εφόσον η μη εμπρόθεσμη καταβολή οφείλεται σε λόγους ανωτέρας βίας. Απαλλαγή δεν χορηγείται, αν δεν έχουν εξοφληθεί, πριν από το αίτημα απαλλαγής, όλοι οι φόροι για τους οποίους επιβλήθηκαν οι τόκοι και το πρόστιμο. Το αίτημα απαλλαγής απευθύνεται στον Γενικό Γραμματέα Δημοσίων Εσόδων και: α) υποβάλλεται εγγράφως, β) περιέχει τα στοιχεία και τον αριθμό φορολογικού μητρώου του οφειλέτη, γ) φέρει την υπογραφή του οφειλέτη ή νόμιμα εξουσιοδοτημένου προσώπου και δ) περιγράφει όλα τα γεγονότα και περιλαμβάνει τα αποδεικτικά στοιχεία που αποδεικνύουν την ανωτέρα βία. Ο Γενικός Γραμματέας Δημοσίων Εσόδων αποφαίνεται επί του αιτήματος εντός τριάντα (30) ημερών και κοινοποιεί την απόφαση στον οφειλέτη κατά το άρθρο 5 του ν. 4174/ 2013. Αν η ανωτέρω προθεσμία παρέλθει άπρακτη, το αίτημα θεωρείται ότι έχει απορριφθεί. 5. Αναστολή είτε του νόμιμου τίτλου βεβαίωσης ή είσπραξης είτε της ταμειακής βεβαίωσης είτε των πράξεων διοικητικής εκτέλεσης, από το νόμο ή βάσει απόφασης δικαστηρίου ή διοικητικού οργάνου, δεν απαλλάσσει τα χρέη από τους τόκους άρθρου 53 παρ. 1 του ν. 4174/ 2013, για όσο χρόνο διαρκεί η αναστολή, για το ποσό που εν τέλει οφείλεται. 6. Δεν υπόκεινται στους τόκους και το πρόστιμο της παραγράφου 1 οι από κάθε αιτία οφειλές: α) των στρατευμένων με υποχρεωτική στρατιωτική θητεία, από την πρώτη ημέρα του μήνα της στράτευσης τους, μέχρι την τελευταία εργάσιμη ημέρα του τρίτου μήνα από την αποστράτευση τους, του μήνα της αποστράτευσης θεωρουμένου ως πρώτου, με εξαίρεση τα ελλείμματα της δημόσιας διαχείρισης και β) των ανηλίκων, για όσο διάστημα στερούνται εκπροσώπησης και επί ένα εξάμηνο μετά την απόκτηση αυτής. 7. Σε περίπτωση κατά την οποία οι διατάξεις των προηγούμενων παραγράφων του παρόντος άρθρου δεν είναι σύμφωνες με τις διατάξεις του Κώδικα Φορολογικής Διαδικασίας (ν. 4174/2013), οι διατάξεις αυτού υπερισχύουν, για τα έσοδα που εμπίπτουν στο πεδίο εφαρμογής του». 7. Το άρθρο 7 του Κ.Ε.Δ.Ε. (ν.δ. 356/1974), όπως ισχύει, αντικαθίσταται ως εξής: «Άρθρο 7 Ατομική ειδοποίηση υπερημερίας Χρόνος λήψης αναγκαστικών μέτρων 1. Αναγκαστικά μέτρα δεν λαμβάνονται πριν παρέλθουν τριάντα (30) ημέρες από την κοινοποίηση σύμφωνα με το άρθρο 5 του ν. 4174/2013 στον υπόχρεο, οφειλέτη ή συνυπόχρεο πρόσωπο, ατομικής ειδοποίησης υπερη μερίας, στην οποία αναφέρονται: α) το ονοματεπώνυμο ή η επωνυμία και τα στοιχεία του υπόχρεου, β) ο Α.Φ.Μ. του υπόχρεου, εφόσον έχει εκδοθεί, γ) η ημερομηνία έκδοσης της ειδοποίησης, καθώς και παραπομπές στον αντίστοιχο αριθμό και χρονολογία καταχώρισης του χρέους ως δημοσίου εσόδου ή στον αριθμό του νόμιμου τίτλου, συμπεριλαμβανομένων σχετικών προθεσμιών, ημερομηνιών καταβολής και αριθμού δόσεων, δ) το είδος και το ποσό της οφειλής, ε) η εντολή καταβολής του ποσού της οφειλής, στ) ο τρόπος πληρωμής του ποσού της οφειλής, ζ) μνεία ότι οι προσαυξήσεις εκπρόθεσμης καταβολής ή οι τόκοι του άρθρου 6 του παρόντος υπολογίζονται μέχρι την ολοσχερή εξόφληση αυτής, η) μνεία ότι, εφόσον ο υπόχρεος δεν προβεί σε εξόφληση εντός τριάντα (30) ημερών από την κοινοποίηση της ειδοποίησης, η Φορολογική Διοίκηση μπορεί να προβεί στη λήψη μέτρων αναγκαστικής εκτέλεσης για την είσπραξη των ποσών που αναφέρονται σε αυτή, εκτός εάν ο υπόχρεος υπαχθεί σε πρόγραμμα ρύθμισης των οφειλών του, εντός της ανωτέρω προθεσμίας. 2. Δεν απαιτείται η κοινοποίηση της ατομικής ειδοποίησης υπερημερίας για την επιβολή κατάσχεσης στις περιπτώσεις κατάσχεσης χρημάτων ή χρηματικών απαιτήσεων στα χέρια του υπόχρεου ή τρίτου. 3. Η κατά το παρόν άρθρο κοινοποιούμενη ατομική ειδοποίηση δεν εξομοιώνεται με επιταγή προς πληρωμή. 