Καραγιάννης & Συνεργάτες - Δικηγορικό Γραφείο

ΚΑΡΑΓΙΑΝΝΗΣ - ΣΤΑΜΑΤΙΟΥ
& ΣΥΝΕΡΓΑΤΕΣ

ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΑ ΓΡΑΦΕΙΑ | ΑΘΗΝΑ - ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗ

Επικοινωνήστε μαζί μας
2103810723 (Αθήνα) | 2310525720 (Θεσσαλονίκη) | info@karagiannislawfirm.gr

Κλοπή πιστωτικής κάρτας (Ειρηνοδικείο Αθηνών - Αριθμός απόφασης 917/2011)

Οι αναλήψεις μετρητών, οι οποίες όλες πραγματοποιήθηκαν πριν την ακύρωση της κάρτας, έγιναν μέσω της συνδυασμένης χρήσης της κάρτας και του προσωπικού αριθμού αναγνώρισης (PIN) του πελάτη. Από το ότι οι αναλήψεις αυτές έγιναν αμέσως μετά την κλοπή της τσάντας του ενάγοντα που περιείχε την εν λόγω πιστωτική κάρτα, και με μεγάλη ταχύτητα, ότι πραγματοποιήθηκαν διαδοχικά, μεσολαβούντος ελάχιστου χρόνου και δη δευτερολέπτων, μεταξύ των αναλήψεων, χωρίς να γίνει καμία εσφαλμένη προσπάθεια εισαγωγής του προσωπικού αριθμού αναγνώρισης (PIN) του ενάγοντα, παρά μόνο αποτυχημένη προσπάθεια λόγω υπέρβασης του πιστωτικού ορίου, σαφώς προκύπτει ότι το πρόσωπο που πραγματοποίησε τις προαναφερόμενες συναλλαγές, κατείχε την κάρτα και γνώριζε το (PIN) του ενάγοντα. Ο δε κωδικός αυτός (PIN) προφανώς βρισκόταν στην τσάντα του ενάγοντα μαζί με τα λοιπά έγγραφα. Βαρεία αμέλεια του ενάγοντα. Ευθύνη της εναγόμενης τράπεζας ενδοσυμβατική ή εξωσυμβατική δεν αποδεικνύεται. Με την υπό κρίση αγωγή, ο ενάγων, όπως παραδεκτά, κατ’ άρθρο 224 εδ. β’ ΚΠολΔ, διόρθωσε αυτή, με δήλωσή του, που καταχωρήθηκε στα ταυτάριθμα με την παρούσα πρακτικά, από την εσφαλμένη διεύθυνση της εναγόμενης *** στην ορθή *** και παραδεκτά επίσης μετέτρεψε εν μέρει το πρώτο αίτημά του από καταψηφιστικό σε αναγνωριστικό για το ποσό των 1.650 ευρώ, εκθέτει ότι, κατά τον αναφερόμενο στην αγωγή χρόνο, συνήψε με την εναγόμενη σύμβαση και χορηγήθηκε σ’ αυτόν η πιστωτική κάρτα που αναφέρεται στην αγωγή του. Ότι την 13.8.2009 και περί ώρα 11.55, εκλάπη από άγνωστους δράστες, από το αυτοκίνητό του, τσάντα, περιέχουσα, έγγραφα, μεταξύ των οποίων και τρεις πιστωτικές κάρτες της εναγόμενης, μία εκ των οποίων ήταν και η ως άνω χορηγούμενη πιστωτική κάρτα. Ότι μονολότι αυτός, άμεσα, ήτοι εντός ολίγων λεπτών, προέβη στη γνωστοποίηση του γεγονότος στην εναγόμενη, η οποία ακύρωσε της κάρτες περί ώρα 12.10, στον με ημερομηνία 14.9.2009 εκδοθέντα και αποσταλέντα σ’ αυτόν λογαριασμό, η εναγόμενη, του χρέωσε τρεις διαδοχικές αναλήψεις, 600,00 ευρώ, η κάθε μια, που έγιναν την ημέρα της κλοπής από το κατάστημα της *** Τράπεζας της Νέας Μάκρης. Ότι παρά τις οχλήσεις του, η εναγόμενη δεν ακύρωσε τις ως άνω επιλήψιμες συναλλαγές και καταλόγισε εις βάρος του το ποσό των επίδικων αναλήψεων, συνολικού ύψους 1.827,00 ευρώ, εκ των οποίων ήδη κατέβαλε στην εναγόμενη το ποσό των 150 ευρώ. Ότι η ως άνω συμπεριφορά που επιδεικνύει η εναγόμενη είναι αντισυμβατική, αλλά ταυτόχρονα και αντίθετη στους κανόνες των χρηστών ηθών, προκαλώντας σ’ αυτόν ηθική βλάβη. Με βάση το ιστορικό αυτό ζητεί ο ενάγων να υποχρεωθεί να του καταβάλει το ποσό των 150 ευρώ και να αναγνωριστεί, μετά την ως άνω εν μέρει