Διοικητική Δικονομία - Ένδικα μέσα
Γενικές διατάξεις: Αρθρο 81. Τα ένδικα μέσα. 1. Ενδικα μέσα, τα οποία ασκούνται ενώπιον των τακτικών διοικητικών δικαστηρίων, είναι η ανακοπή ερημοδικίας, η έφεση, η αίτηση αναθεώρησης, η τριτανακοπή και η αίτηση διόρθωσης ή ερμηνείας. 2. Ως προς την αίτηση αναίρεσης έχουν εφαρμογή οι εκάστοτε ισχύουσες, σχετικές με αυτήν, διατάξεις της νομοθεσίας που αφορά το Συμβούλιο της Επικρατείας.
Αρθρο 82. Αρμοδιότητα εκδίκασης. 1. Τα ένδικα μέσα της ανακοπής ερημοδικίας, της αίτησης αναθεώρησης, της τριτανακοπής, και της αίτησης διόρθωσης ή ερμηνείας εκδικάζονται από το δικαστήριο που εξέδωσε την προσβαλλόμενη Απόφαση. 2. Το ένδικο μέσο της έφεσης εκδικάζεται από το αρμόδιο δευτεροβάθμιο δικαστήριο.
Αρθρο 83. Προσβαλλόμενες αποφάσεις. 1. Σε ένδικα μέσα υπόκεινται μόνο οι οριστικές αποφάσεις. Με την προσβολή τους θεωρείται ότι συμπροσβάλλονται και όλες οι μη οριστικές. Κατ` εξαίρεση, σε ανακοπή ερημοδικίας και σε αίτηση διόρθωσης ή ερμηνείας υπόκεινται και οι μη οριστικές αποφάσεις. 2. Το παραδεκτό των ένδικων μέσων κρίνεται σύμφωνα με το νόμο ο οποίος ίσχυε κατά το χρόνο που δημοσιεύτηκε η προσβαλλόμενη Απόφαση.
Αρθρο 84. Νομιμοποίηση διαδίκων. 1. Η ενεργητική νομιμοποίηση καθορίζεται από τις διατάξεις που ρυθμίζουν το κάθε ένδικο μέσο. Παθητικώς νομιμοποιούνται όσοι διατέλεσαν αντίδικοι εκείνου που ασκεί το ένδικο μέσο στη δίκη κατά την οποία εκδόθηκε η προσβαλλόμενη Απόφαση. 2. Νομιμοποιούνται επίσης ενεργητικώς ή παθητικώς οι καθολικοί ή οινεί καθολικοί διάδοχοι και όσοι έγιναν ειδικοί διάδοχοι μετά την άσκηση του ένδικου βοηθήματος για το οποίο εκδόθηκε η προσβαλλόμενη Απόφαση.
Αρθρο 85. Επανάσκηση. 1. Με την επιφύλαξη όσων ορίζονται στην παρ. 2 του άρθρου 102, δεν επιτρέπεται να ασκηθεί, από το αυτό πρόσωπο, για δεύτερη φορά το ίδιο ένδικο μέσο κατά της αυτής Απόφασης, ως προς το ίδιο ή άλλο κεφάλαιο. 2. Ενδικο μέσο από το οποίο παραιτήθηκε εκείνος που το άσκησε θεωρείται ότι δεν ασκήθηκε.
Αρθρο 86. Προθεσμίες. 1. Οι Προθεσμίες, μέσα στις οποίες ασκούνται Τα ένδικα μέσα σύμφωνα με τις ειδικές γι` αυτά διατάξεις, παρεκτείνονται κατά εξήντα (60) ημέρες στις Περιπτώσεις που οι νομιμοποιούμενοι να τα ασκήσουν διαμένουν στην αλλοδαπή. 2. Τα ένδικα μέσα ασκούνται παραδεκτώς και πριν από την επίδοση της προσβαλλόμενης Απόφασης. 3. Αν ο νομιμοποιούμενος να ασκήσει το ένδικο μέσο αποβιώσει κατά τη διάρκεια της Προθεσμίας χωρίς να το ασκήσει, αυτό είναι δυνατόν να ασκηθεί από τα πρόσωπα της παρ. 2 του άρθρου 84, μέσα σε νέα ισόχρονη Προθεσμία, η οποία και αρχίζει από τότε που αυτά έλαβαν αποδεδειγμένως γνώση της Απόφασης ή από τότε που τυχόν αυτή τους κοινοποιήθηκε. Αν η νομιμοποίηση των τελευταίων συνδέεται με την άσκηση κληρονομικού δικαιώματος, η νέα αυτή Προθεσμία αρχίζει από την αποδοχή της κληρονομίας. 4. Οι διατάξεις της πρώτης περιόδου της προηγούμενης παραγράφου εφαρμόζονται αναλόγως και στην περίπτωση που έπαυσε να υπάρχει το νομικό πρόσωπο.