4. Σε περίπτωση κατά την οποία οι διατάξεις των προηγούμενων παραγράφων του παρόντος άρθρου δεν είναι σύμφωνες με τις διατάξεις του Κώδικα Φορολογικής Διαδικασίας (ν. 4174/2013), οι διατάξεις αυτού υπερισχύουν, για τα έσοδα που εμπίπτουν στο πεδίο εφαρμογής του». 8. Μετά το άρθρο 75 του Κ.Ε.Δ.Ε. (ν.δ. 356/1974), όπως ισχύει, προστίθεται άρθρο 75Α ως εξής: «Άρθρο 75Α Παραλείψεις, ακυρότητες ή πλημμέλειες κατά τη διαδικασία απόκτησης οποιουδήποτε νόμιμου τίτλου σύμφωνα με το άρθρο 2 του παρόντος, καθώς και κατά τη διαδικασία της εκτέλεσης, δύνανται να προταθούν από τον οφειλέτη ως λόγος ακύρωσης, μόνο εάν αυτός επικαλείται και αποδεικνύει ότι εξαιτίας τους υπέστη βλάβη, η οποία δεν μπορεί να θεραπευτεί παρά μόνο με την ακύρωση». 9. Στο άρθρο 83 του Κ.Ε.Δ.Ε. (ν.δ. 356/1974), όπως ισχύ ει, οι παράγραφοι 5 και 6 αναριθμούνται σε 6 και 7 αντίστοιχα και προστίθεται νέα παράγραφος 5, ως εξής: «5. Αναστολή είτε του νόμιμου τίτλου βεβαίωσης ή είσπραξης είτε της ταμειακής βεβαίωσης είτε των πράξεων διοικητικής εκτέλεσης, από το νόμο ή βάσει απόφασης δικαστηρίου ή διοικητικού οργάνου, δεν εμποδίζει τη διενέργεια του συμψηφισμού». 10. Το τρίτο εδάφιο της παραγράφου 1 του άρθρου 91 του Κ.Ε.Δ.Ε. (ν.δ. 356/1974), όπως ισχύει, αντικαθίσταται ως εξής: «Με την εξαίρεση των φόρων και των λοιπών δημοσίων εσόδων που εμπίπτουν στο πεδίο εφαρμογής του Κώδικα Φορολογικής Διαδικασίας (ν. 4174/2013), για τα οποία εφαρμόζονται μόνον οι διατάξεις του ως άνω Κώδικα, από την ημερομηνία που το χρέος καθίσταται ληξιπρόθεσμο στη Φορολογική Διοίκηση επιβάλλονται επ' αυτού τόκοι και πρόστιμο εκπρόθεσμης καταβολής, σύμφωνα με το άρθρο 6 του παρόντος». 11. Οι διατάξεις των παραγράφων 1 έως 10 του παρόντος άρθρου τίθενται σε ισχύ την 1η Ιανουαρίου 2014, εκτός αν ορίζεται διαφορετικά στις μεταβατικές διατάξεις. 12. Στην παράγραφο 4 του άρθρου 53 του ν. 4174/ 2013 (Α' 170) οι λέξεις «ο Γενικός Γραμματέας» αντικαθίστανται με τις λέξεις «ο Υπουργός Οικονομικών».
Άρθρο 8. Μεταβατικές διατάξεις για την εφαρμογή του Κ.Ε.Δ.Ε.: 1. Αποφάσεις του Υπουργού Οικονομικών, οι οποίες έχουν εκδοθεί κατ' εξουσιοδότηση του προτελευταίου εδαφίου της παρ. 1 του άρθρου 2 του ν.δ. 356/1974, Κ.Ε.Δ.Ε., (Α' 90), όπως ισχύει έως την 31η Δεκεμβρίου 2013, εξακολουθούν να ισχύουν μέχρι την έκδοση απόφασης του Γενικού Γραμματέα Δημοσίων Εσόδων κατ' εξουσιοδότηση της ίδιας ως άνω διάταξης, όπως τροποποιείται με τον παρόντα νόμο. 2. Τα οριζόμενα στην παρ. 4 του άρθρου 2 του ν.δ. 356/ 1974 (Α' 90), όπως τροποποιείται με τον παρόντα νόμο, εφαρμόζονται και επί των ήδη εκδοθέντων, κατά το χρόνο δημοσίευσης του παρόντος νόμου, σύμφωνα με την τελωνειακή νομοθεσία, νόμιμων τίτλων, συμπεριλαμβανομένων των πράξεων επιβολής πολλαπλών τελών, εφόσον το σύννομο της είσπραξης ή της εκτέλεσης δεν έχει αμφισβητηθεί δικαστικά ή, στην περίπτωση δικαστικής αμφισβήτησης, η υπόθεση δεν έχει συζητηθεί στην ουσία της σε πρώτο βαθμό, μέχρι τη δημοσίευση του παρόντος. Κάθε είδους απαιτήσεις των τελωνείων μέχρι το χρόνο δημοσίευσης του παρόντος, δεν απαιτείται να έχουν καταχωριστεί στα βιβλία εισπρακτέων εσόδων, προκειμένου να γίνει σύννομα η είσπραξη και η εκτέλεση και όλες οι σχετικές εισπράξεις και πράξεις εκτέλεσης λογίζονται σύννομες, εφόσον δεν έχει εγερθεί δικαστική αμφισβήτηση ή, στην περίπτωση δικαστικής αμφισβήτησης, η υπόθεση δεν έχει συζητηθεί στην ουσία της σε πρώτο βαθμό, κατά τη δημοσίευση του παρόντος. 3. Για τις απαιτήσεις οι οποίες έχουν καταχωριστεί στα βιβλία εισπρακτέων εσόδων μέχρι και την 31η Δεκεμβρίου 2013, εφαρμόζονται οι διατάξεις του άρθρου 6 του ν.δ. 356/1974, όπως ισχύει έως την ανωτέρω ημερομηνία, ως προς τον υπολογισμό και το ανώτατο όριο των προσαυξήσεων. Το ίδιο ισχύει για τις τελωνειακές απαιτήσεις για τις οποίες αποκτήθηκε νόμιμος τίτλος μέχρι και την ως άνω ημερομηνία. 