Καραγιάννης & Συνεργάτες - Δικηγορικό Γραφείο

ΚΑΡΑΓΙΑΝΝΗΣ - ΣΤΑΜΑΤΙΟΥ
& ΣΥΝΕΡΓΑΤΕΣ

ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΑ ΓΡΑΦΕΙΑ | ΑΘΗΝΑ - ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗ

Επικοινωνήστε μαζί μας
2103810723 (Αθήνα) | 2310525720 (Θεσσαλονίκη) | info@karagiannislawfirm.gr

Διοικητική Δικονομία - Δαπάνες της δίκης

Δικαστικά έξοδα: Αρθρο 273. Τέλος χαρτοσήμου. *** Το άρθρο 273 ΚΑΤΑΡΓΕΙΤΑΙ από 1ης Ιανουαρίου 2011 με το άρθρο 69 περ.ε΄ Ν.3900/2010, ΦΕΚ Α 213/17.12.2010. 1. Τα διαδικαστικά έγγραφα και γενικώς η Διαδικασία ως τη δημοσίευση και την επίδοση της Απόφασης υπόκεινται στα εξής τέλη χαρτοσήμου : Α) Σε τέλος δραχμών 950 : 1. Η έφεση και 2. Η Αντέφεση Β) Σε τέλος δραχμών 380 : 1. Η προσφυγή 2. Η αγωγή 3. Η κατά το άρθρο 217 ανακοπή 4. Η αίτηση του άρθρου 99 του ν.δ. 118/1973 5. Η Κύρια Παρέμβαση και 6. Η τριτανακοπή. Γ) Σε τέλος δραχμών 230 : 1. Η αίτηση αναθεώρησης 2. Η Πρόσθετη Παρέμβαση και 3. Η βεβαίωση ή το πιστοποιητικό. Δ) Σε τέλος δραχμών 200 : Η αίτηση αναστολής ή διόρθωσης προγράμματος πλειστηριασμού. Ε) Σε τέλος δραχμών 150 : 1. Η ανακοπή ερημοδικίας 2. Η αίτηση διόρθωσης ή ερμηνείας 3. Η αίτηση αναβολής της Συζήτησης 4. Η έγγραφα δήλωση Παραίτησης πληρεξούσιου δικηγόρου και 5. Η έγγραφη δήλωση ανάκλησης της πληρεξουσιότητας δικηγόρου. ΣΤ) Σε τέλος δραχμών 80 : 1. Οι Πρόσθετοι Λόγοι 2. Το υπόμνημα 3. Η δήλωση Παραίτησης (έγγραφη ή προφορική) 4. Η δήλωση δικαστικού συμβιβασμού του ν.δ. 4600/1966 5. Η αίτηση αναστολής διοικητικής πράξης 6. Η αίτηση αναστολής δικαστικής Απόφασης 7. Η αίτηση ανάκλησης Απόφασης αναστολής 8. Το Αντίγραφο ή απόσπασμα Απόφασης και 9. Κάθε άλλο δικόγραφο ή έγγραφο υποβαλλόμενο ή συντασσόμενο επευκαιρία της δίκης. Ζ) Σε τέλος δραχμών 50 : Η κύρωση υπογραφής. 2. Τα συνεχόμενα φύλλα των κατά την προηγούμενη παράγραφο εγγράφων υπόκεινται σε τέλος πενήντα (50) δραχμών, πλην των με στοιχεία Δ, ΣΤ5, ΣΤ6, ΣΤ7 και ΣΤ8, τα οποία υπόκεινται σε τέλος ογδόντα (80) δραχμών. 3. Τα τέλη των προηγούμενων παραγράφων προκαταβάλλονται κατά την κατάθεση του σχετικού δικογράφου και με την ποινή του απαραδέκτου τούτου, είτε με επικόλληση ανάλογου κινητού επισήματος σε αυτό, είτε με την καταβολή τους στο αρμόδιο δημόσιο ταμείο, οπότε και πρέπει να προσάγεται το αντίστοιχο αποδεικτικό καταβολής. Αν πρόκειται για προφορική αίτηση αναβολής της Συζήτησης, τα τέλη αυτά προκαταβάλλονται κατά την υποβολή της αίτησης, η επικόλληση δε του κινητού επισήματος γίνεται στο οικείο πινάκιο. 4. Η παροχή πληρεξουσιότητας προς δικηγόρο, είτε εγγράφως είτε προφορικώς με δήλωση που καταχωρείται στο πρακτικό ή στην έκθεση, υπόκειται στο τέλος που προβλέπει το άρθρο 24 του Κώδικα Νόμων Τελών Χαρτοσήμου, όπως εκάστοτε ισχύει. 5. Οι διατάξεις που προβλέπουν ειδικά τέλη και ένσημα, όπως αυτές εκάστοτε ισχύουν, εφαρμόζονται και κατά τη Διαδικασία εκδίκασης των διοικητικών διαφορών ουσίας από τα τακτικά διοικητικά δικαστήρια. 6. Κατά την εκδίκαση των διαφορών του ΔΕΥΤΕΡΟΥ ΤΜΗΜΑΤΟΣ του ΔΕΥΤΕΡΟΥ ΜΕΡΟΥΣ, τα διαδικαστικά έγγραφα και γενικώς η Διαδικασία έως τη δημοσίευση και τη γνωστοποίηση της Απόφασης, δεν υπόκεινται σε κανένα γενικό ή ειδικό τέλος.