Αρθρο 87. Δικόγραφα. Τα Δικόγραφα των ένδικων μέσων, εκτός από τα στοιχεία που προβλέπουν οι διατάξεις του άρθρου 45, πρέπει να περιέχουν και : α) μνεία της προσβαλλόμενης Απόφασης, β) τους ειδικούς για κάθε ένδικο μέσο λόγους και γ) σαφώς καθορισμένο αίτημα.
Αρθρο 88. Αναστολή εκτέλεσης. Εφόσον στον Κώδικα δεν ορίζεται ειδικώς διαφορετικά, οι Προθεσμίες των ένδικων μέσων, καθώς και η άσκησή τους, δεν έχουν ανασταλτικό αποτέλεσμα. Είναι όμως δυνατόν να χορηγηθεί, κατά περίπτωση, αναστολή εκτέλεσης της πράξης ή της Απόφασης, σύμφωνα με τα οριζόμενα στις διατάξεις των άρθρων 200 έως και 209. "Οι Προθεσμίες άσκησης ένδικων μέσων, περιλαμβανομένης και της αναιρέσεως, κατά αποφάσεων που διατάσσουν την επιστροφή, καθώς και η άσκησή τους έχουν Ανασταλτικό αποτέλεσμα." *** Το τελευταίο εδάφιο προστέθηκε με την παρ.3 άρθρ.19 Ν.2873/2000,ΦΕΚ Α 285/28.12.2000, εφαρμόζεται δε και στις υποθέσεις που εκκρεμούν κατά το χρόνο έναρξης της ισχύος τους ενώπιον των φορολογικών αρχών και των διοικητικών δικαστηρίων, καθώς και του Συμβουλίου της Επικρατείας.
Ανακοπή ερημοδικίας: Αρθρο 89. Δικαίωμα άσκησης. Ο διάδικος, που δεν παραστάθηκε κατά τη Συζήτηση ένδικου βοηθήματος ή μέσου επειδή δεν κλητεύτηκε ή δεν κλητεύτηκε νόμιμα, ή επειδή, αν και κλητεύτηκε νόμιμα, δεν μπόρεσε, λόγω ανώτερης βίας, να παρασταθεί, έχει δικαίωμα να ασκήσει, για τους λόγους αυτούς, κατά της σχετικής Απόφασης, ανακοπή.
Αρθρο 90. Προθεσμία. 1. Η Προθεσμία για την άσκηση της ανακοπής είναι εξήντα (60) ημερών και αρχίζει από την επίδοση της προσβαλλόμενης Απόφασης ή την πλήρη γνώση της. 2. Σε καμία περίπτωση δεν μπορεί να ασκηθεί ανακοπή αν έχουν περάσει τρία (3) χρόνια από τη δημοσίευση της Απόφασης.
Αρθρο 91. Απόφαση. Αν ο λόγος της ανακοπής κριθεί βάσιμος, το δικαστήριο εξαφανίζει την Απόφαση και προχωρεί στην εκδίκαση της διαφοράς.