4. Μέχρι τις 31.12.2015 ο τόκος του πρώτου εδαφίου της παραγράφου 1 του άρθρου 6, όπως αυτό αντικαθίσταται με τον παρόντα νόμο, υπολογίζεται μηνιαία κατά την είσπραξη για ολόκληρο το μήνα. 5. Ειδικά οι διατάξεις της παρ. 2 του άρθρου 6 του ν.δ. 356/1974, όπως αντικαθίσταται με τον παρόντα νόμο, ισχύουν από 1ης Ιανουαρίου 2016. Μέχρι την ημερομηνία αυτή, κατά την εκάστοτε είσπραξη του δημοσίου εσόδου, εισπράττονται υποχρεωτικά επί του καταβαλλόμενου ποσού της οφειλής, οι αναλογούντες τόκοι και το πρόστιμο λόγω εκπρόθεσμης καταβολής. 6. Οι διατάξεις του άρθρου 6 του ν.δ. 356/1974, όπως αντικαθίστανται με τις διατάξεις του παρόντος νόμου εφαρμόζονται και για τις οφειλές σε κάθε άλλο νομικό πρόσωπο ή Αρχή, πλην της Φορολογικής Διοίκησης, οι οποίες βεβαιώνονται μετά την 31η Δεκεμβρίου 2014 και για την είσπραξη των οποίων εφαρμόζονται οι διατάξεις του ν.δ. 356/1974, εκτός εάν από ειδικές διατάξεις ορίζεται διαφορετικά. 7. Οι διατάξεις του άρθρου 7 του ν.δ. 356/1974 (Α' 90), όπως αντικαθίσταται με τις διατάξεις του παρόντος νόμου, εφαρμόζονται για οφειλές για τις οποίες αποκτήθηκε νόμιμος τίτλος κατά το άρθρο 2 του ως άνω νομοθετικού διατάγματος, όπως τροποποιείται με τις διατάξεις του παρόντος νόμου, από 1ης Ιανουαρίου 2014. 8. Όπου στις διατάξεις του ν.δ. 356/1974 (Α' 90), όπως ισχύει μέχρι και την 31η Δεκεμβρίου 2013, αναφέρεται η Δ.Ο.Υ. ή το Τελωνείο ή το Δημόσιο Ταμείο, νοείται η Φορολογική Διοίκηση, με την εξαίρεση των διατάξεων των άρθρων 54, 55 και 62 του ν.δ. 356/1974. 9. Όπου στις διατάξεις του ν.δ. 356/1974 (Α' 90) αναφέρεται αρμοδιότητα του Υπουργού Οικονομικών, αυτή ασκείται από τον Γενικό Γραμματέα Δημοσίων Εσόδων, με την εξαίρεση των άρθρων 3 παράγραφος 5, 62 παράγραφος 1 και 85, η άσκηση των οποίων παραμένει στον Υπουργό Οικονομικών. Όπου σε ειδικές διατάξεις αναφέρεται ο Κώδικας Είσπραξης Δημοσίων Εσόδων (Κ.Ε.Δ.Ε.) ή το ν.δ. 356/1974 νοείται το ν.δ. 356/1974, όπως εκάστοτε ισχύει, εκτός εάν ρητά ορίζεται άλλως.
Άρθρο 9. Συμπλήρωση διατάξεων για το Ταμείο Αξιοποίησης Ιδιωτικής Περιουσίας του Δημοσίου: 1. Το τρίτο εδάφιο της περίπτωσης στ' της παρ. 7 του άρθρου 13 του ν. 4111/2013 (Α'18) αντικαθίσταται ως εξής: «Δεκαπέντε ημέρες μετά τη θέση σε ισχύ της σύμβασης παραχώρησης της περίπτωσης β' της παρούσας παραγράφου και πάντως το αργότερο μέχρι τις 30 Σεπτεμβρίου 2014, η ΟΔΙΕ Α.Ε. τίθεται εκ του νόμου σε λύση και εκκαθάριση». 2.α. Από την έναρξη ισχύος του παρόντος και για το χρονικό διάστημα έως 31.12.2014 αναστέλλονται οι πάσης φύσεως πράξεις ή μέτρα, εκκρεμή ή μη, ατομικής ή συλλογικής διοικητικής και αναγκαστικής εκτέλεσης κατά τον Κώδικα Πολιτικής Δικονομίας ή κάθε άλλη διάταξη ειδικού νόμου, καθώς και η λήψη οποιουδήποτε ασφαλιστικού μέτρου κατά τον Κώδικα Πολιτικής Δικονομίας, τον Κώδικα Διοικητικής Δικονομίας ή κάθε άλλη διάταξη ειδικού νόμου που επισπεύδονται ή ασκούνται από τους πάσης φύσεως δανειστές της «Γ.Μ.Μ.Α.Ε. ΛΑΡΚΟ» για οποιαδήποτε αιτία. β. Από την έναρξη ισχύος του παρόντος τα μέλη του διοικητικού συμβουλίου ή άλλου συλλογικού οργάνου διοίκησης της «Γ.Μ.Μ.Α.Ε. ΛΑΡΚΟ» δεν υπέχουν καμία ευθύνη ποινική, αστική, διοικητική ή άλλη κατά την άσκηση των καθηκόντων τους που αφορούν στη διαδικασία αποκρατικοποίησης ή στην αξιοποίηση επιμέρους περιουσιακών στοιχείων της «Γ.Μ.Μ.Α.Ε. ΛΑΡΚΟ». Επίσης, τα μέλη του διοικητικού συμβουλίου ή άλλου συλλογικού οργάνου διοίκησης της «Γ.Μ.Μ.Α.Ε. ΛΑΡΚΟ» δεν υπέχουν ποινική, αστική, διοικητική ή άλλη ευθύνη και δεν λαμβάνονται ατομικά διοικητικά μέτρα ή μέτρα αναγκαστικής εκτέλεσης κατά αυτών για χρέη της εταιρείας προς το Δημόσιο, νομικά πρόσωπα δημοσίου δικαίου και οργανισμούς του Δημοσίου.