Αρθρο 274. Τέλος δικαστικού ενσήμου. 1. Για το παραδεκτό της καταψηφιστικής αγωγής, είτε αυτή αυτοτελώς είτε σωρευτικώς με προσφυγή, καθώς και για το παραδεκτό της αντίστοιχης κύριας Παρέμβασης, καταβάλλεται το Τέλος δικαστικού ενσήμου που προβλέπεται από τον ν. ΟΗ/1912, όπως εκάστοτε ισχύει. "2. Προκειμένου για απαιτήσεις αμέσως ή εμμέσως ασφαλισμένων κατά των οργανισμών κοινωνικής ασφάλισης, καθώς και για απαιτήσεις για κάθε είδους αποδοχές του προσωπικού γενικώς του Δημοσίου, των οργανισμών τοπικής αυτοδιοίκησης πρώτης και δεύτερης βαθμίδας και των λοιπών νομικών προσώπων δημοσίου δικαίου, οι οποίες ρυθμίζονται από διατάξεις κανονιστικού περιεχομένου, έστω και αν βασίζονται σε παράνομες πράξεις ή στις περί αδικαιολογήτου πλουτισμού διατάξεις, δεν καταβάλλεται τέλος δικαστικού ενσήμου για το αίτημα της αγωγής ή της κύριας Παρέμβασης μέχρι του ποσού των έξι χιλιάδων (6.000) ευρώ." *** Η παρ.2 αντικαταστάθηκε ως άνω με το άρθρο 34 Ν.3659/2008,ΦΕΚ Α 77/7.5.2008.ΠΡΟΣΟΧΗ: Εναρξη ισχύος από 8/6/2008. "3. Το Τέλος δικαστικού ενσήμου καταβάλλεται ως την πρώτη Συζήτηση της υπόθεσης. Αν ως τότε δεν καταβληθεί και αφού προηγηθεί η Διαδικασία που προβλέπεται στο άρθρο 139Α, το δικαστήριο, με απόφασή του, αναστέλλει την πρόοδο της δίκης, ώστε να καταβληθεί το ελλείπον Τέλος δικαστικού ενσήμου, ορίζοντας συγχρόνως ημερομηνία για τη νέα Συζήτηση της υπόθεσης. Αν και ως τη νέα αυτή Συζήτηση τούτο δεν καταβληθεί, η αγωγή ή η Κύρια Παρέμβαση απορρίπτεται ως απαράδεκτη." *** Η παρ.3 αντικαταστάθηκε ως άνω με την παρ.6 άρθρ.22 Ν.3226/2004, ΦΕΚ Α 24/4.2.2004.Με την παρ.10 του αυτού άρθρου και νόμου ορίζεται ότι: "10. Οι διατάξεις των προηγούμενων παραγράφων καταλαμβάνουν και τις εκκρεμείς κατά την έναρξη ισχύος του νόμου αυτού διαφορές. Ενδικα βοηθήματα ή μέσα που απορρίφθηκαν ως απαράδεκτα από το Συμβούλιο τις Επικρατείας ή τα τακτικά διοικητικά δικαστήρια μετά την 1.1.2000 για μη καταβολή ή ελλιπή καταβολή παραβόλου, μπορούν να ασκηθούν εκ νέου μέσα σε Προθεσμία δύο (2) μηνών από την έναρξη ισχύος του νόμου αυτού".