Έφεση: Αρθρο 92. Προσβαλλόμενες αποφάσεις. 1. Σε έφεση υπόκεινται οι αποφάσεις που εκδίκονται σε πρώτο βαθμό. 2."Δεν υπόκεινται σε έφεση αποφάσεις που αφορούν σε χρηματικές διαφορές, αν το αντικείμενο τους δεν υπερβαίνει το ποσό των πέντε χιλιάδων (5.000) ευρώ. Προκειμένου για απαιτήσεις αμέσως ή εμμέσως ασφαλισμένων κατά των οργανισμών κοινωνικής ασφάλισης, καθώς και για απαιτήσεις για κάθε είδους αποδοχές του προσωπικού γενικώς του Δημοσίου, των οργανισμών τοπικής αυτοδιοίκησης πρώτης και δεύτερης βαθμίδας και των λοιπών νομικών προσώπων δημοσίου δικαίου, το ανωτέρω όριο ορίζεται στο ποσό των τριών χιλιάδων (3.000) ευρώ." Το αντικείμενο της διαφοράς προσδιορίζεται από το ποσό, το οποίο καθορίζεται με την πρωτόδικη Απόφαση. Αν αντικείμενο της διαφοράς είναι περισσότερα αυτοτελή και διακεκριμένα μεταξύ τους ποσά, το εκκλητό κρίνεται χωριστά ως προς καθένα από τα ποσά αυτά. Σε περίπτωση αντικειμενικής σώρευσης ένδικων βοηθημάτων, Συνάφειας προσβαλλόμενων πράξεων ή παραλείψεων ή ομοδικίας, το αντικείμενο της διαφοράς κρίνεται χωριστά ως προς κάθε ένδικο βοήθημα, συναφή πράξη ή παράλειψη ή ομόδικο, εκτός αν, στην τελευταία περίπτωση, υπάρχει ενοχή σε ολόκληρο. *** Το πρώτο εδάφιο της παρ.2 αντικαταστάθηκε ως άνω με το άρθρο 10 Ν.3659/2008,ΦΕΚ Α 77/7.5.2008.ΠΡΟΣΟΧΗ: Εναρξη ισχύος από 8/6/2008. 3. Ειδικώς, στις χρηματικού περιεχομένου φορολογικές εν γένει διαφορές, όταν από το νόμο προβλέπεται η από μέρους του φορολογουμένου υποβολή δήλωσης πριν από την έκδοση της σχετικής πράξης, ως αντικείμενο της διαφοράς θεωρείται, για μεν τη Διοίκηση η διαφορά του κύριου φόρου που προκύπτει ανάμεσα σε εκείνον που ορίστηκε με την πράξη και σε αυτόν που καθορίστηκε με την Απόφαση του πρωτοβάθμιου δικαστηρίου, για δε το φορολογούμενο η διαφορά του κύριου φόρου που προκύπτει ανάμεσα σε εκείνον που αντιστοιχεί στη δήλωση και σε αυτόν που καθορίστηκε με την Απόφαση του πρωτοβάθμιου δικαστηρίου, για δε το φορολογούμενο η διαφορά του κύριου φόρου που προκύπτει ανάμεσα σε εκείνον που αντιστοιχεί στη δήλωση και σε αυτόν που καθορίστηκε με την Απόφαση. 4. Επιτρέπεται πάντοτε να ασκηθεί έφεση : α) για έλλειψη δικαιοδοσίας ή Αρμοδιότητας του δικαστηρίου που εξέδωσε την Απόφαση, ή β) για μη νόμιμη συγκρότηση ή σύνθεσή του, ή γ) αν η διαφορά έχει ως αντικείμενο περιοδική παροχή, ή "δ) αν πρόκειται για φορολογική διαφορά με αντικείμενο την αναγνώριση ζημίας, η οποία δεν καλύπτεται με συμψηφισμό του συνολικού εισοδήματος που προσδιορίστηκε με την πρωτόδικη Απόφαση, αλλά είναι εκπεστέα, σύμφωνα με τις εκάστοτε ισχύουσες διατάξεις, από το φορολογητέο εισόδημα επόμενων οικονομικά ετών, εφόσον το ποσό της εκπεστέας κατά τον τρόπο αυτόν ζημίας υπερβαίνει το ποσό των δεκαπέντε χιλιάδων ευρώ." *** Η περ.δ΄ αντικαταστάθηκε ως άνω με το άρθρο 19 Ν.3900/2010,ΦΕΚ Α 213/17.12.2010.`Εναρξη ισχύος από 1.1.2011. "ε) αν πρόκειται για την επιβολή προστίμων για παράβαση διατάξεων του Κώδικα Βιβλίων και Στοιχείων, εφόσον προβάλλεται από τον διάδικο και προκύπτει, κατά τρόπο συγκεκριμένο, ότι η επίλυση της διαφοράς έχει για αυτόν ευρύτερες οικονομικές επιπτώσεις". *** Η περ.ε΄προστέθηκε με το άρθρο 10 Ν.3659/2008,ΦΕΚ Α 77/7.5.2008. ΠΡΟΣΟΧΗ: Εναρξη ισχύος από 8/6/2008. 5. Τα ποσά που αναφέρονται στην παρ. 2 μπορούν να αναπροσαρμόζονται με προεδρικά διατάγματα, τα οποία εκδίδονται ύστερα από πρόταση του Υπουργού Δικαιοσύνης.