Άρθρο 10. Ρυθμίσεις σχετικά με τις Π.Α.Ε.: 1. Σε περιπτώσεις ειδικής εκκαθάρισης Ποδοσφαιρικών Ανωνύμων Εταιρειών που δεν διαθέτουν κινητή ή ακίνητη περιουσία, για την εξόφληση των ληξιπροθέσμων υποχρεώσεων τους προς το Δημόσιο, είναι δυνατόν, κατόπιν αίτησης του εκκαθαριστή, η οποία γίνεται δεκτή με απόφαση του Γενικού Γραμματέα Δημοσίων Εσόδων, το Δημόσιο να αποδέχεται την εκχώρηση των απαιτήσεων, από σύμβαση ή αδικοπραξία, του υπό ειδική εκκαθάριση νομικού προσώπου κατά τρίτων, εφόσον αυτές έχουν αναγνωριστεί με τελεσίδικες δικαστικές αποφάσεις. Η αίτηση του προηγούμενου εδαφίου συνοδεύεται απαραίτητα από: α)επικυρωμένο αντίγραφο των εκδοθεισών δικαστικών αποφάσεων, β)πιστοποιητικό τελεσιδικίας τους και γ)έκθεση ορκωτών ελεγκτών, από την οποία προκύπτει η έλλειψη ακίνητης ή κινητής περιουσίας του υπό ειδική εκκαθάριση νομικού προσώπου, για την ικανοποίηση των απαιτήσεων του Δημοσίου. Η απόφαση του Γενικού Γραμματέα, σύμφωνα με το πρώτο εδάφιο, εκδίδεται εντός τριάντα (30) ημερών από την κατάθεση της αιτήσεως. 2. Η σύμβαση εκχώρησης συνάπτεται μεταξύ του εκκαθαριστή του νομικού προσώπου, ο οποίος ενεργεί για λογαριασμό του εκχωρητή, και του Προϊστάμενου της αρμόδιας φορολογικής αρχής του υπό ειδική εκκαθάριση νομικού προσώπου, ο οποίος ενεργεί για λογαριασμό του Δημοσίου, εντός τριάντα (30) ημερών από τη δημοσίευση της απόφασης του Γενικού Γραμματέα της πρώτης παραγράφου. Μετά την αναγγελία της εκχώρησης στους οφειλέτες, το Δημόσιο υπεισέρχεται αυτοδικαίως στα δικαιώματα του εκχωρητή και δύναται να παρίσταται και ως πολιτικώς ενάγον σε κάθε ποινική δίκη, η οποία άρχεται μετά το χρόνο αυτό, σχετική με αδίκημα, με το οποίο συνδέονται οι εκχωρηθείσες απαιτήσεις, κατά παρέκκλιση κάθε άλλης γενικής ή ειδικής διάταξης νόμου. 3. Η εκχώρηση, σύμφωνα με τις διατάξεις των προηγούμενων παραγράφων, δεν επηρεάζει την προβλεπόμενη από γενικές ή ειδικές διατάξεις ευθύνη της υπό ειδική εκκαθάριση Ποδοσφαιρικής Ανώνυμης Εταιρείας, καθώς και την προσωπική ευθύνη κάθε τρίτου συνυποχρέου με αυτή, έναντι του Ελληνικού Δημοσίου, για τις σχετικές με την εκχώρηση οφειλές, ούτε οποιαδήποτε άλλη προβλεπόμενη από κάθε διάταξη ευθύνη τους. Το Ελληνικό Δημόσιο, και μετά την εκχώρηση, δεν κωλύεται να λάβει οποιοδήποτε προβλεπόμενο από τις κείμενες διατάξεις μέτρο αναγκαστικής εκτέλεσης για την είσπραξη οφειλής και κατά των προσώπων του προηγούμενου εδαφίου.
Άρθρο 11. Ρυθμίσεις για το Ε.ΣΥ.Π.: 1. Το πρώτο εδάφιο της παρ. 1 του άρθρου 38 του ν. 3979/2011 (Α' 138), όπως τροποποιήθηκε με το άρθρο 75 του ν. 4170/2013 (Α'163), αντικαθίσταται ως εξής: «1. Οι δαπάνες για την παροχή υπηρεσιών ηλεκτρονικών επικοινωνιών και των συναφών προς αυτές πληροφοριακών συστημάτων, όλων των φορέων της Γενικής Κυβέρνησης, με την επιφύλαξη των διατάξεων της παραγράφου 4 του παρόντος, εξοφλούνται υπό την απαραίτητη προϋπόθεση ότι έχουν προηγουμένως καταχωρηθεί στο Ενιαίο Σύστημα Πληρωμών (Ε.ΣΥ.Π.) που εγκαθίσταται και λειτουργεί στη Γενική Γραμματεία Πληροφοριακών Συστημάτων του Υπουργείου Οικονομικών, η οποία είναι αρμόδια για τη διαχείριση και τη λειτουργία του». 2. Το δεύτερο εδάφιο της παρ. 1 του άρθρου 38 του ν. 3979/2011 (Α' 138), όπως τροποποιήθηκε με το άρθρο 75 του ν. 4170/2013 (Α' 163), καταργείται. 3. Στην παρ. 2 του άρθρου 38 του ν. 3979/2011 (Α' 138), όπως τροποποιήθηκε με το άρθρο 75 του ν. 4170/2013 (Α'163), οι λέξεις «εντός πέντε (5) μηνών» αντικαθίστανται από τις λέξεις «εντός τριών (3) μηνών». 