μετατροπή-περιορισμό του αιτήματός του από καταψηφιστικό σε αναγνωριστικό, ότι η εναγόμενη του οφείλει το ποσό των 1650 (1800-150) ευρώ, πλέον του ποσού των προσαυξημάτων που θα του επιβάλει η εναγόμενη, τα οποία είναι άγνωστα κατά τον παρόντα χρόνο, ως θετική ζημία και να υποχρεωθεί να του καταβάλει το ποσό των 1.500 ευρώ, ως χρηματική ικανοποίηση για την ηθική βλάβη που υπέστη και να καταδικαστεί αυτή (εναγόμενη) στην καταβολή των δικαστικών του εξόδων. Μ’ αυτό το περιεχόμενο και αίτημα η αγωγή παραδεκτά εισάγεται να συζητηθεί ενώπιον του αρμοδίου αυτού Δικαστηρίου (άρθρα 14 παρ. 1 εδ. α και 25 παρ. 2 ΚΠολΔ), κατά τις διατάξεις της τακτικής διαδικασίας, και είναι επαρκώς ορισμένη (άρθρο 216 ΚΠολΔ), πλην του αιτήματος περί καταβολής από την εναγόμενη στον ενάγοντα των προσαυξημάτων που τυχόν θα προκύψει, το οποίο είναι παντελώς αόριστο και είναι νόμιμη, στηριζόμενη στα άρθρα 288, 346, 361, 914 σε συνδ. με 713 επ., 919, 932 ΑΚ και 25-28 ΝΔ 17.7/13.8.1923 «περί ειδικών διατάξεων επί ανωνύμων εταιρειών», 4 § 1 ΥΑ Ζ1 -178/2001, 70 και 176 ΚΠολΔ. […] Από την ένορκη, ενώπιον του ακροατηρίου κατάθεση του μάρτυρα της εναγομένης από τα έγγραφα, την υπ’ αριθμ. 6804/24.11.2010 ένορκη βεβαίωση ενώπιον της συμβολαιογράφου Αθηνών, ***, που λήφθηκε υπό τους όρους του νόμου, που προσκομίζουν και επικαλούνται οι διάδικοι αποδείχθηκαν κατά την κρίση του Δικαστηρίου τ’ ακόλουθα πραγματικά περιστατικά: Κατόπιν της από 24.6.2009 αίτησης του ενάγοντα συνήφθη σύμβαση με την εναγόμενη για τη χορήγηση σ’ αυτόν πιστωτικής κάρτας. Κατόπιν τούτου χορηγήθηκε στον ενάγοντα η υπ’ αριθμ. *** πιστωτική κάρτα *** Mastercard *** με τους περιεχόμενους στη συναφθείσα σύμβαση όρους και συμφωνίες. Την 13.8.2009 και περί ώρα 11.55 στη Ραφήνα Αττικής, έξω από το υποκατάστημα της *** Τράπεζας, άγνωστοι δράστες αφαίρεσαν από το αυτοκίνητό του μικρή τσάντα, εντός της οποίας, μεταξύ άλλων εγγράφων υπήρχαν τρεις κάρτες έκδοσης της εναγομένης και συγκεκριμένα η mastercard ***, η *** visa και μία *** card. Λίγη ώρα αργότερα ο ενάγων από το κατάστημα της ***, που βρισκόταν πλησίον της *** Τράπεζας, επικοινώνησε τηλεφωνικά με την αρμόδια υπηρεσία της εναγομένης, προκειμένου να προβεί στην ακύρωση των καρτών. Ειδικότερα, ο ενάγων συνδέθηκε με εκπρόσωπο της *** την 13.8.2009 και περί ώρα 12.10, οπότε και ξεκίνησε η διαδικασίας ακύρωσης. Η παραπάνω υπ’ αριθμ. *** ακυρώθηκε από την υπηρεσία εξυπηρέτησης *** της εναγόμενης στις 12.13.46. Όπως εκ των υστέρων διαπιστώθηκε την ίδια ημέρα της κλοπής (13.8.2009) πραγματοποιήθηκαν από την εν λόγω κάρτα, τρεις διαδοχικές αναλήψεις μετρητών, ύψους 600,00 ευρώ έκαστη από Αυτόματη Ταμειολογιστική Μηχανή (ATM) της *** Τράπεζας της Νέας Μάκρης. Οι αναλήψεις αυτές, όπως προκύπτει από τα έγγραφα που η τράπεζα προσκομίζει, και ο ενάγων δεν αμφισβητεί, πραγματοποιήθηκαν η πρώτη στις 12.11.04, η δεύτερη στις 12.11.44 και η τρίτη 12.12.44, δηλαδή η πρώτη και η δεύτερη έγιναν διαδοχικά, ενώ ένα λεπτό αργότερα έγινε η τρίτη ανάληψη. Οι αναλήψεις αυτές, οι οποίες όλες πραγματοποιήθηκαν πριν την ακύρωση της