Αρθρο 93. Δικαίωμα άσκησης. 1. Δικαίωμα να ασκήσουν έφεση έχουν οι κατά την πρωτόδικη δίκη διάδικοι, εφόσον έχουν έννομο προς τούτο συμφέρον. 2. Διάδικος που έχει ασκήσει ανακοπή ερημοδικίας δεν μπορεί να ασκήσει και έφεση κατά της ίδιας Απόφασης. Με την έφεση όμως, η οποία ασκείται κατά της Απόφασης που απορρίπτει την ανακοπή ερημοδικίας, μπορούν να προβληθούν και Λόγοι οι οποίοι αφορούν την ανακοπτόμενη Απόφαση. Αν κατά της ίδιας Απόφασης έχει ασκηθεί ανακοπή ερημοδικίας ή τριτανακοπή από άλλο διάδικο, η πρόοδος της δίκης για την έφεση αναστέλλεται ωσότου εκδοθεί Απόφαση για την ανακοπή ερημοδικίας ή την τριτανακοπή. "3. Προκειμένου για χρηματικού αντικειμένου φορολογικές και τελωνειακές εν γένει διαφορές, ο εκκαλών οφείλει να καταβάλει μέχρι την ημερομηνία της αρχικής δικασίμου, με ποινή απαραδέκτου της έφεσης, ποσοστό 50% του οφειλόμενου, σύμφωνα με την πρωτόδικη Απόφαση, κύριου φόρου, δασμού, ή τέλους εν γένει, εκτός αν έχει χορηγηθεί αναστολή σύμφωνα με το άρθρο 209Α. Το καταβλητέο ποσό υπολογίζεται από την αρμόδια φορολογική ή τελωνειακή αρχή, η οποία συντάσσει ατελώς, μετά από αίτηση του εκκαλούντος, ειδικό σημείωμα, με το οποίο βεβαιώνεται και η καταβολή του." *** Η παρ.3 προστέθηκε με το άρθρο 22 Ν.3900/2010, ΦΕΚ Α 213/17.12.2010.`Εναρξη ισχύος από 1.1.2011.
Αρθρο 94. Προθεσμία. 1. Η Προθεσμία για την άσκηση έφεσης είναι εξήντα (60) ημερών και αρχίζει από την επίδοση της προσβαλλόμενης Απόφασης. 2. Σε καμία περίπτωση δεν μπορεί να ασκηθεί έφεση αν έχουν περάσει τρία (3) χρόνια από τη δημοσίευση της Απόφασης.
Αρθρο 95. Λόγοι. Λόγο έφεσης μπορεί να θεμελιώσει κάθε νομικό ή πραγματικό σφάλμα της Απόφασης και κάθε παράλειψη του πρωτοβάθμιου δικαστηρίου να ερευνήσει αυτεπαγγέλτως όσα είχε υποχρέωση.