Αρθρο 275. Καταλογισμός. 1. Τα δικαστικά έξοδα καταλογίζονται σε βάρος του διαδίκου που ηττάται. Αν η ηττώμενοι είναι περισσότεροι, ο καταλογισμός γίνεται κατ` ίσα μέρη, ενώ, αν είναι περισσότεροι αυτοί που νίκησαν, η απόδοση των δικαστικών εξόδων γίνεται συμμέτρως, προς καθένα χωριστά. Σε περίπτωση μερικής νίκης και μερικής ήττας, τα δικαστικά έξοδα συμψηφίζονται ανάμεσα στους διαδίκους. Στην περίπτωση αυτή, τα τέλη που προκαταβλήθηκαν βαρύνουν όλους τους διαδίκους εξίσου, καταλογιζόμενα αναλόγως. Το δικαστήριο μπορεί, σε κάθε περίπτωση, εκτιμώντας τις περιστάσεις, να απαλλάξει εν όλω ή εν μέρει τον ηττώμενο διάδικο από τα δικαστικά έξοδα. 2. Σε περίπτωση άσκησης κύριας ή πρόσθετης Παρέμβασης, εφαρμόζονται αναλόγως όσα ορίζονται στη δεύτερη περίοδο της προηγούμενης παραγράφου. Κατά την εφαρμογή της διάταξης αυτής, ισχύει για τον παρεμβαίνοντα ό,τι και για τον αρχικό διάδικο. 3. Αν η δίκη καταργηθεί για οποιονδήποτε λόγο δεν καταλογίζονται δικαστικά έξοδα. 4. Τα δικαστικά έξοδα, τα οποία αποδίδονται στο διάδικο που νίκησε, καταλογιζόμενα σ` εκείνον που ηττήθηκε, είναι, ιδίως : α) τα κατά το άρθρο 273 τέλη χαρτοσήμου, β) το κατά το άρθρο 274 Τέλος δικαστικού ενσήμου, γ) η αμοιβή του πληρεξούσιου δικηγόρου, για τη σύνταξη του εισαγωγικού δικογράφου της δίκης, ή του δικογράφου της Παρέμβασης, και ενός μόνο δικογράφου πρόσθετων λόγων, καθώς και για την παράσταση σε κάθε Συζήτηση, όπως η αμοιβή αυτή ορίζεται, για κάθε περίπτωση, από την εκάστοτε ισχύουσα διατίμηση του Κώδικα των Δικηγόρων, δ) τα ποσά που καταβλήθηκαν στους Μάρτυρες για έξοδα και αποζημίωση, καθώς και στους πραγματογνώμονες για έξοδα και αμοιβή, σύμφωνα με τις εκάστοτε ισχύουσες διατιμήσεις. 5. Τα κατά την προηγούμενη παράγραφο δικαστικά έξοδα δεν αποδίδονται αν δεν ήταν απαραίτητα για τη Διεξαγωγή της δίκης. 6. Για την εκκαθάριση των ποσών των αποδοτέων δικαστικών εξόδων, τα οποία και καταλογίζονται στον ηττώμενο διάδικο, απαιτείται να υποβληθεί και να επισυναφθεί στη δικογραφία, το αργότερο έως την πρώτη Συζήτηση, αναλυτικός κατάλογος τούτων. Εως το πέρας της πρώτης Συζήτησης, ο αντίδικος εκείνου που υπέβαλε τον κατάλογο μπορεί να διατυπώσει τις τυχόν σχετικές παρατηρήσεις του. Κατά την εκκαθάριση των εξόδων, αρκεί η πιθανολόγηση. Υποβολή καταλόγου δεν απαιτείται για τα δικαστικά έξοδα της περ. γ` της παρ. 4. 7. Τα δικαστικά έξοδα καθορίζονται και καταλογίζονται με την οριστική Απόφαση και μόνο εφόσον υπάρχει σχετικό αίτημα. Η Απόφαση, ως προς το κεφάλαιο των δικαστικών εξόδων, δεν υπόκειται αυτοτελώς σε ένδικα μέσα, πλην της αίτησης διόρθωσης ή ερμηνείας. Αν η Απόφαση δεν διαλαμβάνει διάταξη για τα δικαστικά έξοδα, ο διάδικος που είχε υποβάλει σχετικό αίτημα μπορεί να ζητήσει, από το ίδιο δικαστήριο, να αποφανθεί για το αίτημά του αυτό, υποβάλλοντας προς τούτο σχετική αίτηση, η οποία και εκδικάζεται κατά τις διατάξεις των παρ. 2 και 4 του άρθρου 110 και της παρ. 1 του άρθρου 111, αναλόγως εφαρμοζόμενες.

