Καραγιάννης & Συνεργάτες - Δικηγορικό Γραφείο

ΚΑΡΑΓΙΑΝΝΗΣ - ΣΤΑΜΑΤΙΟΥ
& ΣΥΝΕΡΓΑΤΕΣ

ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΑ ΓΡΑΦΕΙΑ | ΑΘΗΝΑ - ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗ

Επικοινωνήστε μαζί μας
2103810723 (Αθήνα) | 2310525720 (Θεσσαλονίκη) | info@karagiannislawfirm.gr

Άδεια ανεξάρτητης οικονομικής δραστηριότητας σε αλλοδαπό

Συμβούλιο της Επικρατείας, αριθμός απόφασης 475/2013.

Περίληψη: Αλλοδαποί και προϋποθέσεις χορήγησης άδειας διαμονής προς άσκηση ανεξάρτητης οικονομικής δραστηριότητας του άρθρου 24 του ν. 3386/2005. Απαιτείται αυτός να διαθέτει οικονομική επιφάνεια 60.000 ευρώ τουλάχιστον, με κατάθεση σε πιστωτικό ίδρυμα και να αποδεικνύεται ο τρόπος κτήσης του σχετικού κεφαλαίου, με την προσκόμιση πρόσφορων στοιχείων, χωρίς να έχει προηγουμένως κληθεί προς τούτο. Η μηνιαία προθεσμία που τάσσεται στην Επιτροπή για να γνωμοδοτήσει είναι ενδεικτική. Αντίθετη μειοψηφία. Δεκτή η έφεση, απορρίπτεται η αίτηση ακύρωσης.

[...] 1. Επειδή, με την κρινόμενη έφεση, για την άσκηση της οποίας δεν απαιτείται η καταβολή παραβόλου, ζητείται παραδεκτώς η εξαφάνιση της απόφασης 148/2008 του Διοικητικού Πρωτοδικείου Κομοτηνής, με την οποία ακυρώθηκε η απόφαση 1997/11.7.2007 του Τμήματος Αστικής Κατάστασης Αλλοδαπών και Μετανάστευσης νομού Ξάνθης της Περιφέρειας Ανατολικής Μακεδονίας και Θράκης. Με την πράξη αυτή είχε απορριφθεί αίτηση του εφεσιβλήτου, ιθαγένειας Κίνας, για τη χορήγηση αδείας διαμονής προς άσκηση ανεξάρτητης οικονομικής δραστηριότητας του άρθρου 24 του ν. 3386/2005.

2. Επειδή, νομίμως συζητείται η υπόθεση παρά τη μη παράσταση του εφεσιβλήτου, εφόσον η έφεση του Δημοσίου και η πράξη του Προέδρου του Δ΄ Τμήματος του Συμβουλίου της Επικρατείας περί ορισμού δικασίμου και εισηγητού έχουν κοινοποιηθεί - σύμφωνα με το άρθρο 21 παρ. 2 περ. ε΄ του πδ 18/89, ως ισχύει - νομίμως και εμπροθέσμως προς τη δικηγόρο του εφεσιβλήτου που υπέγραφε την αίτηση ακυρώσεως (βλ. το από 24.10.2011 αποδεικτικό επιδόσεως).