Αρθρο 96. Μεταβολή του αντικειμένου - Νέοι ισχυρισμοί και αποδείξεις. 1. Δεν επιτρέπεται η μεταβολή του αντικειμένου της διαφοράς στο δεύτερο βαθμό. Επιτρέπεται όμως να προβληθεί, το πρώτο, αίτημα για παρεπόμενες απαιτήσεις, οι οποίες δημιουργήθηκαν μετά την τελευταία Συζήτηση ύστερα από την οποία και εκδόθηκε η εκκαλούμενη Απόφαση. 2. Επιτρέπεται η προβολή, στην κατ` έφεση δίκη, νέων πραγματικών ισχυρισμών, εφόσον αφορούν κεφάλαια τα οποία είχαν αμφισβητηθεί στην πρωτόδικη δίκη και η μη προβολή τους κατ` αυτήν κρίνεται δικαιολογημένη. 3. Για τα αιτήματα και τους πραγματικούς ισχυρισμούς οι οποίοι προβάλλονται παραδεκτώς σύμφωνα με τις προηγούμενες παραγράφους, μπορούν οι διάδικοι να προσκομίσουν και να επικαλεστούν νέα αποδεικτικά στοιχεία, αλλά και το δικαστήριο να διατάξει Συμπληρωματική απόδειξη.
Αρθρο 97. Μεταβιβαστικό αποτέλεσμα. 1. Το δευτεροβάθμιο δικαστήριο περιορίζεται να κρίνει την υπόθεση μέσα στα όρια των αιτιάσεων που προβάλλονται κατά της πρωτόδικης Απόφασης. Μέσα στα όρια αυτά, το δικαστήριο εξετάζει και αυτεπαγγέλτως όσα το πρωτοβάθμιο έπρεπε να εξετάσει, σύμφωνα με τα οριζόμενα στη δεύτερη περίοδο της παρ. 1 του άρθρου 79, αλλά δεν τα εξέτασε. 2. Η έλλειψη δικαιοδοσίας, η ανΑρμοδιότητα και η νόμιμη συγκρότηση ή σύνθεση του πρωτοβάθμιου δικαστηρίου εξετάζεται από το δευτεροβάθμιο δικαστήριο και αυτεπαγγέλτως.
Αρθρο 98. Απόφαση - Εφαρμοστέο δίκαιο - Μη χειροτέρευση θέσης εκκαλούντος. 1. Αν η έφεση κριθεί βάσιμη, το δικαστήριο, κατά περίπτωση, είτε εξαφανίζει εν όλω ή εν μέρει την πρωτόδικη Απόφαση και δικάζει, κατά το μέρος που εξαφανίζει την Απόφαση, το ένδικο βοήθημα, είτε τη μεταρρυθμίζει. 2. Αν η Απόφαση εξαφανιστεί για έλλειψη Αρμοδιότητας του πρωτοβάθμιου δικαστηρίου, η υπόθεση παραπέμπεται στο Αρμόδιο δικαστήριο μόνο αν τούτο δεν υπάγεται στην περιφέρεια του δικαστηρίου που δίκασε την έφεση. Σε κάθε άλλη περίπτωση, η υπόθεση διακρατείται και εκδικάζεται από το εφετείο. 3. Το δευτεροβάθμιο δικαστήριο, αν ρητώς δεν ορίζεται στο νόμο διαφορετικά, εφαρμόζει το νόμο που ίσχυε όταν δημοσιεύτηκε η εκκαλούμενη Απόφαση. 4. Αν κριθεί ορθό το διατακτικό αλλά εσφαλμένο το αιτιολογικό της πρωτόδικης Απόφασης, το δευτεροβάθμιο δικαστήριο αντικαθιστά ή συμπληρώνει το αιτιολογικό και απορρίπτει την έφεση. 5. Με την Απόφαση του δευτεροβάθμιου δικαστηρίου δεν μπορεί να καταστεί χειρότερη, σε σχέση με το διατακτικό της εκκαλουμένης, η θέση του εκκαλούντος, εκτός αν συντρέχει η περίπτωση της δεύτερης περιόδου της παρ. 1 του προηγούμενου άρθρου.
Αρθρο 99. Αναστολή εκτέλεσης. 1. Η Προθεσμία, καθώς και η άσκηση της έφεσης κατ` Απόφασης που εκδόθηκε ύστερα από άσκηση αγωγής αναστέλλει την εκτέλεση της Απόφασης. 2. Το Ανασταλτικό αποτέλεσμα, αν ειδικώς δεν ορίζεται αλλιώς, διαρκεί ωσότου δημοσιευτεί η οριστική Απόφαση για την έφεση ή καταργηθεί κατά οποιονδήποτε τρόπο η κατ` έφεση δίκη.