Αρθρο 276. Απαλλαγή από την προκαταβολή. "1. Ο διάδικος μπορεί να απαλλαγεί από την προκαταβολή του τέλους δικαστικού ενσήμου, αν αποδεικνύει ότι η προκαταβολή αυτή δημιουργεί κίνδυνο περιορισμού των απαραίτητων μέσων για τη διατροφή του ίδιου και της οικογένειας του (ευεργέτημα πενίας). Η απαλλαγή αυτή μπορεί να χορηγηθεί και σε νομικά πρόσωπα που δεν επιδιώκουν κερδοσκοπικό σκοπό, καθώς και σε ενώσεις προσώπων που έχουν την ικανότητα να είναι διάδικοι αν αποδεικνύουν ότι με την προκαταβολή του πιο πάνω ποσού, καθίσταται αδύνατη ή ιδιαιτέρως προβληματική η εκπλήρωση του σκοπού τους." *** Η παρ.1 αντικαταστάθηκε ως άνω με το άρθρο 44 παρ.1 Ν.3900/2010,ΦΕΚ Α 213/17.12.2010.`Εναρξη ισχύος από 1.1.2011. 2. Η κατά την προηγούμενη παράγραφο απαλλαγή χορηγείται για συγκεκριμένη δίκη, ισχύει δε χωριστά για κάθε βαθμό δικαιοδοσίας. 3. Η απαλλαγή παύει να ισχύει με το θάνατο του φυσικού προσώπου ή με τη δήλωση του νομικού προσώπου ή της ένωσης προσώπων. "4. Η απαλλαγή χορηγείται ύστερα από αίτηση του διαδίκου που υποβάλλεται είκοσι τουλάχιστον ημέρες πριν από την πρώτη Συζήτηση της υπόθεσης. Η αίτηση απαλλαγής σε κάθε περίπτωση πρέπει απαραιτήτως να συνοδεύεται από τα αναγκαία έγγραφα Αποδεικτικά στοιχεία." *** Η παρ.4 αντικαταστάθηκε ως άνω με το άρθρο 44 παρ.2 Ν.3900/2010,ΦΕΚ Α 213/17.12.2010.`Εναρξη ισχύος από 1.1.2011. 5. Για την παραδοχή ή την απόρριψη της κατά την προηγούμενη παράγραφο αίτησης αποφαίνεται ο πρόεδρος του συμβουλίου, ή ο δικαστής, που διευθύνει το δικαστήριο ενώπιον του οποίου πρόκειται να εισαχθεί ή εκκρεμεί η υπόθεση, με πράξη του, η οποία και επιδίδεται στον αιτούντα δέκα (10) τουλάχιστον ημέρες πριν από την πρώτη Συζήτηση του ένδικου βοηθήματος ή μέσου. "6. Αν η κατά τις προηγούμενες παραγράφους αίτηση απορριφθεί, ο αιτών υποχρεούται να καταβάλει το προβλεπόμενο ποσό έως την πρώτη Συζήτηση του ένδικου βοηθήματος ή μέσου. Αν γίνει δεκτή η αίτηση, ο διάδικος απαλλάσσεται από την προκαταβολή του πιο πάνω ποσού. Τούτο δεν επηρεάζει την τυχόν υποχρέωση του προς καταβολή του, αν με την οριστική Απόφαση του δικαστηρίου καταλογιστούν σε αυτόν τα δικαστικά έξοδα της δίκης." *** Η παρ.6 αντικαταστάθηκε ως άνω με το άρθρο 44 παρ.3 Ν.3900/2010,ΦΕΚ Α 213/17.12.2010.`Εναρξη ισχύος από 1.1.2011.