3. Επειδή, με το άρθρο 24 του ν. 3386/2005 ορίζονται τα εξής : «1. Επιτρέπεται η είσοδος υπηκόου τρίτης χώρας στη Χώρα, προκειμένου αυτός να ασκήσει ανεξάρτητη οικονομική δραστηριότητα, εφόσον πληρούνται, σωρευτικά, οι παρακάτω προϋποθέσεις: α. Διαθέτει επαρκείς πόρους για την άσκηση της δραστηριότητας και κατ` ελάχιστο εξήντα χιλιάδες (60.000) ευρώ, κατατεθειμένα σε λογαριασμό στο όνομα του αιτούντος, που τηρείται σε αναγνωρισμένο τραπεζικό ίδρυμα. Μετά τη χορήγηση της ειδικής θεώρησης εισόδου, απαιτείται η κατάθεση του ανωτέρω ποσού σε αντίστοιχο ίδρυμα της ημεδαπής. β. Η δραστηριότητα συμβάλλει στην ανάπτυξη της εθνικής οικονομίας και γ. Κατέχει ειδική Θεώρηση εισόδου. 2. Η αίτηση για τη χορήγηση άδειας εισόδου προς άσκηση ανεξάρτητης οικονομικής δραστηριότητας υποβάλλεται στην ελληνική προξενική αρχή του τόπου κατοικίας του υπηκόου τρίτης χώρας μαζί με αντίστοιχη οικονομοτεχνική μελέτη. 3. Η αίτηση, μαζί με την ανωτέρω οικονομοτεχνική μελέτη και τα προβλεπόμενα δικαιολογητικά, διαβιβάζεται στην αρμόδια Υπηρεσία Αλλοδαπών και Μετανάστευσης της Περιφέρειας στην οποία υπάγεται ο δήμος ή η κοινότητα, όπου ο ενδιαφερόμενος προτίθεται να εγκατασταθεί και να ασκήσει τη δραστηριότητα. 4. Η αρμόδια Υπηρεσία Αλλοδαπών και Μετανάστευσης της Περιφέρειας, ύστερα από γνώμη της Επιτροπής της επόμενης παραγράφου, εγκρίνει την άσκηση της συγκεκριμένης οικονομικής δραστηριότητας και αποστέλλει τη σχετική πράξη στην αρμόδια ελληνική προξενική αρχή, η οποία τη γνωστοποιεί στον ενδιαφερόμενο και χορηγεί την αντίστοιχη ειδική Θεώρηση εισόδου. Σε περίπτωση απόρριψης του αιτήματος του, ο υπήκοος τρίτης χώρας δεν μπορεί να υποβάλει νέα αίτηση πριν από την παρέλευση ενός έτους. 5. Στην έδρα κάθε Περιφέρειας, συνιστάται επταμελής Επιτροπή … Η ανωτέρω Επιτροπή γνωμοδοτεί, μέσα σε ένα μήνα αφότου υποβληθεί το σχετικό αίτημα, αναφορικά με τη σκοπιμότητα άσκησης της δραστηριότητας. Ειδικότερα, εξετάζει την αρτιότητα και δυνατότητα εφαρμογής της οικονομοτεχνικής μελέτης, τις περιβαλλοντικές επιπτώσεις, τις επιχειρηματικές εμπειρίες του υπηκόου τρίτης χώρας, το ύψος του διαθέσιμου κεφαλαίου και τις επιπτώσεις στην απασχόληση, καθώς και τους ειδικούς περιορισμούς που επιβάλλονται από την ισχύουσα νομοθεσία». Περαιτέρω, το άρθρο 25 του ιδίου νόμου, τιτλοφορούμενο «Χορήγηση και ανανέωση άδειας διαμονής», προβλέπει τα ακόλουθα: «1.Ο υπήκοος τρίτης χώρας, μετά την είσοδο του στη Χώρα, και στο πλαίσιο ισχύος της ειδικής θεώρησης εισόδου για τη δραστηριότητα του προηγούμενου άρθρου, καταθέτει αίτηση για χορήγηση άδειας διαμονής στο δήμο ή στην κοινότητα του τόπου κατοικίας ή διαμονής του, συνοδευόμενη από επικυρωμένο φωτοαντίγραφο του διαβατηρίου του. Αρμόδια για την εξέταση της αίτησης είναι η οικεία Υπηρεσία Αλλοδαπών και Μετανάστευσης της Περιφέρειας. Η σχετική άδεια διαμονής εκδίδεται από τον Γενικό Γραμματέα Περιφέρειας και ισχύει για δύο έτη. 2. Η ανωτέρω απόφαση κοινοποιείται στη Γενική Γραμματεία Εμπορίου του Υπουργείου Ανάπτυξης. 3. Η άδεια διαμονής μπορεί να ανανεώνεται, για δύο έτη κάθε φορά, ύστερα από γνώμη της Επιτροπής του προηγούμενου άρθρου, εφόσον: α. (όπως η περίπτωση αυτή αντικαταστάθηκε με το άρθρο 9 παρ. 2 του ν. 3536/2007, Α΄ 42/23.2.2007) Η εγκριθείσα δραστηριότητα εξακολουθεί να ασκείται και εφόσον αποδεικνύεται ότι έχει διατεθεί για το σκοπό αυτόν το ποσό της περίπτωσης α΄ της παραγράφου 1 του προηγούμενου άρθρου. β. Πρόκειται για την ίδια δραστηριότητα. γ. Εχουν εκπληρωθεί οι φορολογικές και ασφαλιστικές υποχρεώσεις και δ. Η δραστηριότητα εξακολουθεί να ασκείται εντός των ορίων του ίδιου νομού».