4. Η παρ. 3 του άρθρου 38 του ν. 3979/2011 (Α' 138), όπως τροποποιήθηκε με το άρθρο 75 του ν. 4170/2013 (Α' 163), αντικαθίσταται ως εξής: «3. Μέσα σε τρεις (3) μήνες από την έναρξη λειτουργίας του Ε.ΣΥ.Π. , οι πάροχοι υπηρεσιών ηλεκτρονικών επικοινωνιών οφείλουν να καταχωρίσουν στο Ε.ΣΥ.Π., μέσω πληροφοριακού συστήματος διαχείρισης, κάθε στοιχείο που αφορά υπηρεσίες ηλεκτρονικών επικοινωνιών προς τους φορείς της παραγράφου 1. Μετά το πέρας της ανωτέρω προθεσμίας: (α) τα σχετικά τέλη και δαπάνες εξοφλούνται με την αναγκαία προϋπόθεση καταχώρησης στο Ε.ΣΥ.Π., σύμφωνα με τα οριζόμενα στην απόφαση του Υπουργού Οικονομικών που προβλέπεται στην επόμενη υποπαράγραφο και (β) κανένα τέλος ή δαπάνη δεν αναγνωρίζεται ούτε εκκαθαρίζεται ή πληρώνεται εάν δεν είναι προηγουμένως καταχωρημένο στο Ε.ΣΥ.Π.. Το Ε.ΣΥ.Π. θα εκδίδει αποδεικτικό καταχώρησης και αυτό θα αποτελεί στοιχείο της κανονικότητας της δαπάνης. Τυχόν πληρωμή τελών και δαπανών που δεν έχουν καταχωρηθεί στο Ε.ΣΥ.Π., θεωρείται αυτοδίκαια μη νόμιμη και επέρχονται οι εξής κυρώσεις: Οι υπάλληλοι και οι δημόσιοι λειτουργοί οι οποίοι εμπλέκονται στη διαδικασία καταχώρησης και πληρωμής των ως άνω τελών ή δαπανών, σε περίπτωση πληρωμής τέλους ή δαπάνης χωρίς το απαιτούμενο αποδεικτικό καταχώρησης, αντιμετωπίζουν τις κυρώσεις που προβλέπονται στις διατάξεις των άρθρων 256 Π.Κ. «Απιστία σχετική με την Υπηρεσία», 259 Π.Κ. «Παράβαση καθήκοντος» και 261 Π.Κ. «Παρότρυνση υφισταμένων και ανοχή». Με απόφαση του Υπουργού Οικονομικών, κατόπιν εισήγησης του Γενικού Γραμματέα Πληροφοριακών Συστημάτων, ορίζεται ομάδα διοίκησης έργου, η οποία θα συντονίζει και θα επιβλέπει την αποτελεσματική λειτουργία του Ε.ΣΥ.Π. και καθορίζονται ο χρόνος έναρξης λειτουργίας του Ε.ΣΥ.Π., η διαδικασία και ο ειδικότερος τρόπος καταχώρισης, η οργάνωση και λειτουργία του πληροφοριακού συστήματος διαχείρισης η διαδικασία, ο χρόνος και τα στοιχεία καταχώρισης στο Ε.ΣΥ.Π, η μορφή και τα στοιχεία του αποδεικτικού καταχώρησης, η διαλειτουργικότητα των πληροφοριακών συστημάτων του Ε.ΣΥ.Π. με άλλα συστήματα για την παρακολούθηση και εκτέλεση του προϋπολογισμού. Κατά τα λοιπά, ισχύουν οι διατάξεις του ν. 2362/1995 (Α'247). Ειδικά, για την ανώνυμη εταιρεία με την επωνυμία «Κοινωνία της Πληροφορίας Α.Ε.», ο χρόνος έναρξης της εφαρμογής της διαδικασίας που ορίζεται στο προηγούμενο εδάφιο θα καθοριστεί με κοινή απόφαση του Υπουργού Διοικητικής Μεταρρύθμισης και Ηλεκτρονικής Διακυβέρνησης και του Υπουργού Οικονομικών». 5. Οι παράγραφοι 4 και 6 του άρθρου 38 του ν. 3979/2011 (Α' 138), καταργούνται. 6. Στην παρ.1 του άρθρου 39 του ν. 3979/2011 (Α' 138), όπως τροποποιήθηκε με την παρ. 4α του άρθρου 1 του ν. 4038/2012 (Α'142), προστίθεται εδάφιο ως εξής: «Με κοινή απόφαση του Υπουργού Διοικητικής Μεταρρύθμισης και Ηλεκτρονικής Διακυβέρνησης και του Υπουργού Οικονομικών καθορίζονται τα ανώτατα επιτρεπτά όρια για το τηλεπικοινωνιακό κόστος των υπαγόμενων στο Δίκτυο Δημόσιου Τομέα Φορέων».
Άρθρο 12. Ρυθμίσεις Φ.Π.Α.: 1. Η παρ. 30 του Κεφαλαίου Α' «Αγαθά» του Παραρτήματος III του Κώδικα Φ.Π.Α., όπως προστέθηκε με την παρ. 5.α του άρθρου ενδέκατου του ν. 4211/ 2013 (Α' 256), συνεχίζει να ισχύει μέχρι 31.12.2014. 2. Η αναστολή κατάργησης της παραγράφου 6 του Κεφαλαίου Β' - «Υπηρεσίες» του Παραρτήματος III, του Κώδικα Φ.Π.Α., που έγινε με την παράγραφο 14 του άρθρου 74 του ν. 4172/2013 (Α'167), ισχύει μέχρι 31.12.2014. 3. Η αναστολή ισχύος της παραγράφου 2 του Κεφαλαίου Γ «Εξαιρέσεις από το Παράρτημα» του Παραρτήματος III του Κώδικα Φ.Π.Α., που υιοθετήθηκε με την παρ. 14 του άρθρου 74 του ν. 4172/2013, ισχύει μέχρι 31.12.2014.