Παράβολα: Αρθρο 277. "1. Για το παραδεκτό των ένδικων βοηθημάτων και μέσων πρέπει, ως την πρώτη. Συζήτηση της υπόθεσης, να προσκομισθεί το προβλεπόμενο από τις κείμενες διατάξεις αποδεικτικό καταβολής παραβόλου. Αν δεν προσκομισθεί το αποδεικτικό αυτό ως την πρώτη Συζήτηση της υπόθεσης, εφαρμόζονται τα προβλεπόμενα στο άρθρο 139α." *** Η παρ.1 αντικαταστάθηκε ως άνω με την παρ.7 άρθρ.22 Ν.3226/2004, ΦΕΚ Α 24/4.2.2004.Με την παρ.10 του αυτού άρθρου και νόμου ορίζεται ότι: "10. Οι διατάξεις των προηγούμενων παραγράφων καταλαμβάνουν και τις εκκρεμείς κατά την έναρξη ισχύος του νόμου αυτού διαφορές. Ενδικα βοηθήματα ή μέσα που απορρίφθηκαν ως απαράδεκτα από το Συμβούλιο τις Επικρατείας ή τα τακτικά διοικητικά δικαστήρια μετά την 1.1.2000 για μη καταβολή ή ελλιπή καταβολή παραβόλου, μπορούν να ασκηθούν εκ νέου μέσα σε Προθεσμία δύο (2) μηνών από την έναρξη ισχύος του νόμου αυτού". *** ΠΑΡΑΤΗΡΗΣΗ: Περί της ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΙΚΟΤΗΤΑΣ της διάταξης της παρ.1 του άρθρου 277 του παρόντος ΚΔΔ βλέπε σχετικά στις υπ` αριθμ. 1035/2009, 3409/2010 αποφάσεις ΣΤΕ καθώς και την υπ` αριθμ. 1583/2010 Απόφαση ΣΤΕ (ΟΛΟΜ). "2. Το παράβολο ορίζεται: α) για την ένσταση κατά τα άρθρα 246 και 269, την Αντένσταση κατά το άρθρο 256, τις αιτήσεις παροχής προσωρινής δικαστικής προστασίας και την αίτηση διόρθωσης ή ερμηνείας, την προσφυγή και την ανακοπή κατά το άρθρο 217 σε εκατό ευρώ, β) για την ανακοπή ερημοδικίας, την έφεση, την Αντέφεση, την αίτηση αναθεώρησης και την τριτανακοπή, σε εκατόν πενήντα ευρώ. Εξαιρετικά το παράβολο της προσφυγής σε διαφορές από άσκηση προσφυγής ασφαλισμένου σε φορέα κοινωνικής ασφάλισης, ορίζεται σε είκοσι πέντε ευρώ. 3. Κατ` εξαίρεση, στις χρηματικού περιεχομένου φορολογικές και τελωνειακές εν γένει διαφορές, το παράβολο για την προσφυγή, την έφεση και την Αντέφεση ορίζεται σε ποσοστό ίσο προς το δύο τοις εκατό του αντικειμένου της διαφοράς και μέχρι του ποσού των δέκα χιλιάδων ευρώ. Αν το παράβολο υπερβαίνει το ποσό των τριών χιλιάδων ευρώ, καταβάλλεται το ποσό αυτό, το επιπλέον δε τυχόν οφειλόμενο και μέχρι του ορίου των δέκα χιλιάδων ευρώ, καταλογίζεται, αν συντρέχει περίπτωση, με την οριστική Απόφαση του δικαστηρίου επί της προσφυγής ή της έφεσης. *** ΠΑΡΑΤΗΡΗΣΗ: Περί της ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΙΚΟΤΗΤΑΣ της διάταξης της παρ.3 του άρθρου 277 του παρόντος Κώδικα Διοικητικής Δικονομίας βλέπε σχετικά στην υπ` αριθμ. 