4. Επειδή, εν προκειμένω, το αίτημα του εφεσιβλήτου για τη χορήγηση αδείας διαμονής προς άσκηση ανεξάρτητης οικονομικής δραστηριότητας (λιανικής πώλησης ενδυμάτων κλπ) συνοδευόταν από το από 9.1.2007 έγγραφο της ..... Τράπεζας της Ελλάδος, κατά το οποίο ο ίδιος είχε πιστωτικό υπόλοιπο 60.531,65 ευρώ στο λογαριασμό που τηρεί στο Υποκατάστημα οδού .... Θεσσαλονίκης και από οικονομικοτεχνική μελέτη, κατά την οποία το κόστος της επένδυσης επιχείρησης πώλησης ενδυμάτων και συναφών ειδών ανερχόταν σε 22.000 ευρώ, με αναμενόμενα κέρδη τον πρώτο χρόνο λειτουργίας της επιχείρησης 20.880 ευρώ. Η Επιτροπή του άρθρου 24 παρ. 5 του ν. 3386/2005 γνωμοδότησε επί του αιτήματος του εφεσιβλήτου αρνητικώς (πρακτικό 3/23.5.2007, θέμα 4ο), με την αιτιολογία ότι αυτός δεν είχε προσκομίσει αντίγραφο του βιβλιαρίου καταθέσεων, για να διαπιστωθεί η γενικότερη κίνηση του λογαριασμού του, ενώ το ποσόν των κτηθέντων εισοδημάτων του (2.632,42 ευρώ) - το οποίο εζητείτο στο έντυπο της αίτησης για τη χορήγηση της αδείας ανεξάρτητης οικονομικής δραστηριότητας - δεν συνάδει με το ύψος της επένδυσης (22.000 ευρώ), ούτε με το ποσόν του κεφαλαίου (60.000 ευρώ) που απαιτεί ο νόμος για την άσκηση της ανεξάρτητης δραστηριότητας. Κατ΄ επίκληση της αρνητικής αυτής γνωμοδότησης εξεδόθη η απόφαση 1997/11.7.2011 του Τμήματος Αστικής Κατάστασης Αλλοδαπών και Μετανάστευσης, με την οποία το αίτημα απερρίφθη. Με την εκκαλουμένη απόφαση, το Διοικητικό Πρωτοδικείο ακύρωσε την πράξη αυτή, δεχθέν ότι δεν απαιτείται η προσκόμιση στοιχείων για τον τρόπο κτήσης του κεφαλαίου και ότι δεν ευρίσκουν έρεισμα στο νόμο οι εκτιμήσεις για το συσχετισμό των εισοδημάτων του εφεσιβλήτου προς το ύψος της δαπάνης της επένδυσης και των διαθεσίμων πόρων του, που ανάγονται τελικώς στον τρόπο κτήσης του κεφαλαίου του αλλοδαπού.