Αρθρο 100. Αντέφεση. 1. Αν ασκηθεί έφεση, ο εφεσίβλητος μπορεί, και μετά την πάροδο της Προθεσμίας της έφεσης, να ασκήσει Αντέφεση, ακόμη και αν έχει αποδεχτεί την Απόφαση ή παραιτηθεί από το δικόγραφο της έφεσης. 2. Με την Αντέφεση μπορούν να προβληθούν όλοι οι Λόγοι, οι οποίοι μπορούν να προβληθούν και με την έφεση, μόνο όμως μέσα στα όρια του μεταβιβαστικού αποτελέσματος της έφεσης. 3. Η Αντέφεση ασκείται με δικόγραφο, το οποίο κατατίθεται στη γραμματεία του εφετείου. Κατά τα λοιπά εφαρμόζονται αναλόγως όσα ισχύουν για την άσκηση της έφεσης. Ειδικώς, ως προς την επίδοση του δικογράφου στον αντίδικο, εφαρμόζονται αναλόγως όσα ορίζονται στην παρ. 2 του άρθρου 114. 4. Αν η έφεση απορριφθεί ως απαράδεκτη ή αν εκείνος που άσκησε την έφεση παραιτηθεί από αυτήν, απορρίπτεται και η Αντέφεση. Στις Περιπτώσεις αυτές, αν η Αντέφεση έχει ασκηθεί μέσα στην προβλεπόμενη για τον αντεκαλούντα Προθεσμία για άσκηση έφεσης, ισχύει ως αυτοτελές έφεση. Το παραδεκτό της Αντέφεσης δεν επηρεάζεται αν η έφεση απορριφθεί για ουσιστικούς λόγους.
Αίτηση αναθεώρησης: Αρθρο 101. Προσβαλλόμενες αποφάσεις. Σε αναθεώρηση υπόκεινται μόνο τελεσίδικες ή ανέκλητες αποφάσεις.
Αρθρο 102. Δικαίωμα άσκησης. 1. Δικαίωμα να ασκήσουν αίτηση αναθεώρησης έχουν όσοι διατέλεσαν διάδικοι στη δίκη κατά την οποία εκδόθηκε η προσβαλλόμενη Απόφαση έχουν έννομο προς τούτο συμφέρον. 2. Η άσκηση από το ίδιο πρόσωπο νέας αίτησης αναθεώρησης επιτρέπεται μόνο για λόγο που προέκυψε μεταγενεστέρως, έστω και αν αφορά το ίδιο κεφάλαιο της Απόφασης.
Αρθρο 103. Λόγοι. 1. Η αναθεώρηση επιτρέπεται μόνο αν : α) η προσβαλλόμενη Απόφαση στηρίζεται σε ψευδή κατάθεση μάρτυρα ή δήλωση διαδίκου, σε ψευδή έκθεση πραγματογνώμονα ή σε πλαστά ή νοθευμένα έγγραφα και τα περιστατικά αυτά προκύπτουν από αμετάκλητη Απόφαση ποινική δικαστηρίου, ή β) μετά την έκδοση της Απόφασης περιήλθαν σε γνώση του διαδίκου που ζητά την αναθεώρηση κρίσιμα έγγραφα, τα οποία υπήρχαν πριν από τη δίκη, αλλά δεν γνώριζε την ύπαρξή τους, ή γ) η προσβαλλόμενη Απόφαση στηρίζεται σε Απόφαση πολιτικού, ποινικού ή διοικητικού δικαστηρίου, η οποία ανατράπηκε αμετακλήτως μετά την τελευταία Συζήτηση. 2. Λόγος αναθεώρησης, που μπορούσε να προβληθεί με έφεση, απαραδέκτως προβάλλεται με αίτηση αναθεώρησης.