1201/2010 απόαση ΣΤΕ. «Ως αντικείμενο της διαφοράς θεωρείται η διαφορά του κύριου φόρου, δασμού, τέλους ή προστίμου. Για την έφεση και την Αντέφεση ως αντικείμενο της διαφοράς, όταν από το νόμο προβλέπεται η υποβολή δήλωσης του φορολογουμένου πριν από την έκδοση της σχετικής πράξης, θεωρείται η διαφορά του κύριου φόρου, που προκύπτει ανάμεσα σε εκείνον που αντιστοιχεί στη δήλωση και σε αυτόν που καθορίστηκε με την Απόφαση. Στην περίπτωση που δεν προβλέπεται η υποβολή δήλωσης, ως αντικείμενο της διαφοράς θεωρείται το ποσό που καθορίστηκε στην πρωτόδικη Απόφαση.» *** Τα εντός " " τελευταία εδάφια της παρ.3 προστέθηκαν με το άρθρο 65 παρ.4 Ν.3994/2011,ΦΕΚ Α 165/25.7.2011. *** ΠΡΟΣΟΧΗ: Με το άρθρο 65 παρ.6 και 7 Ν.3994/2011,ΦΕΚ Α 165/25.7.2011,ορίζεται ότι: "6. Οι προηγούμενες παράγραφοι εφαρμόζονται και στις εκκρεμείς κατά την έναρξη της ισχύος του ν. 3900/2010 υποθέσεις. 7. Η παράγραφος 3 του άρθρου 277 του Κώδικα Διοικητικής Δικονομίας, όπως αντικαταστάθηκε με την παράγραφο 1 του άρθρου 45 του ν. 3900/2010, δεν εφαρμόζεται στις εκκρεμείς κατά την έναρξη ισχύος του νόμου αυτού διαφορές". 4. Τα ένδικα βοηθήματα και μέσα της παραγράφου 3 απορρίπτονται ως απαράδεκτα, εάν κατά την κατάθεση του εισαγωγικού δικογράφου της δίκης δεν καταβληθεί, από τον υπόχρεο, το 1/3 του κατά την προηγούμενη παράγραφο παραβόλου, έως δε την πρώτη Συζήτηση της υπόθεσης τα υπόλοιπα 2/3 αυτού. Το παράβολο υπολογίζεται από την αρμόδια φορολογική αρχή, η οποία προς τούτο χορηγεί ατελώς ειδικό σημείωμα στον υπόχρεο, ύστερα από αίτηση του. Αν καταβληθεί παράβολο μικρότερο από εκείνο που αναφέρεται στο σημείωμα, το ένδικο βοήθημα απορρίπτεται ως απαράδεκτο. Αν καταβληθεί το παράβολο που αναφέρεται στο σημείωμα, αλλά αυτό είναι μικρότερο του κατά το νόμο οφειλομένου, το δικαστήριο προχωρεί στην εκδίκαση της υπόθεσης και, αν το ένδικο βοήθημα ή μέσο απορριφθεί για άλλο λόγο, το παράβολο που ελλείπει καταλογίζεται με την Απόφαση του δικαστηρίου και εισπράττεται κατά τις διατάξεις για την είσπραξη των δημοσίων εσόδων. Και στην περίπτωση αυτή έχουν εφαρμογή όσα ορίζονται στην τελευταία περίοδο της παραγράφου 10." *** Οι παρ.2,3,και 4 αντικαταστάθηκαν ως άνω με το άρθρο 45 παρ.1 Ν.3900/2010,ΦΕΚ Α 213/17.12.2010.