5. Επειδή, προκειμένου να χορηγηθεί άδεια ανεξάρτητης οικονομικής δραστηριότητας, η διάταξη του άρθρου 24 του ν. 3386/2005 απαιτεί να διαθέτει ο αλλοδαπός επαρκείς πόρους για την άσκηση της αιτουμένης δραστηριότητας και, ειδικότερα, οικονομική επιφάνεια 60.000 ευρώ τουλάχιστον, με κατάθεση σε πιστωτικό ίδρυμα. Κατά την έννοια της διάταξης αυτής, οι εν λόγω πόροι πρέπει να προέρχονται από νόμιμη πηγή, προκειμένου να αποφεύγεται η νομιμοποίηση εσόδων από παράνομες δραστηριότητες κατά την πραγματοποίηση επενδύσεων στη χώρα. Εξάλλου, ως απόδειξη της ύπαρξης επαρκών πόρων στην οποία οφείλει να προβεί ο ενδιαφερόμενος νοείται η πλήρης απόδειξη ότι αυτός μπορεί να υλοποιήσει τη δραστηριότητα με κεφάλαια νομίμως κτηθέντα, άρα απαιτείται και η τεκμηρίωση του τρόπου κτήσης του σχετικού κεφαλαίου, με την προσκόμιση πρόσφορων προς τούτο στοιχείων. Ενόψει των ανωτέρω, μη νομίμως έκρινε η εκκαλουμένη ότι δεν απαιτείται η προσκόμιση στοιχείων για τον τρόπο κτήσης του κεφαλαίου του εφεσιβλήτου και ότι δεν ευρίσκουν έρεισμα στο νόμο, ως αναγόμενες στον τρόπο κτήσης του κεφαλαίου, οι κρίσεις της Επιτροπής για το συσχετισμό των εισοδημάτων του εφεσιβλήτου προς το ύψος της δαπάνης της επένδυσης και των διαθεσίμων πόρων του. Πρέπει, επομένως, να εξαφανισθεί η εκκαλουμένη, για το λόγο αυτό, βασίμως προβαλλόμενο με την έφεση του Δημοσίου. Στη συνέχεια, πρέπει να εκδικασθεί η αίτηση ακυρώσεως του εφεσιβλήτου - αιτούντος και να εξετασθούν οι προβληθέντες λόγοι ακυρώσεως, κατά τους οποίους: α. ο νόμος δεν απαιτεί την απόδειξη του τρόπου απόκτησης του κεφαλαίου, ούτε την υποβολή αναλυτικής κίνησης του λογαριασμού, β. η Διοίκηση δεν ζήτησε από τον αιτούντα την υποβολή τέτοιων στοιχείων και γ. η Επιτροπή συνεδρίασε μετά την πάροδο 4 και πλέον μηνών, κατά παράβαση του νόμου, που προβλέπει ότι η Επιτροπή πρέπει να αποφανθεί επί της σκοπιμότητας άσκησης της δραστηριότητας εντός μηνός από την υποβολή του αιτήματος. Ομως, όλοι οι προαναφερθέντες λόγοι είναι απορριπτέοι ως νόμω αβάσιμοι, δοθέντος ότι: α. κατά την έννοια του νόμου, όπως έγινε προηγουμένως δεκτό, απαιτείται και η απόδειξη του τρόπου απόκτησης του κεφαλαίου, β. ο αιτών δεν προσκόμισε στοιχεία προς απόδειξη του τρόπου κτήσης του ποσού των 60.531,65 ευρώ, χωρίς να απαιτείται να έχει προηγουμένως κληθεί προς τούτο, αφού η εν λόγω υποχρέωση προκύπτει από το νόμο και γ. η μηνιαία προθεσμία που τάσσεται στην Επιτροπή από το άρ. 24 παρ. 5 του ν. 3386/2005 είναι ενδεικτική και δεν πάσχει η προσβαλλόμενη πράξη εκ του ότι η Επιτροπή γνωμοδότησε μετά την πάροδο 4 ½ μηνών από την υποβολή του αιτήματος. Αν και, κατά την άποψη της Παρέδρου Μ. Σωτηροπούλου, νομίμως ο αιτών υπέβαλε βεβαίωση Τράπεζας, από την οποία αποδεικνυόταν κατ΄ αρχήν η νόμιμη προϋπόθεση της κατάθεσης ποσού άνω των 60.000 ευρώ περαιτέρω, ο νόμος δεν απαιτεί και την απόδειξη του τρόπου κτήσης του κεφαλαίου, κατά συνέπεια, η μη υποβολή από τον αιτούντα τέτοιων στοιχείων δεν μπορούσε να στηρίξει την απόρριψη του αιτήματος. Εάν δε η Επιτροπή διατηρούσε αμφιβολίες για τον τρόπο κτήσης του κεφαλαίου, ενόψει, μεταξύ άλλων, των χαμηλών εισοδημάτων του αιτούντος, μπορούσε μεν να ερευνήσει το ζήτημα αυτό, έπρεπε, όμως, στην περίπτωση αυτή, σύμφωνα με τις αρχές της χρηστής διοίκησης, να τον καλέσει να υποβάλει στοιχεία για την προέλευση του κεφαλαίου. Εάν δε αυτός δεν προσκόμιζε στοιχεία ή τα προσκομισθέντα κρίνονταν ανεπαρκή, η Διοίκηση μπορούσε να απορρίψει το αίτημα. Ως εκ τούτου, εν προκειμένω, κατά την άποψη αυτή, μη νομίμως απερρίφθη το αίτημα του αιτούντος, δεδομένου ότι, όπως βασίμως αυτός προέβαλε με την αίτηση ακυρώσεως, δεν του είχε ζητηθεί η προσκόμιση βιβλιαρίου καταθέσεων, ούτε στοιχείων για την προέλευση των 60.531,65 ευρώ.

Διά ταύτα Δέχεται την έφεση και εξαφανίζει την απόφαση 148/2008 του Διοικητικού Πρωτοδικείου Κομοτηνής. Εκδικάζει την αίτηση ακυρώσεως του εφεσιβλήτου - αιτούντος και την απορρίπτει. Διατάσσει την κατάπτωση του παραβόλου της αιτήσεως ακυρώσεως. Επιβάλλει εις βάρος του εφεσιβλήτου/αιτούντος τη δικαστική δαπάνη του Δημοσίου, που ανέρχεται συνολικώς σε 560 ευρώ (460 ευρώ για την παράσταση στο Συμβούλιο της Επικρατείας και 100 ευρώ για την παράσταση στο Διοικητικό Πρωτοδικείο Κομοτηνής, βλ. απόφαση 4/2003 «Καθορισμός του ύψους της δικαστικής δαπάνης των διαδίκων κατά την ακυρωτική διαδικασία στο Διοικητικό Πρωτοδικείο Κομοτηνής», Β΄ 1354).

Επικοινωνία

Θεσσαλονίκη

Πολυτεχνείου 21 (6ος Όροφος), 54626

2310525720

Αθήνα

Σολωμού 58 και Πατησίων (6ος Όροφος), 10682

2103810723

Για να σας παρέχουμε την καλύτερη online εμπειρία, χρησιμοποιούμε cookies.