Αρθρο 104. Προθεσμία. 1. Η Προθεσμία για την άσκηση αίτησης αναθεώρησης είναι εξήντα (60) ημερών και αρχίζει : α) στις Περιπτώσεις α` και γ` της παρ. 1 του προηγούμενου άρθρου, αφότου καταστεί αμετάκλητη η σχετική δικαστική Απόφαση, ενώ β) στην περίπτωση β` των ίδιων παραγράφου και άρθρου, αφότου τα κρίσιμα έγγραφα περιήλθαν στην κατοχή εκείνου που ζητά την αναθεώρηση. 2. Αν τα γεγονότα της προηγούμενης παραγράφου συντελέστηκαν πριν από την επίδοση της προσβαλλόμενης Απόφασης, η Προθεσμία της αίτησης αναθεώρησης αρχίζει από την επίδοση της Απόφασης.
Αρθρο 105. Απόφαση και ένδικα μέσα. 1. Αν γίνει δεκτός λόγος αναθεώρησης, η προσβαλλόμενη Απόφαση εξαφανίζεται και επακολουθεί νέα εξέταση της υπόθεσης μέσα στα όρια του λόγου αυτού. 2. Η Απόφαση που εκδίδεται κατ` αναθεώρηση υπόκειται στα ίδια ένδικα μέσα στα οποία υπόκειται και η Απόφαση που αναθεωρήθηκε.
Αρθρο 105Α. Αίτηση επανάληψης της Διαδικασίας. 1. Δικαστική Απόφαση, για την οποία κρίθηκε με Απόφαση του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου των Δικαιωμάτων του Ανθρώπου ότι εκδόθηκε κατά παραβίαση δικαιώματος που αφορά το δίκαιο χαρακτήρα της Διαδικασίας που τηρήθηκε ή διάταξης ουσιαστικού δικαίου της Σύμβασης, υπόκειται σε αίτηση επανάληψης της Διαδικασίας ενώπιον του δικαστηρίου που την εξέδωσε. 2. Δικαίωμα να ασκήσουν την κατά την προηγούμενη παράγραφο αίτηση έχουν όσοι διατέλεσαν διάδικοι στη δίκη ενώπιον του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου των Δικαιωμάτων του Ανθρώπου ή οι κάθε είδους καθολικοίή ειδικοί διάδοχοί τους, εφόσον έχουν έννομο συμφέρον. 3. Η αίτηση ασκείται μέσα σε Προθεσμία ενενήντα ημερών, που αρχίζει από τη δημοσίευση της οριστικής Απόφασης του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου των Δικαιωμάτων του Ανθρώπου, σύμφωνα με τις διακρίσεις του άρθρου 44 της Ευρωπαϊκής Σύμβασης Δικαιωμάτων του Ανθρώπου, τηρούμενης κατά τα λοιπά της ισχύουσας για το οικείο δικαστήριο Διαδικασίας. Αν κατά τη διάρκεια της παραπάνω Προθεσμίας υπάρξει διαδοχή του ενώπιον του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου των Δικαιωμάτων του Ανθρώπου διαδίκου, η Προθεσμία για το διάδοχο αρχίζει από τότε που επήλθε η διαδοχή. Ειδικώς στην περίπτωση κληρονομικής διαδοχής, η Προθεσμία για τον κληρονόμο αρχίζει από τη λήξη της Προθεσμίας για την αποποίηση της κληρονομίας." *** Το άρθρο 105Α προστέθηκε με το άρθρο 23 Ν.3900/2010, ΦΕΚ Α 213/17.12.2010.`Εναρξη ισχύος από 1.1.2011.
Τριτανακοπή: Αρθρο 106. Δικαίωμα άσκησης. 1. Τρίτος, ο οποίος βλάπτεται από Απόφαση που εκδόθηκε σε δίκη μεταξύ άλλων, και ο οποίος δεν είχε ασκήσει Παρέμβαση, μπορεί, εφόσον συντρέχει το έννομο συμφέρον που θα δικαιολογούσε την παρέμβασή του στη δίκη αυτήν, να ανακόψει την Απόφαση. 2. Στερείται το δικαίωμα να ασκήσει τριτανακοπή ο τρίτος στον οποίο κοινοποιήθηκε, σύμφωνα με τα οριζόμενα στην παρ. 1 του άρθρου 114, το εισαγωγικό της δίκης δικόγραφο, με γνωστοποίηση της σχετικής δικασίμου. 3. Η τριτανακοπή στρέφεται κατά όλων των διαδίκων ανάμεσα στους οποίους εκδόθηκε η προσβαλλόμενη Απόφαση.