`Εναρξη ισχύος από 1.1.2011. Με την παρ.2 του αυτού άρθρου και νόμου ορίζεται ότι: "2. Οι παράγραφοι 2, 3 και 4 του άρθρου 277 του ΚΔΔ, όπως τροποποιούνται από την προηγούμενη παράγραφο, ισχύουν και για τις εκκρεμείς κατά την έναρξη ισχύος του νόμου αυτού διαφορές. Το τυχόν επιπλέον οφειλόμενο παράβολο στις διαφορές αυτές καταβάλλεται μέχρι την πρώτη Συζήτηση του ενδίκου βοηθήματος ή μέσου". η. *** Το δεύτερο εδάφιο της παρ.3 προστέθηκε με το άρθρο 35 Ν.3659/2008,ΦΕΚ Α 77/7.5.2008.ΠΡΟΣΟΧΗ: Εναρξη ισχύος από 8/6/2008. *** ΠΑΡΑΤΗΡΗΣΗ: Η προισχύσασα διάταξη της παρ.3 του άρθρου 277 του παρόντος Κώδικα Διοικητικής Δικονομίας κρίθηκε ΑΝΤΙΣΥΝΤΑΓΜΑΤΙΚΗ με τις υπ` αριθμ. 556/2008, 748/2008, 1581/2008 αποφάσεις ΣτΕ. *** ΠΑΡΑΤΗΡΗΣΗ: Περί της ΣΥΝΤΑΓΜΑΙΚΟΤΗΤΑΣ της διάταξης της παρ.3 του άρθρου 277 του παρόντος Κώδικα Διοικητικής Δικονομίας βλέπε σχετικά στις υπ` αριθμ. 58/2010, 59/2010 αποφάσεις ΣΤΕ καθώς και στην υπ` αριθμ 3470/2007 Απόφαση ΣΤΕ (ΟΛΟΜ). 5. Αν Τα ένδικα μέσα στρέφονται κατ` αποφάσεων μονομελών δικαστηρίων, τα αντίστοιχα ποσά ή ποσοστά των παραβόλων μειώνονται στο μισό. 6. Οι διατάξεις που προβλέπουν ειδικά Παράβολα, όπως αυτές εκάστοτε ισχύουν, εφαρμόζονται και κατά τη Διαδικασία εκδίκασης των διοικητικών διαφορών ουσίας από τα τακτικά διοικητικά δικαστήρια. 7. Τα ποσά ή τα ποσοστά των παραβόλων μπορούν να αναπροσαρμόζονται με προεδρικά διατάγματα, τα οποία εκδίδονται ύστερα από πρόταση του Υπουργού Δικαιοσύνης. 8. Σε περίπτωση άσκησης κοινού ένδικου βοηθήματος ή μέσου από περισσότερους : αν, κατά το ουσιαστικό δίκαιο, η απαίτηση ή η οφειλή τους είναι σε ολόκληρο, καταβάλλεται από όλους μαζί ένα μόνο παράβολο, ενώ, αν η, κατά τα παραπάνω, απαίτηση ή η οφειλή τους είναι διαιρετή, καταβάλλεται από καθέναν ολόκληρο το παράβολο της παρ. 2, ή το αναλογούν σε αυτόν παράβολο της παρ. 3, κατά περίπτωση. 