Άρθρο 13. Διατάξεις για την οργάνωση της Ελληνικής Προεδρίας: 1. Για τις ανάγκες που θα προκύψουν κατά την Ελληνι κή Προεδρία της Ε.Ε. το πρώτο εξάμηνο του έτους 2014, επιτρέπεται η απόσπαση υπαλλήλων κρατών - μελών της Ε.Ε. στην Ελληνική Δημοκρατία (Υπουργείο Οικονο μικών), προκειμένου να συνδράμουν με την παροχή ειδι κών γνώσεων τις Υπηρεσίες του Υπουργείου Οικονομι κών. Οι αποδοχές των υπαλλήλων αυτών καταβάλλονται από την υπηρεσία προέλευσης. Το χρονικό διάστημα για το οποίο διενεργείται η απόσπαση δύναται να αρχίσει από την έναρξη ισχύος της παρούσας και δεν δύναται να υπερβεί την 30ή Ιουνίου 2014. 2. Στο τέλος της παρ. 2 του άρθρου όγδοου, του ν. 4211/2013 (Α' 256), προστίθενται λέξεις ως εξής: «, τηρουμένων κατά τα λοιπά των όρων και προϋποθέσεων που ορίζονται από τις ισχύουσες διατάξεις, εξαιρουμένης της υποχρέωσης κατάθεσης τραπέζι- κής εγγυητικής επιστολής ή αξιόχρεης εγγύησης τρίτου προσώπου του άρθρου 5 παρ. 2 εδάφιο α' της ΑΥΟ Φ31/13/3.6.2003».
Άρθρο 14. Κεντρικοί Αυτοτελείς Πόροι: Η προβλεπόμενη, στην παρ. 5 του άρθρου 259 του ν. 3852/2010, τελική εκκαθάριση της απόδοσης των εσόδων στους ΟΤΑ α' βαθμού από τον τακτικό προϋπολογισμό, με βάση τα απολογιστικά στοιχεία εσόδων του αντίστοιχου έτους, δεν έχει εφαρμογή για τα έτη 2009 έως και 2013. Ως τελικές αποδόσεις εσόδων από τον τακτικό προϋπολογισμό στους ΟΤΑ α' βαθμού στα αντίστοιχα οικονομικά έτη λογίζονται τα ποσά που αποδόθηκαν με προκαταβολές βάσει των προεκτιμώμενων εσόδων ανά έτος.
Άρθρο 15. Ρυθμίσεις για το πρόγραμμα ΘΗΣΕΑΣ: Τροποποιείται το άρθρο 8 του ν. 4147/2013 (Α' 98) «Ποσοστό ΣΑΤΑ για το Πρόγραμμα ΘΗΣΕΑΣ» ως εξής: «Ποσοστό έως είκοσι πέντε τοις εκατό (25%) των Κεντρικών Αυτοτελών Πόρων του άρθρου 259 του ν. 3852/ 2010 (Α' 87) παράγραφος Ια, που διατίθενται για την κάλυψη επενδυτικών δαπανών των δήμων (ΣΑΤΑ). Το ακριβές ποσοστό θα καθορίζεται από την κοινή υπουργική απόφαση που προβλέπεται από την παρ. 4 του άρθρου 259 του ν. 3852/2010 (Α' 87), όπως τροποποιήθηκε με την παρ. 12 του άρθρου 9 του ν. 4071/2012 (Α' 85). Το ύψος του ποσοστού θα καθορίζεται κάθε φορά με κριτήριο τις ανάγκες του προγράμματος «ΘΗΣΕΑΣ»».
Άρθρο 16. Παράταση χορήγησης αναπηρικής σύνταξης και θέματα άσκησης καθηκόντων: 1. Η ισχύς της διάταξης του άρθρου 66 του ν. 4144/2013 (Α' 88) παρατείνεται από τη λήξη της, στις 31.10.2013, μέχρι τις 28.02.2014. 2. Το άρθρο 31 του ν. 3730/2008 (Α' 262), όπως τροποποιήθηκε με το άρθρο 31 του ν. 4033/2011 (Α' 264) αντικαθίσταται ως εξής: «Με την επιφύλαξη του άρθρου 193 του ν. 4001/2011 (Α' 179), η προθεσμία που ορίζεται στο πρώτο εδάφιο της παρ. 1 του άρθρου 21 του ν. 3581/2007 (Α' 140) παρατείνεται μέχρι τις 31.12.2014». 3. Η διάρκεια ισχύος της κατ' εξαίρεση παράλληλης άσκησης από τον Γενικό Γραμματέα Καταναλωτή των καθηκόντων του Γενικού Γραμματέα Βιομηχανίας του Υπουργείου Ανάπτυξης και Ανταγωνιστικότητας, σύμφωνα με το άρθρο 71 του ν. 4146/2013 (Α' 90) παρατείνεται μέχρι 31.12.2014. 4. Η προθεσμία της παρ. 2 του άρθρου 124 του ν. 4199/2013 (Α' 216) παρατείνεται έως και 31.1.2014. 5. Στην παρ. 15 του άρθρου 9 του ν.4051/2012 (Α' 40), όπως αυτό τροποποιήθηκε και ισχύει, οι λέξεις «μέχρι τις 31.12.2013» αντικαθίστανται από τις λέξεις «μέχρι τις 31.12.2014».