κάρτας, έγιναν μέσω της συνδυασμένης χρήσης της κάρτας και του προσωπικού αριθμού αναγνώρισης (PIN) του πελάτη. Μεταξύ της δεύτερης και τρίτης ανάληψης, καθώς και μετά από την τρίτη, έγιναν και άλλες διαδοχικές προσπάθειες ανάληψης μετρητών, ύψους 1.000, 400, 300, 200 ευρώ οι οποίες όμως ήταν ανεπιτυχείς, όχι λόγω της εσφαλμένης εισαγωγής του PIN, αλλά λόγω της υπέρβασης του πιστωτικού ορίου. Από τα παραπάνω γεγονότα, ότι δηλαδή οι αναλήψεις μετρητών έγιναν αμέσως μετά την κλοπή της τσάντας του ενάγοντα που περιείχε την εν λόγω πιστωτική κάρτα, και με μεγάλη ταχύτητα, ότι πραγματοποιήθηκαν διαδοχικά, μεσολαβούντος ελάχιστου χρόνου και δη δευτερολέπτων, μεταξύ των αναλήψεων, χωρίς να γίνει καμία εσφαλμένη προσπάθεια εισαγωγής του προσωπικού αριθμού αναγνώρισης PIN του ενάγοντα, παρά μόνο αποτυχημένη προσπάθεια λόγω υπέρβασης του πιστωτικού ορίου, σαφώς προκύπτει ότι το πρόσωπο που πραγματοποίησε τις προαναφερόμενες συναλλαγές, κατείχε την κάρτα και γνώριζε το (PIN) του ενάγοντα, αφού η τυχαία σύνθεση του PIN, όπως προκύπτει και από την κατάθεση του μάρτυρα της εναγομένης, υπάλληλό της στο τμήμα ασφάλειας των συναλλαγών, θεωρείται αδύνατη. Ο δε κωδικός αυτός (PIN) προφανώς βρισκόταν στην τσάντα του ενάγοντα μαζί με τα λοιπά έγγραφα. Άλλωστε η μόνη περίπτωση ανάληψης από ATM χωρίς PIN είναι αυτή της παγίδευσης της αυτόματης ταμειακής μηχανής με χρήση μικροκάμερας, που ωστόσο προϋποθέτει την πληκτρολόγηση του PIN από τον ίδιο τον πελάτη στο συγκεκριμένο ATM σε προηγούμενο χρόνο. Κάτι τέτοιο όμως είναι αδύνατο να συνέβη στην προκειμένη περίπτωση, αφού οι επίδικες αναλήψεις έγιναν από άλλο κατάστημα και άλλο ATM. Τέλος, σχετικά με τον ισχυρισμό του ενάγοντα ότι οι επίδικες αναλήψεις - τέτοιων ποσών και αυθημερόν - αποτελούσαν τόσο ασυνήθη συναλλαγή για τον ενάγοντα ώστε η εναγομένη όφειλε να κινητοποιηθεί πρέπει να ειπωθούν τα εξής: Η φύση των επιδίκων συναλλαγών καθιστά αδύνατη την αξιολόγησή τους από την τράπεζα και την έγκαιρη ειδοποίηση του πελάτη της αντίθετα με ό,τι συμβαίνει στην περίπτωση αγοράς καταναλωτικών αγαθών που παρουσιάζει κάποια ιδιομορφία ως προς το ποσό, τον τόπο, το χρόνο κ.λπ. Από τα παραπάνω προκύπτει βαρεία αμέλεια του ενάγοντα ως προς τη διαρροή του «ΡΙΝ» στον άγνωστο δράστη, αφού προφανώς ο μυστικός κωδικός της κάρτας βρίσκονταν μαζί με τις κάρτες στην τσάντα του (άρθρα 3 και 4 της ΥΑ 21/2001). Υπό τα δεδομένα αυτά, συνάγεται ότι ευθύνη της εναγόμενης τράπεζας ενδοσυμβατική ή εξωσυμβατική δεν αποδεικνύεται. Συνεπώς σύμφωνα με τους όρους των συμβάσεων, που είχαν συνάψει οι διάδικοι και τις διατάξεις της παραπάνω υπουργικής απόφασης, νόμιμα η εναγομένη αξίωσε την καταβολή των ποσών, που αναφέρθηκαν και περιλαμβάνονται στους λογαριασμούς που απέστειλε στον ενάγοντα. [Απορρίπτει την αγωγή.]

πηγή: NBonline.gr

Δημήτριος Χ. Καραγιάννης, δικηγόρος, Θεσσαλονίκη - Αθήνα.

Επικοινωνία

Θεσσαλονίκη

Πολυτεχνείου 21 (6ος Όροφος), 54626

2310525720

Αθήνα

Σολωμού 58 και Πατησίων (6ος Όροφος), 10682

2103810723

Για να σας παρέχουμε την καλύτερη online εμπειρία, χρησιμοποιούμε cookies.