9. Το παράβολο, αν το ένδικο βοήθημα ή μέσο απορριφθεί για οποιονδήποτε λόγο, καταπίπτει υπέρ του Δημοσίου, ενώ, αν αυτά γίνουν δεκτά ή αν η δίκη καταργηθεί για οποιονδήποτε λόγο, αποδίδεται σε αυτόν που το κατέβαλε. Οι έννομες αυτές συνέπειες επέρχονται ακόμη και αν δεν υπάρχει σχετική ρητή διάταξη στην Απόφαση. Αν η προσφυγή ή το ένδικο μέσο γίνουν δεκτά εν μέρει, το παράβολο αποδίδεται κατά ένα μέρος του, το οποίο και καθορίζεται κατά την κρίση του δικαστηρίου. 10. Το δικαστήριο μπορεί, εκτιμώντας τις περιστάσεις, να διατάξει την απόδοση του παραβόλου ακόμη και όταν απορρίπτεται το ένδικο βοήθημα ή μέσο. Επίσης, μπορεί να διατάξει το διπλασιασμό του παραβόλου αν το ένδικο βοήθημα ή μέσο είναι προδήλως απαράδεκτο ή προδήλως αβάσιμο. Στην περίπτωση αυτή, το επιπλέον ποσό που καταλογίζεται εισπράττεται κατά τις διατάξεις για την είσπραξη των δημοσίων εσόδων. Προς τούτο, ο γραμματέας του δικαστηρίου αποστέλλει, χωρίς υπαίτια καθυστέρηση, Αντίγραφο της Απόφασης στην αρμόδια δημόσια οικονομική υπηρεσία. 11. Αν, σε συγκεκριμένη περίπτωση, καταβλήθηκε παράβολο χωρίς να υπάρχει κατά νόμο υποχρέωση προς τούτο, διατάσσεται με την Απόφαση, και ανεξάρτητα από την έκβαση της δίκης, η επιστροφή του. *** ΠΑΡΑΤΗΡΗΣΗ: Η διάταξη του άρθρου 277 του παρόντος Κώδικα Διοικητικής Δικονομίας κρίθηκε ΑΝΤΙΣΥΝΤΑΓΜΑΤΙΚΗ με την υπ` αριθμ. 3470/2007 Απόφαση ΣτΕ (Ολομέλεια) και 276/2008, 1374/2009, 1901/2009, 2556/2009, 1541/2010, 1757/2010, 1778/2010 αποφάσεις ΣτΕ. *** ΠΑΡΑΤΗΡΗΣΗ: Η διάταξη του άρθρου 277 του παρόντος Κώδικα Διοικητικής Δικονομίας κρίθηκε ΑΝΤΙΣΥΝΤΑΓΜΑΤΙΚΗ κατά το μέρος που θεσπίζουν, προκειμένου περί χρηματικών φορολογικών διαφορών, υποχρέωση, επί ποινή απαραδέκτου, καταβολής αναλογικού παραβόλου εφέσεως, χωρίς να καθορίζεται ανώτατο όριο, με την υπ` αριθμ. 246/2010 Απόφαση ΣτΕ. *** ΠΑΡΑΤΗΡΗΣΗ: Περί της ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΙΚΟΤΗΤΑΣ της διάταξης του άρθρου 277 του παρόντος Κώδικα Διοικητικής Δικονομίας βλέπε σχετικά στην υπ` αριθμ. 193/2009 Απόφαση ΣΤΕ. (με παραπομπή του ζητήματος στην Ολομέλεια),

Δημήτριος Χ. Καραγιάννης, δικηγόρος, Θεσσαλονίκη - Αθήνα

Επικοινωνία

Θεσσαλονίκη

Πολυτεχνείου 21 (6ος Όροφος), 54626

2310525720

Αθήνα

Σολωμού 58 και Πατησίων (6ος Όροφος), 10682

2103810723

Για να σας παρέχουμε την καλύτερη online εμπειρία, χρησιμοποιούμε cookies.