Άρθρο 17.: 1. Συστήνεται κλάδος ΠΕ ιατρών - οδοντιάτρων πλήρους και αποκλειστικής απασχόλησης στις Διοικήσεις των Υγειονομικών Περιφερειών (ΔΥΠΕ). 2. Συστήνονται και οι ακόλουθοι κλάδοι στις Διοικήσεις των Υγειονομικών Περιφερειών (ΔΥΠΕ): Α/α Κατηγορία Κλάδος Α1) ΠΕ Διοικητικού - Οικονομικού - Λογιστικου Α2) Νοσηλευτικής A3) Φυσικών Ιατρικής - Ακτινοφυσικών Α4) Χημικών - Βιοχημικών - Βιολόγων Α5) Ψυχολόγων Α6) Κοινωνικής Εργασίας Β1) ΤΕ Διοικητικού - Λογιστικού Β2) Ιατρικών Εργαστηρίων Β3) Νοσηλευτικής Β4) Μαιευτικής Β5) Φυσικοθεραπείας Β6) Ραδιολογίας - Ακτινολογίας Β7) Οδοντοτεχνιτών Β8) Μηχανικών Β9) Κοινωνικής Εργασίας Επισκεπτών/πτριών Υγείας Β10) Δημόσιας Υγιεινής Β11) Λογοθεραπείας Εργοθεραπείας Οικιακής Οικονομίας Β12) Τεχνολογίας Τροφίμων Β13) Διοίκησης Μονάδων Υγείας και Πρόνοιας Γ1) ΔΕ Προσωπικού Η/Υ Γ2) Διοικητικών Γραμματέων Γ3) Βοηθών Νοσοκόμων Γ4) Βοηθών Ιατρικών & Βιολογικών Εργαστηρίων Γ5) Μαγείρων Γ6) Προσωπικό Ασφαλείας Γ7) Τηλεφωνητών Γ8) Χειριστών Ιατρικών Συσκευών Γ10) Βοηθών Οδοντοτεχνιτών Γ11) Τεχνικού Δ1) ΥΕ Βοηθητικού Προσωπικού Δ2) Βοηθητικού Υγειονομικού Προσωπικού Δ3) Προσωπικού Καθαριότητας Δ4) Φυλάκων Νυχτοφυλάκων Δ5) Εργατών 3. Η καταβαλλόμενη μισθοδοσία στο προσωπικό, το οποίο εντάσσεται στους κλάδους των παραγράφων 1 και 2 του παρόντος άρθρου διέπεται από τις διατάξεις του ν. 4024/2011. 4. Οι θέσεις των παραγράφων 1 και 2 του παρόντος άρθρου συστήνονται κατά κατηγορία, κλάδο ή και ειδικότητα και προστίθενται αντιστοίχως σε κάθε ΔΥΠΕ με κοινή απόφαση των Υπουργών Υγείας, Οικονομικών και Διοικητικής Μεταρρύθμισης και Ηλεκτρονικής Διακυβέρνησης. 5. Η τοποθέτηση του προσωπικού που υπηρετεί στις θέσεις της παραγράφου 4 του παρόντος άρθρου, γίνεται με απόφαση του Διοικητή κάθε ΥΠΕ, ύστερα από αίτηση του ενδιαφερομένου και αξιολόγηση των αναγκών του δικτύου πρωτοβάθμιας φροντίδας υγείας της περιφέρειας του. 6. Τυχόν κενές θέσεις όλων των ανωτέρω οριζομένων κατηγοριών και κλάδων και για όσο διάστημα αυτές μένουν κενές, δύναται να καλύπτονται από επικουρικό προσωπικό σύμφωνα με τις ισχύουσες διαδικασίες.
Άρθρο 18.: Οι δαπάνες προμήθειας καυσίμων των Γενικών Επιτελείων του Υπουργείου Εθνικής Άμυνας, μέχρι και την υπογραφή της πρώτης κατά Γενικό Επιτελείο εκτελεστικής συμφωνίας της Σύμβασης Πλαίσιο που εγκρίθηκε από τη διακομματική επιτροπή για προϊόντα και υπηρεσίες Σημαντικής Οικονομικής και Τεχνολογικής Αξίας στις 25 Οκτωβρίου 2013, εξοφλούνται κατά παρέκκλιση των διατάξεων της κείμενης νομοθεσίας εφόσον: 1. Προσκομίζονται τα αναγκαία, σύμφωνα με το νόμο, παραστατικά πραγματοποίησης της δαπάνης. 2. Βεβαιώνεται, από τις αναθέτουσες αρχές η αδυναμία προσφυγής σε διαγωνιστικές διαδικασίες. 3. Έχουν παρακρατηθεί όλοι οι αναλογούντες υπέρ Δημοσίου φόροι και εισφορές. Οι ανωτέρω δαπάνες δεν θα ξεπερνούν το όριο των εγγεγραμμένων πιστώσεων του προϋπολογισμού του Υπουργείου Εθνικής Άμυνας του τρέχοντος οικονομικού έτους. Η παρούσα διάταξη είναι ειδική και κατισχύει κάθε αντίθετης.
Άρθρο 19.: Η παρ. 2 του άρθρου 19α του ν. 4015/2011 (Α' 210) με εξαίρεση το προτελευταίο και τελευταίο εδάφιο, όπως αυτή προστέθηκε με το άρθρο 8 περίπτωση β' του ν. 4138/2013, αντικαθίσταται ως εξής: «Οι διατάξεις του άρθρου 115 του ν. 2238/1994, του άρθρου 14 του ν. 2523/1997, με εξαίρεση τις φορολογικές παραβάσεις της παραγράφου 1 του εδαφίου 4 του άρθρου αυτού, όπως ισχύουν, του άρθρου 55 του ν. 2859/2000, καθώς επίσης και οποιεσδήποτε άλλες διατάξεις νόμων, οι οποίες προβλέπουν ατομική και αλληλέγγυο ευθύνη φυσικών προσώπων με νομικό πρόσωπο ή προσωπική κράτηση ή διοικητικά μέτρα ή διοικητικές κυρώσεις ή ποινική ή αστική ευθύνη, για τη μη καταβολή φόρων, τελών, εισφορών, δασμών προς το Δημόσιο ή Ν.Π.Δ.Δ. συμπεριλαμβανομένων των οργανισμών κυρίας και επικουρικής ασφάλισης, αναστέλλονται, τα δε επιβληθέντα αίρονται, για χρονικό διάστημα ενός έτους, για τους Προέδρους και τα μέλη των Διοικητικών Συμβουλίων των Αγροτικών Συνεταιριστικών Οργανώσεων κάθε βαθμού (του ν. 2810/ 2000, όπως ισχύει, συμπεριλαμβανομένων και των συνεταιριστικών εταιρειών ΑΕ του άρθρου 32 του ιδίου νόμου), καθώς και για τους Γενικούς Διευθυντές, τους Διευθυντές, τους Διαχειριστές, τους Γραμματείς, τους Ταμίες των Οργανώσεων αυτών, εφόσον διαρκεί η θητεία τους ή έχει καθ' οιονδήποτε τρόπο λήξει μέχρι την έναρξη ισχύος του νόμου αυτού, με την προϋπόθεση ότι οι οργανώσεις αυτές συγχωνεύονται ή/και μετατρέπονται σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου αυτού ή τίθενται σε καθεστώς εκκαθάρισης ή έχουν τεθεί σε εκκαθάριση με οποιονδήποτε τρόπο, συμπεριλαμβανομένης και της ειδικής εκκαθαρίσεως και αυτή δεν έχει περατωθεί. Για τα πρόσωπα της παραγράφου αυτής, χορηγείται φορολογική και ασφαλιστική ενημερότητα. Για το ίδιο χρονικό διάστημα αναστέλλονται και όλες οι ποινικές υποθέσεις, που εκκρεμούν ενώπιον των ποινικών δικαστηρίων, για τα προαναφερόμενα πρόσωπα και για τις ίδιες αιτίες. Η άνω διάταξη δεν έχει εφαρμογή για τις περιπτώσεις, που τα προαναφερόμενα πρόσωπα έχουν καταδικαστεί για αδικήματα από δόλο σε βάρος της περιουσίας όλων των προαναφερόμενων νομικών προσώπων. Η ανωτέρω προθεσμία μπορεί να παραταθεί για χρονικό διάστημα ενός έτους με κοινή απόφαση των Υπουργών Οικονομικών, Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων και Δικαιοσύνης, Διαφάνειας και Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων».