Αρθρο 107. Προθεσμία. 1. Η τριτανακοπή ασκείται μέσα σε Προθεσμία εξήντα (60) ημερών, που αρχίζει είτε από την κοινοποίηση είτε από την πλήρη γνώση της προσβαλλόμενης Απόφασης. 2. Σε καμία περίπτωση δεν μπορεί να ασκηθεί τριτανακοπή όταν έχουν περάσει τρία (3) χρόνια από τη δημοσίευση της Απόφασης.
Αρθρο 108. Απόφαση. Οσα ορίζονται στο άρθρο 91 εφαρμόζονται αναλόγως και στην περίπτωση της τριτανακοπής.
Αίτηση διόρθωσης ή ερμηνείας: Αρθρο 109. Δικαίωμα άσκησης. 1. Εκείνος που διατέλεσε διάδικος στη δίκη μπορεί, με αίτησή του προς το δικαστήριο, να ζητήσει : α) τη διόρθωση της Απόφασης που εκδόθηκε, αν σε αυτήν έχουν παρεισφρήσει λογιστικά ή γραφικά λάθη ή το δικαστικό της διατυπώθηκε ελλιπώς ή ανακριβώς, ή β) την ερμηνεία της, αν η διατύπωσή της είναι ασαφής και δημιουργεί αμφιβολίες. 2. Στην κατά την προηγούμενη παράγραφο διόρθωση μπορεί να προβεί το δικαστήριο και αυτεπαγγέλτως.
Αρθρο 110. Διαδικασία. 1. Η αίτηση του διαδίκου πρέπει να αναφέρει με σαφήνεια τα λάθη για τα οποία ζητείται η διόρθωση ή τα αμφίβολα σημεία και τις ασάφειες για τις οποίες ζητείται η ερμηνεία. 2. Η αίτηση ασκείται με κατάθεση στη γραμματεία του δικαστηρίου, μέσα σε Προθεσμία εξήντα (60) ημερών, η οποία αρχίζει από την επίδοση της Απόφασης. Σε καμία, πάντως, περίπτωση δεν μπορεί να ασκηθεί αν έχουν περάσει τρία (3) χρόνια από τη δημοσίευση της Απόφασης. "3. Η Διαδικασία της αυτεπάγγελτης διόρθωσης δεν υπόκειται σε Προθεσμία και κινείται με πράξη του προέδρου του συμβουλίου ή του δικαστή που διευθύνει το δικαστήριο, με την οποία προσδιορίζονται τα λάθη και ορίζεται η δικάσιμος." *** Η παρ.3 αντικαταστάθηκε ως άνω με το άρθρο 24 Ν.3900/2010, ΦΕΚ Α 213/17.12.2010.`Εναρξη ισχύος από 1.1.2011. 4. Κατά τα λοιπά, εφαρμόζονται αναλόγως οι διατάξεις που ρυθμίζουν την εκδίκαση του ένδικου βοηθήματος ή μέσου, το οποίο προκάλεσε την έκδοση της Απόφασης.
Αρθρο 111. Συζήτηση και Απόφαση. 1. Ως προς τη Συζήτηση στο ακροατήριο ισχύουν οι Κοινές διατάξεις. 2. Η Απόφαση με την οποία γίνεται η διόρθωση ή η ερμηνεία μνημονεύεται στο πρωτότυπο της αρχικής Απόφασης και σημειώνεται στο βιβλίο δημοσίευσης των αποφάσεων, υπόκειται δε σΤα ένδικα μέσα που προβλέπονται για τη διορθούμενη ή ερμηνευόμενη. 3. Στα αντίγραφα ή στα αποσπάσματα της διορθούμενης ή ερμηνευόμενης Απόφασης πρέπει απαραιτήτως να σημειώνονται ο αριθμός και η χρονολογία δημοσίευσης της Απόφασης που τη διορθώνει ή την ερμηνεύει.
Δημήτριος Χ. Καραγιάννης, δικηγόρος, Θεσσαλονίκη - Αθήνα