Άρθρο 20. Τροποποίηση διατάξεων του ν. 4015/2011 (Α' 210): 1) Η παρ. 8 του άρθρου 18 του ν. 4015/2011, όπως αντικαταστάθηκε με την περίπτωση β' της παρ. 1 του τρίτου άρθρου του ν. 4171/2013 (Α' 166), αντικαθίσταται ως εξής: «8. Οι υφιστάμενες κατά την έναρξη ισχύος του παρόντος νόμου Αγροτικές Συνδικαλιστικές Οργανώσεις υποχρεούνται να προβούν στις αναγκαίες καταστατικές αλλαγές, σύμφωνα με τα οριζόμενα στο άρθρο 17 του νόμου αυτού, το αργότερο μέχρι την 30ή Απριλίου 2014. Για το σκοπό αυτόν, παρατείνεται για το ίδιο χρονικό διάστημα η θητεία των διοικήσεων και των οργάνων διοίκησης των Αγροτικών Συνδικαλιστικών Οργανώσεων όλων των βαθμίδων (Αγροτικών Συλλόγων, Ομοσπονδιών, Συνομοσπονδιών)». 2) Η παρ. 10 του άρθρου 18 του ν. 4015/2011, όπως αυτή αντικαταστάθηκε με την περίπτωση α' της παρ. 1 του άρθρου 168 του ν. 4099/2012 (Α' 250) που ακολούθως αντικαταστάθηκε με την περίπτωση γ' της παρ. 1 του τρίτου άρθρου του ν. 4171/2013 (Α' 166), αντικαθίσταται ως εξής: «10. Οι προθεσμίες που προβλέπονται στις παραγράφους 1 και 9 του παρόντος άρθρου ως και οι προθεσμίες που προβλέπονται στις διατάξεις του άρθρου 19 του παρόντος νόμου, λήγουν την 30ή Απριλίου 2014». 3) Το δεύτερο εδάφιο του άρθρου 20 του ν. 4015/2011, όπως αυτό αντικαταστάθηκε με την περίπτωση γ' της παρ. 1 του άρθρου 168 του ν. 4099/2012, που ακολούθως αντικαταστάθηκε με την περίπτωση ε' της παρ. 1 του τρίτου άρθρου του ν. 4171/2013 (Α' 166), αντικαθίσταται ως εξής: «Οι διατάξεις των άρθρων 26 έως και 32 του ν. 2810/ 2000 (Α' 108) καταργούνται από 1η Μαΐου 2014, πλην της παραγράφου 6 του άρθρου 26». 4) Η προθεσμία του πρώτου εδαφίου της παρ. 3 του άρθρου 4 του ν. 4015/2011, όπως παρατάθηκε με την παράγραφο 2 του τρίτου άρθρου του ν. 4171/2013 (Α' 166) παρατείνεται, από τότε που έληξε, έως και την 28η Φεβρουαρίου 2014.
Άρθρο 21.: Στην παρ. 7 του άρθρου 40 του ν. 2084/1992, όπως αντικαταστάθηκε με την παρ. 18 του άρθρου 10 του ν. 3863/2010 και το άρθρο 40 του ν. 3996/2011, προστίθεται τρίτο εδάφιο ως εξής: «Ο χρόνος που έχει διανυθεί στην εισοδηματική ενίσχυση του άρθρου 13 του ν. 3460/2006, ως τροποποιήθηκε με το άρθρο 11 του ν. 3660/2008, του ν. 3526/2007, καθώς και του ν. 3746/2009 άρθρο 75 είναι χρόνος πραγματικής εργασίας και λαμβάνεται υπόψη για τη συμπλήρωση των προϋποθέσεων λήψης πλήρους ή μειωμένης σύνταξης δίχως να συνυπολογίζεται στο ανώτατο όριο αναγνωριστέου πλασματικού χρόνου του άρθρου 40 του ν. 3996/2011».
Άρθρο 22. Έναρξη ισχύος: Η ισχύς του νόμου αυτού αρχίζει από τη δημοσίευση του στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως, εκτός αν ορίζεται διαφορετικά στις επιμέρους διατάξεις του. Παραγγέλλομε τη δημοσίευση του παρόντος στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως και την εκτέλεση του ως νόμου του Κράτους. Αθήνα, 31 Δεκεμβρίου 2013.